Το χρονογράφημα: Μάρτυς μου ο θεός
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”127887″ img_size=”full”][vc_column_text]Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι συχνά κλείνουμε τα μάτια, χωρίς να κοιμόμαστε; Το περίεργο είναι ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο όταν ξαπλώνουμε να κοιμηθούμε. Ξέρεις, όταν κλείνεις τα μάτια αλλά είναι σα να τα έχεις ακόμα ανοιχτά. Λες και το μυαλό σου δουλεύει υπερωρίες, επαναφέροντας στο προσκήνιο και την παραμικρή λεπτομέρεια της ημέρας που πέρασε ή ακόμη και γεγονότα των τελευταίων μηνών, ενώ θα έπρεπε να κόψει ταχύτητα, να ηρεμήσεις και συ, να ξεκουραστεί και δαύτο. Από τους ψυχαναλυτές αλλά και από απλή εμπειρική διαπίστωση, γνωρίζουμε πως αυτό που δεν μας αφήνει να κοιμηθούμε είναι το άγχος που δουλεύει…
Το άγχος δεν σταματά ποτέ. Ποτέ. Και η αλήθεια είναι πως με την έλευση της πανδημίας, τους συνεχείς περιορισμούς και τα lockdown, η κατάσταση έγινε ακόμη πιο δύσκολη. Το πρόβλημα είναι η απομόνωση˙ είναι η αποκοπή όχι μόνο από τις απλές καθημερινές συνήθειες, αλλά κυρίως από τους ίδιους τους ανθρώπους, από τους φίλους και τους γνωστούς, μέχρι τα πιο στενά συγγενικά πρόσωπα. Πολλές κλινικές μελέτες, για παράδειγμα, αποδεικνύουν ότι τα περιοριστικά μέτρα λόγω κορονοϊού είχαν αρνητικές επιπτώσεις στη συμπεριφορά και τον ψυχισμό των παιδιών και των εφήβων. «Πρόσεχε μην κολλήσεις τον παππού και την γιαγιά!». Πως να το διαχειριστεί αυτό μία παιδική ψυχούλα;
Πως να το διαχειριστούμε όλοι αυτό που συμβαίνει με τις ζωές μας… Μόνο γι’ αυτό δεν υπάρχει οδηγία, λύση, θεραπεία. Για όλα τ’ άλλα έχουν μεριμνήσει οι ειδικοί ή έστω υποτίθεται ότι μεριμνούν. Αλλά γι’ αυτό; Για το γεγονός ότι τα κομμάτια του εαυτού μας έχουν σπάσει και περιφέρονται μακριά μας, στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα; Γονείς μακριά από παιδιά, παππούδες και γιαγιάδες μακριά από τα εγγόνια, αδερφοί μακριά από αδερφές… Όλη η «καραντίνα», η οποία δεν κρατάει ούτε μόνο σαράντα μέρες, ούτε συμβαίνει μόνο μία φορά, είναι ένα βιτρό από μικρές και μεγάλες στενοχώριες. Μια μελαγχολική εικόνα, ήσυχη σαν εκκλησία και χλωμή σαν το φως του χειμωνιάτικου πρωινού.
Θα πεις, με ένα ερωτηματικό ζωγραφισμένο στα μάτια σου, «γιατί, και πριν δεν είχαμε στενοχώριες;». Είχαμε μάτια μου, αλλά πριν μπορούσαμε να σταθούμε δίπλα στον άνθρωπό μας. Μπορούσαμε να του κρατήσουμε το χέρι. Μπορούσαμε να του ψιθυρίσουμε ότι όλα θα πάνε καλά. Μπορούσαμε να τον αγκαλιάσουμε. Μπορούσαμε να τον αφήσουμε να κλάψει στον ώμο μας. Με λίγα λόγια μπορούσαμε να κάνουμε όλα αυτά που κάνουν οι άνθρωποι για όσους αγαπούν. Όλα αυτά που μας κάνουν ανθρώπους.
Γιατί δυστυχώς, στις δύσκολες στιγμές είναι που έχεις και σε έχουν πραγματική ανάγκη. Κάτι σαν αυτό που λένε, ότι οι φίλοι φαίνονται στα δύσκολα. Στην εποχή της πανδημίας όμως, τα δύσκολα μας βρίσκουν εμάς και τους δικούς μας μόνους κι ανήμπορους. Και γιατί; Για τον φόβο ενός θανατηφόρου ιού. Αλίμονο και δεν σκορπά μόνο αυτός το κακό. Ακούω τους ειδικούς που επαναλαμβάνουν μονότονα πως η μάχη με τον κορονοϊό αποτελεί την μεγαλύτερη πρόκληση για την ανθρωπότητα. Πως είναι η μητέρα των μαχών.
Κάθομαι σε ένα δωμάτιο μόνος μου. Κλείνω τα μάτια μου, αλλά δεν κοιμάμαι. Μόνο σκέφτομαι. Σκέφτομαι εσένα. Σκέφτομαι εσάς. Σκέφτομαι ότι θα ήθελα να είμαι συνέχεια δίπλα σας, αλλά… Αυτό είναι για μένα το πιο δύσκολο, το πιο ανυπόφορο. Μάρτυς μου ο θεός, αυτή για μένα είναι η μητέρα των μαχών μου σε τούτη τη ζωή.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]