Το χρονογράφημα: Με τέτοια προίκα, πως φτωχύναμε έτσι;
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”145967″ img_size=”full”][vc_column_text]Αναγκαία, κάθε φορά που φεύγει από τη ζωή μια σπουδαία προσωπικότητα, εκκινεί ένας κύκλος αποτίμησης και περισυλλογής. Πόσο μάλλον, όταν αυτή είναι του μεγέθους του Θεοδωράκη. Πλην όμως, κάθε φορά η αποτίμηση και η περισυλλογή δεν αφορά τόσο εκείνον ή εκείνη που έφυγε, αλλά την γενικότερη κατάσταση πάνω στην οποία καλούμαστε να στοχαστούμε με αφορμή μία τεράστια απώλεια. Εξάλλου, πολλοί από εμάς δεν περιμέναμε τον θάνατο του σπουδαίου αυτού Έλληνα προκειμένου να γνωρίσουμε το έργο του, αν και δεν αποκλείεται και θα ήταν ευχής έργο να το πράξουν τα νέα παιδιά. Το ζήτημα λοιπόν το οποίο αναδεικνύεται αβίαστα με το φευγιό του τελευταίου των μεγάλων, είναι πως καταντήσαμε τόσο φτωχοί, με τέτοια προίκα πίσω μας.
Κατράκης, Θεοδωράκης, Ρίτσος, Ελύτης. Τα πρόσωπα της φωτογραφίας μιλούν από μόνα τους για την Ελλάδα που υπήρχε τότε. Τους βλέπεις και συνειδητοποιείς αυτήν την απίστευτη πολιτιστική επανάσταση που έλαβε χώρα το 50’ και το 60’. Ο ίδιος ο Μίκης είχε επαναλάβει αμέτρητες φορές ότι τα χρόνια της δεκαετίας του 60’ μέχρι το 67’, υπήρξαν τα καλύτερα χρόνια της ζωής του. Ποιητές, συνθέτες, συγγραφείς, μουσικοί, ζωγράφοι, σκηνοθέτες, ηθοποιοί. Ένας πολιτιστικός οργασμός που μέσα σε λίγα χρόνια παρήγαγε πολιτισμό, ο οποίος θα άντεχε στον χρόνο και θα ταξίδευε στα πέρατα της οικουμένης. Χρεοκοπήσαμε κάποια στιγμή πολιτιστικά; Δυστυχώς ναι, αλλά η απάντηση δεν είναι τόσο απλή όσο φαίνεται, παρά μόνο για εκείνον που αποφεύγει ως κοπιαστικό τον στοχασμό ή δεν είναι σε θέση να καταλάβει.
Καταρχήν, αυτή ήταν η μία Ελλάδα εκείνης της εποχής που μεσουρανούσε στις παραστάσεις, αλλά και στα μακρονήσια. Η άλλη Ελλάδα ήταν η Ελλάδα των χωροφυλάκων, του αστυνομικού κράτους και του παρακράτους. Κι αυτή η Ελλάδα είχε βαθιές ρίζες, οι οποίες προς ανυπολόγιστη ζημία της χώρας, δεν βγήκαν ποτέ. Από τον Μεταξά μέχρι την χούντα, και μετέπειτα από την μεταπολίτευση μέχρι την επάνοδο της φανερωμένης και αφανούς ακροδεξιάς, οι θύλακες αυτοί παραμένουν ριζωμένοι και κινούνται κατά περιόδους, πότε στο ημίφως, και πότε στο λαμπρό φως της δημόσιας ζωής. Ακόμη κι ο Μίκης της εθνικής ενότητας και της ομοψυχίας, είχε πολλά να πει γι’ αυτό.
Θα αρκεστώ μόνο σε ένα περιστατικό το οποίο διηγήθηκε σε συνέντευξή του, σε ανύποπτο χρόνο. Δυο μέρες μετά την τελευταία συνάντησή τους στο Παρίσι, ο Θεοδωράκης ανεβαίνει στον 5ο όροφο του Μεγάλη Βρετανία για να καλωσορίσει και τυπικά τον Καραμανλή στην Ελλάδα. Μόλις ανοίγει η πόρτα του ασανσέρ, τι να δει; Όλη η ασφάλεια που άλλοτε τον υπέβαλλε σε φρικτά βασανιστήρια και τον ταπείνωνε αδιάκοπα, τον υποδέχθηκε κουστουμαρισμένη και με πλατύ χαμόγελο. «Παιδιά, τι κάνετε εσείς εδώ;», ρώτησε, μην μπορώντας να πιστέψει στα μάτια του. «Ε τώρα έχουμε δημοκρατία!».
Ο Μίκης έχει αναφερθεί πολλάκις και στον έτερο παράγοντα της πνευματικής μας ένδειας, ήτοι την τηλεόραση. Ακούγεται απλοϊκό αλλά δεν είναι. Αρκεί να αποδώσει κανείς στην λεγόμενη «τέταρτη εξουσία» το μέγεθος επιρροής το οποίο ασκεί στις μάζες. Παγκόσμιο φαινόμενο, καμία αμφιβολία περί τούτου. Γι’ αυτό και οι καναλάρχες, αυτοί οι περίοπτοι μεγιστάνες των μίντια βάλθηκαν να αντιγράψουν κατά γράμμα την σαπίλα της Δύσης. Σκεφτείτε τι ζημιά κάνουν σήμερα αυτά τα κανάλια με τους μεγάλους αδερφούς, τους φλογερούς εργένηδες και τους μαχητές του αυτοεξευτελισμού, χώρια την κατευθυνόμενη ενημέρωση και τη συχνά ωμή προπαγάνδα. Σήψη και δυσωδία. Οι άνθρωποι σήμερα δεν διαβάζουν κι όποιος δεν διαβάζει, χάνει πολλά, πάρα πολλά, και είναι ασύγκριτα πιο ευάλωτος στην υποκουλτούρα, ειδικά ο νέος ο οποίος δεν έζησε αυτήν την άνθιση των γραμμάτων και των τεχνών στη χώρα του.
Όμως το trash tv δεν μπορεί να εξαφανίσει τους άξιους καλλιτέχνες και διανοούμενους της σήμερον. Δεν τους αναδεικνύει ναι, και αυτό είναι κρίσιμο, αλλά ωστόσο αδυνατεί να τους εξαλείψει. Όσο παρακμιακό κι αν μοιάζει το τοπίο, υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν σε κάθε χρόνο και σε κάθε χώρο. Δυστυχώς πτωχεύσαμε, και πολιτιστικά. Μας κληροδότησαν μία τεράστια περιουσία, την οποία ποτέ δεν την αξιοποιήσαμε όπως έπρεπε και σίγουρα δεν την αυξήσαμε αναλογικά. Ποτέ όμως δεν είναι αργά να σηκωθούμε από τον πάτο. Καμιά φορά μάλιστα αποκτάς την εντύπωση ότι λίγο θέλουμε. Λίγο ακόμα να ιδούμε, τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]