Να μην ξεχνάμε τον «έγκλειστο ποιητή»
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”143314″ img_size=”full”][vc_column_text]Πριν από 53 χρόνια, στις 13 Αυγούστου του 1968, ημέρα Τρίτη και ώρα 8.20 το πρωί, η λιμουζίνα του δικτάτορα Γεωργίου Παπαδόπουλου πέρασε το 31ο χιλιόμετρο της παραλιακής οδού Αθηνών-Σουνίου. Κλάσματα δευτερολέπτου αργότερα μια ισχυρή έκρηξη κατέστρεψε το οδόστρωμα. Ο δικτάτορας μόλις είχε διαφύγει από ένα χτύπημα που ενδεχομένως θα του είχε στερήσει τη ζωή.
Ήταν φανερό πως επρόκειτο για ενέργεια που στόχευε τον ίδιο με επερχόμενο σκοπό να προκαλέσει κλονισμό του χουντικού καθεστώτος και πολιτικές εξελίξεις που ενδεχομένως να έφερναν και την ανατροπή του.
Πρωταγωνιστής της ενέργειας αυτής ήταν ο έφεδρος αξιωματικός Αλέκος Παναγούλης, ο οποίος είχε φύγει από την Κύπρο αρνούμενος να υπηρετήσει τη δικτατορία. Συνελήφθη δύο ώρες αργότερα στην περιοχή, κάτω από έναν βράχο όπου είχε κρυφτεί. Η συνέχεια της σύλληψής του είναι γνωστή καθώς είναι επίσης γνωστά τα βασανιστήρια που υπέστη ο Παναγούλης, ο οποίος αναδείχτηκε σε ηρωική μορφή του αντιδικτατορικού αγώνα.
Με αφορμή την επέτειο της απόπειρας κατά του δικτάτορα, αναδημοσιεύουμε σήμερα ένα παλιό κείμενο του Βασίλη Βασιλικού για τη σημασία της ενέργειας αυτής, το πώς αντιμετωπίστηκε και ποιες θα ήταν οι ενδεχόμενες συνέπειες στην περίπτωση που ήταν επιτυχημένη.[/vc_column_text][vc_single_image image=”143315″ img_size=”full”][vc_column_text]Πενήντα τρία χρόνια κλείνουν φέτος από τη 13η Αυγούστου του 1968, που ο Αλέξανδρος Παναγούλης στον δρόμο του Σουνίου αποπειράθηκε να σκοτώσει τον δικτάτορα Παπαδόπουλο.
Δεν ήταν μόνος του φυσικά. Υπήρχε γύρω του ολόκληρη οργανωμένη ομάδα.
Ο Ζαμπέλης, ο Κλωνιζάκης, ο Βερυβάκης, ο Στάθης Γιώτας και άλλα παιδιά. Απέτυχε για κλάσματα δευτερολέπτου, επειδή ίσως τα εκρηκτικά υλικά δεν ήταν πρώτης ποιότητος (τότε οι αντιστασιακοί δεν λήστευαν τράπεζες για να έχουν μέσα υψηλής τεχνολογίας).
Η συνέχεια μας είναι γνωστή. Συνελήφθη καθώς κρυβόταν στα βράχια της παραλιακής, ένεκα ενός καβουριού που του τσιμπούσε το δάχτυλο και αναγκάστηκε να το κουνήσει για να το αποφύγει. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο μπάτσος που ήταν δίπλα του νόμιζε πως το δάχτυλο ήταν προέκταση του βράχου.
Βασανίστηκε όσο κανείς. Παρέμεινε έγκλειστος στα κάτεργα της χούντας απ’ όπου δύο φορές δραπέτευσε και δύο φορές ξαναπιάστηκε. Οι σύντροφοι πέρασαν κι αυτοί τα μύρια όσα. Ο Ζαμπέλης δραπέτευσε από τις φυλακές της Αίγινας και κατέφυγε στο εξωτερικό, οι άλλοι βγήκαν με την αμνηστία.
Ο Παναγούλης πρόλαβε να χαρεί τη Μεταπολίτευση λίγο λιγότερο από δύο χρόνια. Πρωτομαγιά του 1976 έπεφτε θύμα του Μιραφιόρι του, που του το είχε χαρίσει έναν μήνα πριν η Οριάνα Φαλάτσι.
Δεν καταφεύγω στο παρελθόν από καμιά περιέργεια, πλην εκείνης της δικαιολογημένης ίσως που προκαλείται από τα απομυθοποιημένα πρόσωπα της «17 Νοέμβρη» καθώς παρακολουθούμε τη δίκη τους. «Το κροτάλισμα του εκτελεστικού αποσπάσματος είναι το κύκνειο άσμα του αγωνιστή», έχει πει στην απολογία του στο στρατοδικείο ο Αλέκος.
Και ναι μεν πολλοί δρόμοι μετονομάστηκαν σε οδούς Παναγούλη, αλλά ο ίδιος ο Παναγούλης δεν έχει πιάσει τη ρίζα που θα έπρεπε στη συλλογική μας μνήμη. Ευτυχώς που υπήρξε και το βιβλίο της Φαλάτσι «Ενας άνδρας», για να τον περάσει στην παγκόσμια μυθολογία.
Από ελληνικής πλευράς, εκτός από τον γράφοντα, δεν ξέρω άλλος να έχει ασχοληθεί σοβαρά με την περίπτωσή του. Ομως η δική μου συνεισφορά στο ίματζ του ήταν όταν μέσα από τη φυλακή έφτασαν στα χέρια μου ποιήματά του και τα εξέδιδα στο εξωτερικό, έτσι που η ελληνική εκπομπή του BBC το 1973 εντέλει τον αποκάλεσε «έγκλειστο ποιητή». Αυτή ήταν μια προσωπική μου νίκη και η δεύτερη όταν πιέσαμε τον Παζολίνι να μεταφράσει και να προλογίσει τα ποιήματά του στα ιταλικά.
Ομως η πράξη του εκείνη στις 13 Αυγούστου του 1968, που θα άλλαζε αν πετύχαινε τον ρου της Ιστορίας (όπως από την ανάποδη τον άλλαξε η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη), δεν έγινε ποτέ κατανοητή στους συμπατριώτες του.
Το 90% των Ελλήνων που ταξίδευαν στο εξωτερικό και τους ρωτούσα στα χρόνια μεταξύ 1968-1974 πώς αξιολογούσαν την απόπειρα του Παναγούλη ενάντια στον δικτάτορα Παπαδόπουλο απαντούσαν πως ήταν μια πράξη «πρακτορική», χωρίς να προσδιορίζουν αν εννοούσαν τη CIA ή την KGB. Δεν ήξεραν ποιος ήταν από πίσω, αλλά δεν δέχονταν πως ένα άτομο ενταγμένο στον χώρο του Κέντρου (πιο συγκεκριμένα της ΕΔΗΝ) είχε αποτολμήσει να χτυπήσει τον «εγκέφαλο» και μάλιστα να τον προσδιορίσει τόσο νωρίς. Οι περισσότερες αντιρρήσεις ήταν βέβαια από την επίσημη τότε Αριστερά.
Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο που δεν αποτελεί προηγούμενο προς μίμηση.
Πράξεις ατομικές ή μικροομαδικές δεν γίνονται τρόπαια όπως άλλες, που εντάσσονται σε πολιτικές συνομοσπονδιακές και ηρωοποιούνται, γίνονται λάβαρα.
Ωστόσο, 53 χρόνια μετά τον τρομερό εκείνον Αύγουστο, αξίζει, καθώς διασχίζει κανείς την παραλιακή του Σουνίου, με το Φορντάκι του ή τη Μερσεντές του, στο 61ο χιλιόμετρο να ρίξει μια ματιά γύρω του και να αναλογιστεί πως αν πετύχαινε εκείνη η απόπειρα πιθανώς, λέω πιθανώς, να μην είχαμε φτάσει στο Πολυτεχνείο και στην απώλεια της μισής Κύπρου.
Αύγουστος 2003
Βασίλης Βασιλικός
Από την εφσυν[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]