Διον. Σιμόπουλος: Ηλιακές εκλείψεις στην Ιστορία (Μέρος Β’)
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”121123″ img_size=”full”][vc_column_text]
*Του Διονύση Σιμόπουλου
Το 1560 μ.Χ. στη Γαλλία η αναμονή της έκλειψης πανικόβαλε τους κατοίκους σε τέτοιο βαθμό ώστε τσακώνονταν για το ποιος θα εξομολογηθεί πρώτος. Για να ηρεμήσει, λοιπόν, τα πνεύματα ένας ιερέας ανακοίνωσε ότι «η έκλειψη αναβάλλεται για δύο εβδομάδες» έτσι ώστε όλοι οι πιστοί να προφτάσουν να εξομολογηθούν.
Το απόκοσμο και εκφοβιστικό σκοτάδι μιας ολικής ηλιακής έκλειψης επαναφέρει και πάλι στο προσκήνιο τον προαιώνιο πανικοφόρο φόβο που γεννούσαν ανέκαθεν τα μεγαλειώδη φαινόμενα της φύσης στις ψυχές των πρωτόγονων προγόνων μας, αποδεικνύοντας έτσι πόσο βαθιά χαραγμένα είναι τα ένστικτα αυτά στο μεδούλι της ανθρώπινης φύσης μας. Γι’ αυτό άλλωστε επί χιλιάδες χρόνια οι αρχαίοι αντιδρούσαν με τόσες και τόσες δεισιδαίμονες αντιλήψεις και φόβους χτυπώντας τα τύμπανά τους σε μια απεγνωσμένη και μάταιη προσπάθεια να αποτρέψουν τον «σκοτεινό δράκο» να καταπιεί τελείως το ζωοδότη φωτεινό δίσκο του Ήλιου. Λέγεται μάλιστα ότι, στη διάρκεια της έκλειψης του 840 μ. Χ., ο αυτοκράτορας Λουδοβίκος Α’ ο Ευσεβής ή Αγαθός, γιος του Καρλομάγνου, πέθανε από τον φόβο του! Οι τρεις γιοι του διεκδικώντας τον θρόνο ενεπλάκησαν σε έναν πόλεμο που έληξε τρία χρόνια αργότερα με τη Συνθήκη του Βερντέν και το χωρισμό της μεγάλης Καρολίγγειας Αυτοκρατορίας στα τμήματα που αποτελούν σήμερα τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία!
Παρ’ όλο που το ηλιακό στέμμα είναι εμφανές στη διάρκεια της ολικής φάσης μιας έκλειψης, ο πρώτος που κατέγραψε την εμφάνισή του ήταν ο χρονικογράφος Λέων που περιέγραψε την ολική ηλιακή έκλειψη της 22ας Δεκεμβρίου του 968 μ. Χ. την οποία είχε παρατηρήσει από την Κωνσταντινούπολη, αν και άλλοι αναφέρουν την Κέρκυρα. Ορισμένοι άλλοι πάντως ερευνητές αναφέρουν ότι η πρωτιά αυτή ανήκει στον Πλούταρχο με την περιγραφή της έκλειψης του 71 μ.Χ. παρ’ όλο που νεώτεροι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η περιγραφή του Πλουτάρχου δεν είναι παρά μία τελείως φανταστική-λογοτεχνική περιγραφή και όχι αποτέλεσμα πραγματικής παρατήρησης.
Το στέμμα περιέγραψε επίσης και ο αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιος στην έκλειψη της 9ης Απριλίου του 1567 ο οποίος όμως δεν είχε κατανοήσει την πραγματική του φύση. Το ίδιο έγινε και με τον Γιοχάννες Κέπλερ ο οποίος θεώρησε ότι το στέμμα ήταν η ατμόσφαιρα της Σελήνης. Η εκτίμηση αυτή αποκλείστηκε, φυσικά, με την έκλειψη της 16ης Ιουνίου 1806 όταν οι μετρήσεις που έγιναν απέδειξαν ότι η σεληνιακή ατμόσφαιρα δεν θα μπορούσε να είναι 50 φορές μεγαλύτερη από τη γήινη. Η διαπίστωση πάντως ότι το στέμμα και οι προεξοχές ανήκαν στον Ήλιο έγινε μετά από προσεκτικές μελέτες στη διάρκεια των εκλείψεων του 1842 και της 28ης Ιουλίου 1851 όταν φωτογραφήθηκαν για πρώτη φορά το στέμμα και οι προεξοχές.
Από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα οι μελέτες που έγιναν στη διάρκεια ολικών ηλιακών εκλείψεων προσέφεραν σπουδαίες ανακαλύψεις στη μελέτη του Ήλιου μας. Στη διάρκεια της έκλειψης του 1868, για παράδειγμα, ανακαλύφτηκε στην ηλιακή ατμόσφαιρα η ύπαρξη ενός άγνωστου μέχρι τότε χημικού στοιχείου που ως εκ τούτου ονομάστηκε ήλιο, ενώ μόλις το 1895 η ύπαρξη του στοιχείου αυτού επιβεβαιώθηκε και πάνω στον πλανήτη μας. Το σπουδαίο είναι ότι το ήλιο είναι το δεύτερο, μετά το υδρογόνο, πιο διαδεδομένο στοιχείο και αποτελεί το 24% περίπου των παρατηρούμενων χημικών στοιχείων του Σύμπαντος, ενώ το υδρογόνο αποτελεί το 75% των στοιχείων και όλα τα υπόλοιπα 90 χημικά στοιχεία μόλις και μετά βίας φτάνουν το 1%!
Οι παρατηρήσεις που έγιναν στη διάρκεια της έκλειψης του 1919 αποτέλεσαν επίσης και την θεαματική επιβεβαίωση της νεοπαρουσιασμένης τότε Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν. Τα πειράματα που έγιναν απέδειξαν περίτρανα για πρώτη φορά την πρόβλεψη της θεωρίας ότι η ύπαρξη μεγάλων μαζών δημιουργεί βαρυτικά «πηγάδια» τα οποία αναγκάζουν το φως των απόμακρων άστρων να «καμπυλωθεί» όταν περνάει δίπλα τους.
Σήμερα πια η επιστημονική μελέτη του Ήλιου και των χαρακτηριστικών του που παρατηρούνταν μόνο κατά την διάρκεια των ολικών εκλείψεων γίνεται πλέον καθημερινά από τα ειδικά ηλιακά αστεροσκοπεία και κυρίως με τη βοήθεια των διαστημικών τηλεσκοπίων και των πολύπλοκων οργάνων τους. Γι’ αυτό και το κυνήγι των ολικών εκλείψεων από τους ειδικούς επιστήμονες σε απρόσιτες περιοχές και τόπους έχει από καιρό πια ατονήσει.
Το θέαμα όμως που προσφέρει το υπέροχο αυτό φαινόμενο συνεχίζει να είναι όπως πάντα ιδιαίτερα ελκυστικό για όλους αφού στη φύση δεν έχει κανέναν ισάξιο αντίζηλο. Γι’ αυτό θα υπάρχουν πάντα χιλιάδες πιστοί που θα ταξιδεύουν σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων, σε ξηρά ή σε θάλασσα, για να βρεθούν, έστω και για μερικές μόνο δεκάδες δευτερόλεπτα, για πρώτη ή και για πολλοστή φορά, στη σκιά της Σελήνης!
* «Στη Γειτονιά της Γης», Αθήνα: Ερευνητές, 2001, 114 σ.][/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]