Γιώργης Παυλόπουλος: Ο ποιητής της άμμου…
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”16734″ img_size=”full”][vc_column_text]Οι εκδόσεις Κίχλη παρουσιάζουν τη συγκεντρωτική έκδοση του Γιώργη Παυλόπουλου, Ποιήματα 1943-2008.
Με αφορμή την συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Ηλείου ποιητή Γιώργη Παυλόπουλου από τις εκδόσεις Κίχλη με τίτλο «Ποιήματα 1943-2008» η κριτικός λογοτεχνίας Πένυ Χατζημανωλάκη, δημοσίευσε μια εξαιρετική κριτική στην στήλη Αναγνώσεις της εφημερίδας «Αυγή», απ’ όπου και το απόσπασμα του κειμένου.
«…Ποιητής της άμμου είναι και ο Γιώργης Παυλόπουλος, ο σπουδαίος ποιητής από την Ηλεία, για τον οποίο οι διαμεσολαβητές της ποίησης, όπως γράφει στο γνωστό δοκίμιό του για ταΑντικλείδια ο Δημήτρης Μαρωνίτης, «δεν είχαν έτοιμο το ζύγι για να μετρήσουν τον καρπό μιας ποίησης που μέστωσε και ανέβηκε η στάθμη της ψηλά». Λόγια για να σχολιαστεί η αμηχανία του κοινού, η αμηχανία των κριτικών, η μικρή κυκλοφορία των συλλογών του, μιας ποίησης απλής, στοχαστικής, αφηγηματικής στον πυρήνα της, με εμβέλεια που ξεπερνά την τοπικότητα της γλώσσας και της έκφρασης, όχι μόνο λόγω των αναγνώσεων, των οφειλών και των επιρροών, αλλά και επειδή ανοίγει τα σύνορα του κήπου του, «ο κήπος της λογοτεχνίας ποτίζεται από όλες τις γειτονιές του κόσμου» είχε πει ο ποιητής για την σχέση της ποίησής του με τον κόσμο.
Αφορμή αυτού του μικρού κειμένου είναι η συγκεντρωτική έκδοση από την Κίχλη των ποιημάτων του Παυλόπουλου, από την τρυφερή ηλικία των δεκαεννιά του το 1943 μέχρι το τέλος, το 2008. Αισθάνομαι αμηχανία να αποδώσω με λόγια, όσο αισθαντικά και να είναι, άλλο ένα καθρέφτισμα του συνόλου της ποίησης του Γιώργη Παυλόπουλου. Δεν μπορώ να αντισταθώ ωστόσο στον πειρασμό, μετά την ευκαιρία της νέας ανάγνωσης, έχοντας την άνεση να έχω όλο το έργο του μπροστά μου, να κάνω μερικές παρατηρήσεις, επί μέρους ίσως για το εργαστήρι του ποιητή. Υπενθυμίζω λοιπόν την εμμονή του στην αιώνια ισχύ της αρίθμησης, όταν γράφει για τον σταθερό αριθμό των γραμμένων και των άγραφων ποιημάτων του, όχι μόνο σαν να πρόκειται για ένα ενιαίο ψυχικό υλικό εκφρασμένο και ανέκφραστο, αλλά σαν να έχει ήδη υποστεί την χάρη τού να το έχει μετρήσει κάποιος.
Δεν περνά απαρατήρητο το Μπορχεσιανό του πάθος για μυθοπλασία, όταν σκαρώνει ποιήματα – mise en abyme παραμύθια, σαν κυκλικά άπειρα, όσον αφορά την πλοκή τους, όπως εκείνο με τους δυο ληστές να μιλούν κάτω από το κρεβάτι ενός παιδιού, η όταν αφιερώνει ποίημα στη Σεχραζάτ της αιώνιας αφήγησης. Παραπέμπει στον τυφλό Αργεντινό με τις αναφορές στο Ζήνωνα, στην τυφλότητα, στην έρημο και τους καθρέφτες, στην οντολογία των ονείρων. Φυσικά και του απευθύνει ευθέως χαιρετισμό, στο Ο ποιητής και το φεγγάρι.
Πόσο ιδιαίτερη περίπτωση είναι ο ποιητής, που χωρίς να φύγει από τον τόπο του, διαβάζει τοΜαγικό δέρμα του Μπαλζάκ στην εφηβεία. Όχι απλώς σημάδι της αφηγηματικότητας που θα χαρακτηρίζει τα ποιήματά του, αλλά και προσχώρηση από την τρυφερή ηλικία στην ατραπό του ισοζυγίου της μαγείας, των σταθερών αριθμών και του απείρου: Όσο οι επιθυμίες του ήρωα εκπληρώνονται τόσο το (μαγικό) δέρμα συρρικνώνεται. Δεν είναι μακριά οι «μυθοπλασίες» του Αργεντινού. Θέματα της πιο άδολης τοπικότητας, όπως το κόκαλο που μιλά στη φλογέρα του βοσκού, το πουλάρι της παιδικής ηλικίας, το σακί με τα κεφάλια των ανταρτών, εικόνες και τραύματα από την αντίσταση, τον εμφύλιο και την πικρή μνήμη, συνομιλούν με τον την ποίηση του Φρανσουά Βιγιόν, τον Ρεμπώ. Ένθετες εγκαταστάσεις με ξερά φύλλα από την Ωβερ συρ Ουάζ, παρέα με τον Van Gogh…
Στη γειτονιά των ινδιάνων, των εξορίστων, των προσφύγων, των καταδιωγμένων. Τοπικός στο έπακρο και κοσμοπολίτης. Δεν φεύγει από τον τόπο του, δουλεύει στα γραφεία των ΚΤΕΛ. Δεν βγαίνει από την κάμαρά του. Εκείνη ταξιδεύει τη νύχτα…
Τι πειρασμός αυτή η αγωνία της επίδρασης! Ποιοι είναι οι τεχνίτες που παραστέκουν και ανέθρεψαν τον ποιητή; Η αγωνία όμως δεν αφορά τον συγγραφέα αλλά τον αναγνώστη, που ψάχνει με το μεγεθυντικό φακό στοιχεία και επιρροές, ανακλάσεις, καθρεφτισμούς και ομοιότητες. Φευ, όπως ο ίδιος ο Μπόρχες έχει πει, τούτο είναι μάταιο γιατί στην πραγματικότητα το σπουδαίο έργο δημιουργεί το ίδιο τους προγόνους του. Και ναι, ο Δημήτρης Μαρωνίτης θα αναλύσει μέχρις εξαντλήσεως το στίχο της Ιλιάδας που έχει διαλέξει ως προμετωπίδα ο ποιητής στα Αντικλείδια. Η περιφορά του μανικού Αχιλλέα πίσω από τον Έκτορα, εκεί που δεν ξέρεις ποιος τρέχει πίσω από ποιον στο βάθος του μυαλού σμίγει με το μυθικό κυνήγι της χελώνας και του Ζήνωνος, όπως το μνημείωσε λογοτεχνικά ο Μπόρχες, στοΒιβλίο της Άμμου. Ποιος επηρέασε ποιον λοιπόν; Ο Μπόρχες τον Όμηρο; Ο Όμηρος τον Μπόρχες; Ο Μπόρχες τον Παυλόπουλο; Ο Παυλόπουλος διαλέγει τον Όμηρο και ανακαλύπτει εξ αρχής το φίδι που δαγκώνει την ουρά του. Σε κάποιον κόσμο όλοι αυτοί είναι όνειρα ο ένας του άλλου. Εδώ θα βρεις άλλο ένα «βιβλίο της άμμου» αφού υπάρχει συλλογή με αυτό το όνομα. Μόνο που η άμμος αυτή, θαρρώ δεν είναι του Μπόρχες, είναι του Σεφέρη, αυτόν έχει διαλέξει ούτως ή άλλως ο Γιώργης Παυλόπουλος για πρόγονο, σε αυτόν θεωρεί ότι δίνει αναφορά για το έργο του, όπως ο μαθητής στον μάστορα… Η άμμος του Παυλόπουλου, είναι η ξανθή άμμος του Σεφέρη. Γλιστρά και χάνεται από τα δάχτυλά του, σαν την ξανθή εκείνη άμμο στο περιγιάλι…
ΛΙΓΟΣ ΑΜΜΟΣ
Θυμάμαι πήρες λίγον άμμο
τον κράτησες στο χέρι σου
κι ύστερα τον άφησες
να χύνεται σιγά
στην ανοιχτή παλάμη μου
Στον μέλλοντα λοιπόν αιώνα
θα μείνει λίγος άμμος
με τη δική μας την αφή
κι ο άνεμος που θα φυσάει
όπως τ’ απόγιομα εκείνου του Οκτώβρη
θα τον πηγαίνει εδώ κι εκεί
όλο θα τον πηγαίνει
Ίσως όμως να είναι και του απείρου αυτή η άμμος, εκείνου του αλλόκοτου σταθερού απείρου που συναποτελούν όλα τα ποιήματα, γεννημένα και αγέννητα του Γιώργη Παυλόπουλου.»
Η Πόλυ Χατζημανωλάκη είναι κριτικός λογοτεχνία
Δημοσιεύτηκε την Κυριακή 1 Οκτωβρίου, στις Αναγνώσεις της Αυγής[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]