Αναπολώντας το χθες: Βραδυά Αυγούστου
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”141596″ img_size=”full”][vc_column_text]Θα θελα αυτήν την μνήμη να την πω…
Μα έτσι εσβύσθη πια… σαν τίποτε δεν απομένει —
γιατί μακρυά, στα πρώτα εφηβικά μου χρόνια κείται.
Δέρμα σαν καμωμένο από ιασεμί…
Εκείνη του Aυγούστου — Aύγουστος ήταν; — η βραδυά…
Μόλις θυμούμαι πια τα μάτια· ήσαν, θαρρώ, μαβιά…
A ναι, μαβιά· ένα σαπφείρινο μαβί
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
Μα γιατί το τραγούδι να ‘ναι λυπητερό; Όλα αυτά τα χρόνια, τόσοι Αύγουστοι που πέρασαν, να μένει πάντοτε η ίδια ερώτηση. Αφού όλα είναι όμορφα. Εδώ που κάθομαι κάθε καλοκαίρι, το βράδυ ο σιωπηρός αναστεναγμός του βουνού συναντιέται με την αύρα της θάλασσας. Η αυγή τους βρίσκει αγκαλιασμένους, την ώρα ακριβώς που τα όνειρα οργιάζουν και σε κάνουν να πιστέψεις αυτό που δεν θα μπορούσες να αποδεχθείς με τα ίδια σου τα μάτια. Ακούω το τραγούδι από τα νυχτοπούλια, και αφήνω συνειδητά τον εαυτό μου να βυθιστεί στην υπεροχή της ύπαρξης, μία από τις πολλές στιγμές του Αυγούστου. Κι όμως, μία θλίψη με συνοδεύει σα λευκό σεντόνι όλα αυτά τα χρόνια. Τόσο λευκό όσο και η ασπρισμένη μου όψη.
Είναι τάχα ένας χαμένος έρωτας; Ο, χαμένος έρωτας; Ό,τι πιο αγνό αισθάνθηκα μέχρι να κρατήσω στα χέρια μου τα παιδιά μου; Ποιος ξέρει; Ούτε εγώ πια, που στο κάτω κάτω τα έζησα κιόλα… Μόλις που θυμάμαι τα χείλη της, το σώμα της… Αλλά για κάποιο λόγο ποτέ δεν ξέχασα τα λυτά της μαλλιά, ούτε τη μυρωδιά τους. Κι αυτό μάλλον δεν το ξέχασα γιατί είχα πολλούς που ένιωσαν έτσι και είχαν ευλογηθεί με τη χάρη να τα εκφράζουν όπως τα έζησαν ή τα ονειρεύτηκαν.
Ίσως σε ένα αυγουστιάτικο βράδυ της εφηβείας μου να γνώριζα ήδη όλα όσα θα έπρεπε να γνωρίζω για τη ζωή. Όλα όσα θα ήταν μάλλον αρκετά προτού εγκαταλείψω σαν κλέφτης αυτόν τον κόσμο. Δυστυχώς τα μεγαλύτερα μαθήματα στη ζωή δεν τα καταλαβαίνεις αμέσως. Δεν αντιλαμβάνεσαι ούτε το βάθος, ούτε το εύρος τους. Κι έτσι πορεύεσαι στο πέλαγο, αναρωτώμενος για τα μυστικά της ύπαρξης. Η ζωή τις έδωσε τις απαντήσεις. Αλλά εσύ δεν ρώτησες ποτέ τις σωστές ερωτήσεις. Μόνο ήσουν φοβερά απασχολημένος με άσχετα της ουσίας, και τις λίγες φορές που πρόκανες στο σκαλί της γνώσης του αγαθού, νόμιζες πως ήσουν κάθε φορά στην αρχή, ενώ βρισκόσουν από καιρό στο πλατύσκαλο.
Τα μαλλιά της.. Τα μάτια της… Και τι δεν θα δινα να τα ξαναδώ. Να βρεθώ ξανά σε κείνο το σημαδιακό κατώφλι της νιότης, με ή και χωρίς τη στερνή μου γνώση. Το ράδιο παίζει και γω κοιτάζω αποσβολωμένος τ’ άστρα του Αυγούστου. Φεγγάρι που είσαι; Γιατί εχάθης; Γύρνα πίσω να δυναμώσεις τη μνήμη μου, όσο αυτή δεν λαθεύει. Μίλα για εκείνη την εποχή που ήμουν έτσι. Κάνε με αν θέλεις να ξανανιώσω για λίγο τον έρωτα, κι ας ξέρω ότι είναι πλάνη. Ίσως γι’ αυτό το τραγούδι είναι λυπητερό. Μέσα στην τόση ευτυχία το μινόρε της αυγής καθορίζει την αρμονία της ψυχής μου. Φεγγάρι κάνει με να ξανανιώσω. Πάει τόσος καιρός πια… Δεν θυμάμαι πως είναι. Πως γίνεται. Το μόνο που θυμάμαι ήταν τα μαλλιά και τα μάτια της. Ήσαν, θαρρώ, μαβιά…
Α, συγχώραμε για τη μνήμη μου. Έμαθε να βρίσκει χαρά στα πιο ασυνήθιστα μέρη…[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]