Το σημείωμα του εκδότη: Μια ώρα ακόμα…
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”125123″ img_size=”full”][vc_column_text]Η ελεύθερη πτώση της ελληνικής κοινωνίας μέσα από μία ιστορία αξιοπρέπειας
Η αξιοπρέπεια είναι περίεργο πράγμα. Δεν μπορείς να την ορίσεις εύκολα. Δεν μπορείς να την μετρήσεις, σε ένα μήκος και ένα πλάτος. Αναπόφευκτα οφείλεις να αξιολογείς διαρκώς και κατά περίπτωση. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι κυκλοφορούν πάντα με το κεφάλι ψηλά. Κορδώνονται σαν γάλοι με την παραμικρή αφορμή, φορούν μόνο γαμπριάτικα κουστούμια, περπατούν σα να τους ανήκει ο δρόμος, στήνονται μπροστά σε κάμερες και μικρόφωνα, λάμπουν σα γύφτικά σκεπάρνια στον ψεύτη ήλιο της δημόσιας ζωής. Κυκλοφορούν ανάμεσά μας ή στις οθόνες μας, καθόλα πεπεισμένοι για το αξιοπρεπές του παρουσίας και του είναι τους.
Υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι δεν έχουν τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Συνήθως περπατούν σκυφτοί. Όχι από κάποια εγγενή αίσθηση ηττοπάθειας αλλά μάλλον επειδή βλέπουν τα πράγματα από μία διαφορετική διάσταση, στην οποία ο εαυτός τους δεν καταλαμβάνει απαραίτητα μεγάλο χώρο. Χώρια που ο χώρος είναι μία σχετική έννοια. Τόσο σχετική που μπορεί να νιώθεις μικρός ενώ είσαι τεράστιος, όπως βέβαια και το αντίστροφο, να νιώθεις δηλαδή τεράστιος ενώ είσαι απελπιστικά μικρός. Έτσι καταγράφεται στη ζωή η παραδοξότητα του άξιον εστί. Τι είναι και τι όχι. Ποιος είναι αξιοπρεπής και ποιος δεν είναι.
Σαν ένας άλλος Διογένης, να ψάχνει να βρει τους αξιοπρεπείς ανθρώπους με το φανάρι του αναμμένο την ημέρα. Κοιτάζει δεξιά-αριστερά, αλλά δεν βλέπει κανέναν. Ώσπου διαβάζει μία ιστορία πραγματικής αξιοπρέπειας και κοινωνικής κατάπτωσης. Την έφερε στο φως της δημοσιότητας το «inkomotini.news». Είναι η ιστορία ενός πατέρα, ο οποίος παρακάλεσε με το κεφάλι σκυφτό τον τεχνικό που είχε πάει να του κόψει το ρεύμα: «Σε παρακαλώ, κάνε υπομονή μια ώρα και μετά έλα κόψ’ το. Αυτή την ώρα κάνει το παιδί μου μάθημα μαθηματικών, σε παρακαλώ έλα λίγο αργότερα». Αυτά τα λόγια του πατέρα, τα μετέφερε ο ίδιος ο τεχνικός, ο οποίος σεβάστηκε την παράκλησή του, τα μάζεψε και έφυγε, σημειώνοντας επίσης στον λογαριασμό του στο facebook: «Σειρά μου τώρα να σκύψω το κεφάλι και να ντρέπομαι να τον κοιτάξω».
Και να που τελικά η ιστορία μάς ανταμείβει όχι μόνο με έναν, αλλά με δύο αξιοπρεπείς ανθρώπους. Δυο άντρες, συμπτωματικά, και οι δύο με το κεφάλι σκυμμένο. Είναι οι δύο ήρωες αυτής της ελληνικής τραγωδίας, που εκτυλίσσεται στο σήμερα και περιγράφει αδυσώπητα την ελεύθερη πτώση της ελληνικής κοινωνίας. Γιατί όπως προκύπτει, τα ίδια συμβαίνουν παντού. Απλώς, ίσως δεν πέφτουν το ίδιο εύκολα στην αντίληψή μας. Θα σπεύσει παρά ταύτα ευθύς να ρωτήσει με αβάσταχτη αφέλεια ο αδαής παρατηρητής: «Μα γίνονται τέτοια πράγματα στις μέρες μας; Είναι δυνατόν εν μέσω πανδημίας και πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης να κόβουν το ρεύμα από ανθρώπους και οικογένειες;
Δυστυχώς και γίνονται, και θα γίνονται. Γι’ αυτό ας αφήσουμε στην άκρη τους φωνακλάδες τζιτζιφιόγκους και τους κοστουμάτους σωτήρες της κακιάς ώρας να καμαρώνουν τις μούρες τους στο γυαλί. Αντ’ αυτών, ας συλλογιστούμε εκείνο τον πατέρα, ο οποίος το μόνο που ζητούσε ήταν μόνο μια ώρα, μια ώρα ακόμα ρεύμα προτού αποκλειστεί και τυπικά το παιδί του από την κοινωνία. Άραγε, ως κοινωνία, πιάσαμε πάτο, ή έχει κι άλλο;
Ο εκδότης[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]