Καλοκαίρι μου
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”68388″ img_size=”full”][vc_column_text]Είναι το πιο περίεργο της ζωής μου. Όχι μόνο επειδή φέτος το καλοκαίρι πιάνω τον εαυτό μου να ακροβατεί διαρκώς μεταξύ χαράς και θλίψης, αλλά επειδή το ίδιο φαίνεται πως ισχύει μάλλον και για πολλούς άλλους και άλλες εκεί έξω. Σα να είναι όλα κανονικά και τίποτε να μην είναι πια το ίδιο. Σα να κόπασε η θύελλα, αφήνοντας ωστόσο πίσω της την σκόνη των ανθρώπων. Σα να μην μπορείς να εμπιστευτείς ακριβώς τον χώρο και πολύ περισσότερο τον χρόνο στον οποίο ζεις.
Μπήκε ο Αύγουστος. Τo μελτέμι φυσά την ίδια πάντα γλυκιά αλμύρα του πελάγους κι όμως υπάρχει κάτι άβολο στον αέρα. Μια κρυφή σκέψη που δεν αφήνεις να αναδυθεί, η αμφιβολία ότι όλα θα πάνε καλά, ο φόβος μήπως σε βρει το ίδιο κακό που βρήκε τους άλλους. Και κυρίως η έγνοια για τα αυτοτελή κομμάτια της καρδιάς σου. Ακόμα κι ο ίσκιος έχει βαρύνει. Στην πραγματικότητα δεν βάρυνε καθόλου, απλώς άλλαξε ο τρόπος με τον οποίο τον αντιλαμβάνεται η αίσθησή μας.
Θες να το ζήσεις. Θες να βουτάς στο νερό με την ίδια ορμή και πίστη ότι η θάλασσα θα σε απαλλάξει και πάλι από τα βάρη που κουβαλάς. Αλλά ίσως αυτή τη φορά να μην είναι γραφτό. Ίσως την επόμενη. Εξάλλου μπορείς πάντα να υποκριθείς, και πρέπει, για χάρη αυτών που στηρίζουν πολλά στο χαμόγελό σου κι ας μην το καταλαβαίνουν. Πρέπει να υποκριθείς ότι όλα είναι εντάξει, και με το παραπάνω μάλιστα.
Ότι κι αυτό το καλοκαίρι παίζουμε, γελάμε, αγαπιόμαστε, θυμώνουμε, ξενοιάζουμε, ονειρευόμαστε. Ονειρευόμαστε ότι όλα τα χρώματα είναι πάντα εκεί για εμάς και περιμένουν να τα ανακαλύψουμε ξανά.
Καλοκαίρι μου
Κοιτάω την Καλοκαιρινή εποχή του Σαγκάλ
βλέπω την ντροπή πράσινη
την ερωτική σκέψη κόκκινη
την αγάπη που περιμένει λευκή
τον έρωτα που καίει κίτρινο
το όνειρο του «μαζί» γαλάζιο
ναι το καλοκαίρι του Σαγκάλ και το δικό μου έχουν πολύ μπλε.
Μαρίκα Συμεωνίδου[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]