Πέθανε η Μυρσίνη Ζορμπά
Η πρώην υπουργός Πολιτισμού, ευρωβουλευτής, πρώτη διευθύντρια του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου και εκδότρια, έφυγε σε ηλικία 74 ετών.
Έφυγε από τη ζωή η πρώην υπουργός Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά η οποία αντιμετωπίζε προβλήματα υγείας. Η είδηση έγινε γνωστή αργά το βράδυ της Πέμπτης από τον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook όπου ανέβηκε το τελευταίο κείμενό της.
«Η λέξη που ταιριάζει σε αυτόν τον σύντομο ορίζοντά μου είναι η ανυπαρξία. Δεν περιγράφεται, γιατί είναι ένας ου τόπος, ου χρόνος. Την περασμένη εβδομάδα στη συζήτηση με τον γιατρό κατάλαβα ότι διακόπτουμε τις χημειοθεραπείες, δεν είχαν αποτέλεσμα, και ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές. Επομένως η ανυπαρξία είναι αυτό που εκφράζει καλύτερα, που διατυπώνει με μεγαλύτερη ακρίβεια αυτό που έρχεται. Βέβαια όλο το διάστημα, εδώ και έναν χρόνο, μέσα από τη συμπίεση, που διαρκώς μεγαλώνει, τον χρόνο που η κλεψύδρα του αδειάζει, διογκώνεται ο φόβος, που στην αρχή είχε μερικές χαραμάδες, κάποιες ελπίδες, μερικά ίσως πιθανόν, και σιγά σιγά ο φόβος καταλαμβάνει όλον τον υπάρχοντα χρόνο και είναι τόσο απόλυτος που πια δεν φοβάσαι, γιατί δεν υπάρχει μέσα σε αυτό κάτι που να κινείται, να έχει μία ροή. Υπάρχει μόνο αυτό που ζεις και που από τη μία μεριά είναι σκοτεινό και δυσοίωνο, μια δυστοπία, από την άλλη είναι η πραγματική ζωή, αυτό το κάθε μέρα, που το επιμελείσαι, το φροντίζεις.
Το φαγητό, το διάβασμα, ο καιρός έξω από το παράθυρο, τα ωραία λουλούδια, οι φίλοι, οι επικοινωνίες οι συζητήσεις, τα ενδιαφέροντα πάνω απ’ όλα, η δύναμη των ιδεών που δεν σταματάει να υπάρχει και που καταφέρνει να εξακτινωθεί πέρα από χρόνο. Επομένως υπάρχουν οι δύο πλευρές και η ζωή είναι αυτή που κερδίζει την καθημερινότητα, οπότε αυτός ο συμπαγής όγκος του φόβου μένει εκεί, παγωμένος και παγιωμένος και σου επιτρέπει να ζήσεις αυτό που ζεις. Πιο πέρα, σηκώνοντας το βλέμμα, η ανυπαρξία είναι το πιο ρεαλιστικό… Είναι λίγο αστείο βέβαια, καμία ανυπαρξία δεν είναι ρεαλιστική, παρά μόνο άμα τη βλέπεις απ’ έξω και εγώ τη βλέπω από πολύ κοντά πια.»
Πέρασε στην ανυπαρξία πριν από λίγο».