Η ελληνική μελισσοκομία… Σε λίγες γραμμές…
Η μελισσοκομία στην Ελλάδα αποτελεί παραδοσιακά, δυναμικό οικονομικό κλάδο με ανοδική πορεία. Η ποιότητα των παραγομένων προϊόντων, αλλά και η φήμη τους στο εσωτερικό της χώρας αλλά και διεθνώς , αποτελούν εγγύηση για την περαιτέρω ανάπτυξή της.Στην χώρα μας παράγονται ετησίως 18.000-20.000 τόνοι μελιού και μικρότερες ποσότητες από τα υπόλοιπα προϊόντα της κυψέλης.Το μέλι που παράγεται κυρίως είναι το πευκόμελο και το μέλι ελάτης κατά 70%. Το υπόλοιπο μοιράζεται ανάμεσα στο μέλι νέκταρος θυμαριού, μέλι ποικίλης ανθοφορίας κάμπου(βαμβακόμελο) και μέλι ποικίλης ανθοφορίας ημιορεινών και ορεινών περιοχών(π.χ. μέλι καστανιάς).
Η αξία της άσκησης μελισσοκομίας συνίσταται κυρίως:
Στην διατήρηση της βιοποικιλότητας της χλωρίδας και της πανίδας. Το 65% των φυτών συνολικά και ιδιαίτερα το 86% των δασικών ειδών επικονιάζονται από μέλισσες.
Στην παραγωγή φρούτων, καρπών, σπόρων.
Δια μέσου της επικονίασης και της παραγωγής κτηνοτροφικών φυτών, υπάρχει ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.
Η άσκηση της μελισσοκομίας έχει προβλήματα και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που είτε αυτά αφορούν την παραγωγή των προϊόντων μελισσιού είτε αυτά έχουν να κάνουν με την διάθεση των προϊόντων στον καταναλωτή και καθορίζονται από:
• Τις κλιματικές συνθήκες και ιδιαίτερα, όπως διαμορφώνονται τα τελευταία χρόνια με τις κατά μέσο όρο υψηλότερες θερμοκρασίες, τον ήπιο χειμώνα και την πρώιμη άνοιξη. Οι συνθήκες αυτές οδηγούν τα φυτά σε πρόωρες και σύντομες ανθοφορίες και κατ επέκταση σε ελλείψεις γύρης αλλά και νέκταρος στα μελίσσια. Ταυτόχρονα οι ήπιες καιρικές συνθήκες οδηγούν τις μέλισσες σε συνεχή παραγωγή και εκτροφή γόνου, η οποία δεν επιτρέπει στην βασίλισσα αλλά και στις μέλισσες να ξεκουραστούν.
• Την ανεξέλεγκτη και κακή χρήση φυτοφαρμάκων, είτε για την αντιμετώπιση εχθρών και ασθενειών παραγωγικών ή καλλωπιστικών φυτών(εντομοκτόνα) είτε για την καταστροφή αυτοφυών φυτών(ζιζανιοκτόνα).
• Τον περιορισμό των περιοχών που οι μέλισσες μπορούν να αξιοποιήσουν, η οποία οδηγεί στον μεγαλύτερο συνωστισμό μελισσοκομείων στις υπάρχουσες και στην εύκολη μετάδοση ασθενειών. Κυριότερη αιτία του περιορισμού είναι οι μεγάλες πυρκαγιές που έχουν πλήξει τα τελευταία χρόνια την χώρα μας.
• Το υψηλό κόστος πρώτων υλών και εφοδίων που οδηγεί σε υψηλές τιμές των παραγόμενων προϊόντων.
• Από την έλλειψη επαγγελματισμού και την απουσία σχεδιασμού ανάπτυξης σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο.
• Τέλος ένα ιδιαίτερο στοιχείο που επηρεάζει και την παραγωγή αλλά και την διάθεση των προϊόντων του μελισσιού είναι η αλλαγή στάσης των καταναλωτών που απαιτούν επώνυμα, ποιοτικά και “καθαρά” προϊόντα. Έτσι ο μελισσοκόμος προκειμένου να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις των καταναλωτών καλείται να αλλάξει και όσον αφορά στην παραγωγή (π.χ. απαγόρευση χρήσης αντιβιοτικών, θέσπιση φυσικοχημικών χαρακτηριστικών αμιγών μελιών, απουσία νοθείας μελιού) αλλά και στην τυποποίηση του προϊόντος με την εφαρμογή των όρων που πρέπει να πληρεί ο χώρος εξαγωγής και τυποποίησης των προϊόντων. Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων θα πρέπει και οι μελισσοκόμοι αλλά και η πολιτεία να συμβάλλουν αποφασιστικά. Κυρίως:
Οι μελισσοκόμοι θα πρέπει να εκπαιδευτούν σε νέες τεχνικές, να εφαρμόσουν συστήματα εκμετάλλευσης προσαρμοσμένα στις συνθήκες της περιοχής τους, να προσαρμοστούν στις νέες καταναλωτικές τάσεις για επώνυμα, ποιοτικά, “καθαρά” προϊόντα, να στρέψουν την προσοχή τους και στα άλλα προϊόντα του μελισσιού, εκτός του μελιού όπως η γύρη, ο βασιλικός πολτός το κερί.
Ακόμη θα πρέπει οι μελισσοκόμοι να συνεργαστούν, να συνεταιριστούν μέσα από ομάδες παραγωγών ή συνεταιρισμών προκειμένου να μειώσουν το κόστος παραγωγής, να ελέγξουν τις εισαγωγές άλλων μελιών, να αντιμετωπίσουν την αισχροκέρδεια και τον αθέμιτο ανταγωνισμό.
Και το σημαντικότερο να ταυτοποιήσουν τα προϊόντα τους. Η τυποποίηση δίνει σωστά προϊόντα και την δυνατότητα αναζήτησης νέων αγορών.
Η πολιτεία θα πρέπει να στηρίξει την παραγωγική διαδικασία δίνοντας προταιρεότητα των χρηματοδοτικών μέσων στον κλάδο της μελισσοκομίας( πχ του Καν.1221/2004). Ταυτόχρονα θα πρέπει να δώσει την δυνατότητα ένταξης νέων στην μελισσοκομία διαμέσου των προγραμμάτων των Νέων Αγροτών, των Σχεδίων Βελτίωσης και της ενίσχυσης μικρών εκμεταλλεύσεων. Και φυσικά θα πρέπει να προστατέψει και να ενισχύσει την βιολογική μελισσοκομία. Κλείνοντας θέλουμε να τονίσουμε ότι ο κλάδος της μελισσοκομίας είναι ένας ενδιαφέρων κλάδος της πρωτογενούς παραγωγής με την προϋπόθεση ότι Θα παράγονται συγκεκριμένα, επώνυμα, ποιοτικά άριστα και υψηλής βιολογικής αξίας προϊόντα Θα υπάρξει η απαραίτητη δικτύωση για την προώθηση των προϊόντων του μελισσιού και στην εγχώρια και στην εξωτερική αγορά.
Θάνος Καράμπελας
Γεωπόνος
Email:thanoskarabelas@gmail.com