Αιρετικά και επίκαιρα: Δυστυχώς οι φωτιές δεν σβήνουν με δάκρυα
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”142590″ img_size=”full”][vc_column_text]Ποτέ το μαύρο δεν ήταν τόσο τρομακτικό. Έβλεπες πυκνή μαυρίλα να καλύπτει το νυχτερινό ουρανό. Απόψε χάθηκαν τ’ αστέρια. Ήταν σα να χάσαμε ξαφνικά κάθε επαφή με το σύμπαν. Αυτή η απομόνωση επέτεινε δραματικά την ήδη έντονη αίσθηση μοναξιάς κι αβεβαιότητας. Συνήθως ο άνθρωπος στρέφει το βλέμμα του ψηλά με τη σκέψη ότι δεν είμαστε μόνοι σε αυτόν τον κόσμο, ότι κάποιος άλλος από μια εξίσου μακρινή γωνιά κοιτάζει με την ίδια απορία προς την πλευρά μας. Όχι απόψε όμως. Απόψε ήμασταν μονάχοι στο σύμπαν, στη χώρα, στο νομό, στα δάση, στα χωριά που έγιναν στάχτη, στα χωράφια που θ’ αργήσουν πολύ ν΄ αναστηθούν, αν αναστηθούν ποτέ.
Και η φωτιά συνεχίζει ακάθεκτη, ασίγαστη. Θαρρείς πως δε θα ησυχάσει αν δεν κάψει τα πάντα. Είναι μία από εκείνες τις στιγμές στη ζωή που τα λόγια αποδεικνύονται πολύ φτωχά για να περιγράψουν όχι μόνο τον πύρινο όλεθρο, αλλά πολύ περισσότερο τη θλίψη και την απελπισία των ανθρώπων, οι οποίοι έχασαν τα πάντα. Το μόνο που μένει είναι η σιωπή. Τι μπορείς να πεις στ’ αλήθεια, σ’ αυτές τις μαυρισμένες ψυχές; Τι λόγια συμπόνιας και συμπαράστασης να προφέρεις; Τι μπορείς να πεις για το γεγονός ότι πολλοί συμπολίτες μας ξόφλησαν; Δεν πρόκειται απλώς για μία τεράστια οικολογική καταστροφή (μέχρι στιγμής πάνω από 90.000 στρέμματα έχουν καεί), αλλά για την οριστική και αμετάκλητη ισόβια καταδίκη τους σε πενία.
Η Ηλεία ξόφλησε, ακριβώς επειδή εκτός των δασικών εκτάσεων οι οποίες κάηκαν για δεύτερη φορά και στις οποίες δε θα φυτρώσει ξανά ούτε θάμνος, κάηκαν και τα παραγωγικά αγαθά με τα οποία οι άνθρωποι έβγαζαν το βιός τους στις γεωργικές εκτάσεις. Κι αυτό είναι μία πληγή που δε θα κλείσει, παρά μόνο θα αιμορραγεί μέχρι το τέλος. Δυστυχώς τελειώσαμε, όπως τέλειωσαν και άλλες περιοχές της Ελλάδας, στις οποίες εκ των πραγμάτων οι κάτοικοι είναι αδύνατο πλέον να ορθοποδήσουν. Μνημόνια, πανδημία, φωτιές. Αυτός είναι ο αδυσώπητος κύκλος της καταστροφής. Πως ακριβώς θα συνεχίσουν; Με τι εφόδια; Με τι κουράγιο; Με τι σκοπό πια στη ζωή; Απλώς να μην πεθάνουν από την πείνα; «Την επόμενη ημέρα θα είμαστε 40.000 ζωντανοί – νεκροί, δήλωσε κάτοικος της Ιστιαίας.
Και κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη. Όλα έγιναν υποδειγματικά. Όπως πάντα. Κανείς δεν φταίει. Μόνο η κλιματική αλλαγή και το κακό μας ριζικό. Ακόμα και τούτη την ώρα δεν υπάρχει επίσημη ενημέρωση σε σχέση με τον αριθμό των μάχιμων πτητικών μέσων. Μπορεί να μην καταδέχονται ερωτήσεις αλλά έχουν υποχρέωση τέλος πάντων να μας πουν επιτέλους πόσα είναι καθηλωμένα και πόσα στον αέρα, αν και το τελευταίο δεν είναι δύσκολο να το υπολογίσεις, εφόσον μετρούνται στα δάχτυλα των δύο χεριών. Τι να συζητάμε τώρα, εδώ τους ξέφυγε δύο φορές (!) η Βαρυμπόμπη, που είναι εντός αστικού ιστού, μια ανάσα από την Αθήνα, δεν θα καιγόταν η Ηλεία και η δύσμοιρη Εύβοια, στην οποία δεν έχει πετάξει μισό αεροπλάνο; Να ρωτήσουμε για τους 5.000 δασοπυροσβέστες τους οποίους ξεφορτώθηκαν; Να ρωτήσουμε για τα Δασαρχεία που ζήτησαν 17 εκατομμύρια ευρώ για πρόληψη και έλαβαν 1,7; Το Δασαρχείο του Πύργου, συγκεκριμένα, έλαβε την ευγενική χορηγία των 20.000 ευρώ αντί του δεκαπλάσιου ποσού.
Είπαμε όμως. Κανείς δεν φταίει. Όλα έγιναν υποδειγματικά. Το επιτελικό κράτος έλαμψε! Οι οικισμοί εκκενώνονται εγκαίρως, οπότε αφού δεν χάθηκε ανθρώπινη ζωή, το οποίο όντως είναι το σημαντικότερο όλων, τότε όλα τέλεια! Γιατί να μην εκκενώσουμε και τη χώρα, να πάμε να ζήσουμε κάπου αλλού; Μήπως αυτό πρέπει να πράξουν οι άνθρωποι οι οποίοι κλαίνε όλες αυτές τις μέρες για το σπίτι, το χωράφι, την επιχείρηση, το χωριό, τον τόπο τους; Κλαίνε… αλλά δυστυχώς, οι φωτιές δεν σβήνουν με δάκρυα. Δεν σβήνουν με τα δάκρυα…[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]