Η ψήφος των αποδήμων και η απομόνωση της Αριστεράς
Άρθρο του Νίκου Αλιβιζάτου
«Να έρχονται εκατομμύρια ψήφοι με επιστολές! Αυτά δεν είναι σωστά πράγματα!». Με αυτά τα λόγια ο Αντώνης Σκυλλάκος, παλαιό στέλεχος του ΚΚΕ, εξέφραζε στη Βουλή τη διαχρονική αντίθεση της Αριστεράς στην ψήφο των ομογενών, το 2001, όταν ψηφιζόταν η νέα παράγραφος 4 του άρθρου 51 του Συντάγματος για την ψήφο των αποδήμων. Ο συλλογισμός ήταν απλός, σχεδόν απλοϊκός: «Να ψηφίζουν δηλαδή δύο και τρία εκατομμύρια ψηφοφόροι», συνέχιζε ο Λαρισαίος βουλευτής, «και να καθορίζουν απ’ έξω, με τις επιρροές τις έξω […] τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ελλάδα» (Πρακτικά Ολομέλειας, 21.2.2001, σελ. 444).
Για να διαλύσει αυτές τις ανησυχίες, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, εισηγητής τότε της πλειοψηφίας, έχοντας εξασφαλίσει και τη σύμφωνη γνώμη της Ν.Δ., πρότεινε ο σχετικός νόμος να ψηφίζεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών, με πλειοψηφία δηλαδή υψηλότερη ακόμη και από αυτήν που χρειάζεται για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Μόνον με την ευρύτατη αυτή συναίνεση θα αποτρέπονταν οι «ύποπτες διαδικασίες», όπως τις αποκαλούσε στην ίδια συνεδρίαση ο Ιω. Βαρβιτσιώτης. Καταλαβαίνει λοιπόν κανείς γιατί το τίμημα για να επιτευχθεί η ασυνήθιστη πλειοψηφία των 288 βουλευτών που ψήφισε το 2019 τον πρώτο νόμο για την ψήφο των αποδήμων (ν.4648/2019) ήταν η πρόβλεψη τόσο αυστηρών προϋποθέσεων: από τη μια, της διετούς τουλάχιστον παραμονής των ομογενών στην Ελλάδα τα τελευταία 35 χρόνια (κάτι εξαιρετικά δύσκολο να αποδειχθεί, ιδίως για τους πιο ηλικιωμένους)