Είκοσι ψυχές στο δρόμο
Δεν έχουν που να μείνουν οι ΡΟΜΑ που κάηκε το κατάλυμά τους στη Ζαχάρω
Στριμώχνονται σε ένα παλιό βαγόνι του ΟΣΕ που παραμένει στις ράγες
Για περισσότερα από 15 χρόνια είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα κατάλυμα με τις στοιχειώδεις συνθήκες διαβίωσης για να μένουν. Σήμερα βρίσκονται στο δρόμο. Για δύο οικογένειες στη Ζαχάρω τα πάντα χάθηκαν μέσα στις φλόγες, σε μια περίεργη πυρκαγιά την περασμένη Πέμπτη, την ώρα που όλα τα μέλη των δύο οικογενειών απουσίαζαν στην Καλαμάτα. Το παράπονο όλων είναι πως δεν έχουν καμία βοήθεια, ούτε από το δήμο, ούτε από την Πρόνοια, λέγοντας πως νιώθουν πολίτες τρίτης κατηγορίας. Μέσα σ΄ όλα τα μικρά παιδιά – το μικρότερο ηλικίας 1,5 έτους, αρχίζουν να αρρωσταίνουν…
Οι δύο οικογένειες παραμένουν στο χώρο που είχαν εδώ και χρόνια τα λυόμενά τους. Δύο πολυμελείς οικογένειες με συνολικά 14 παιδιά και έξι ενήλικα μέλη. Τώρα που αρχίζει σιγά – σιγά ο καιρός να αλλάζει, στριμώχνονται σε ένα παλιό βαγόνι – αποθήκη του ΟΣΕ που παραμένει στις ράγες του σιδηροδρομικού σταθμού που δίπλα του βρισκόταν τα λυόμενα. Τα περισσότερα υπάρχοντα των δύο οικογενειών έγιναν στάχτη. Λίγα ρούχα, ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι και κάποιες καρέκλες, σώθηκαν γιατί ήταν στην αυλή. Μαζί με τα λυόμενα καταστράφηκε και ένα αγροτικό φορτηγάκι ιδιοκτησίας ενός μέλους των οικογενειών.
Η Αλεξάνδρα Αποστολοπούλου μίλησε εκ μέρους όλων για την καταστροφή που βίωσαν και για τα παράπονα που έχουν από την πολιτεία. «Εδώ ζουν οι γονείς μου με δέκα πιτσιρίκια και ο αδελφός μου που έχει δύο παιδιά. Είχαν πάει σε μνημόσυνο στην Καλαμάτα και τους πήραν τηλέφωνο να τους ενημερώσουν, ότι ο χώρος έχει πάρει φωτιά. Φτάνοντας εδώ είδαν ότι όλα ήταν κατεστραμμένα» είπε. «Δυστυχώς δεν υπάρχει ενδιαφέρον από κανέναν, να τους φέρουν κάτι να φάνε, λίγα ρούχα, κάτι για να ζήσουν. Μία εβδομάδα είναι έτσι έξω και τα παιδιά. Έχουν μολύνσεις από την βρωμιά και τις μουτζούρες. Το μόνο που έκανε ο δήμος ήταν να καθαρίσει τον χώρο και να πετάξει ότι απέμεινε από τα λυόμενα στο πλάι και να φύγει» περιέγραψε η Αλεξάνδρα.
«Όλοι έχουν γεννηθεί εδώ, ψηφίζουν εδώ, έχουν δουλέψει στο δήμο και δεν υπάρχει ενδιαφέρον από κανέναν. Αυτή τη στιγμή άλλοι κοιμούνται μέσα στα παλιά βαγόνια, άλλοι στα κρεβατάκια που είναι έξω, άλλοι κοιμούνται στο χώμα και εάν έρθει κακοκαιρία δεν θα υπάρχει χώρος να σταθούμε. Ούτε καν στο βαγόνι. Ο ένας πάνω στον άλλο θα είμαστε. Δεν θα πρέπει να υπάρξει ένα ενδιαφέρον;» αναρρωτήθηκε, ζητώντας μια ελπίδα για να εξασφαλίσουν τις βασικές συνθήκες διαβίωσης.
«Μία σκηνή ζήτησαν, μία κουβέρτα έστω. Η γειτονιά έφερε 2-3 κουβέρτες για να μπορούν να κοιμηθούν τα μωρά. Μαζί με τα λυόμενα χάθηκαν και όλα όσα είχαν. Ακόμα και οι οικονομίες για το μνημόσυνο του αδελφού μου που κλείνει τα 3 χρόνια και αυτές κάηκαν. Δεν υπάρχει ούτε ρούχο για να φορέσουν. Έχουμε απευθυνθεί στην πρόνοια και είπαν να πάνε χαρτί από την πυροσβεστική και πραγματικά αναρωτιέμαι για το εάν δεν μπορούν να δουν την κατάσταση που υπάρχει για να τους φέρουν λίγα τρόφιμα, λίγα ρούχα για να ζήσουν» είπε με παράπονο.
Το μικρότερο παιδί είναι 45 ημερών. Τα περισσότερα από τα υπόλοιπα μικρής ηλικίας. Ένας γείτονας έφερε κάποια κουτιά με γάλα, κάποιοι άλλοι λιγοστή βοήθεια. Οι δύο οικογένειες ζητούν να μην ξεριζωθούν από τον τόπο τους και να στηριχθούν για να επιβιώσουν. Ζητούν να βρεθεί ένας τρόπος για να ξαναστήσουν το σπιτικό τους να στεγάσουν τα 14 παιδιά…