ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ: Εργατική Πρωτομαγιά-Αγώνας για μια ζωή με αξιοπρέπεια
Η ιστορία έχει διττό χαρακτήρα. Από τη μια, οφείλεις να την γνωρίζεις. Τη δική σου, της οικογένειάς σου, της χώρας σου, της Ευρώπης, του κόσμου. Οφείλεις να γνωρίζεις διότι αν δε γνωρίζεις, θα βρίσκονται πάντα οι καλοθελητές να σε «διαφωτίσουν» με μία άλλη εκδοχή. Πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι επιχειρούν να τη ξαναγράψουν, να την παραχαράξουν, να την απλοποιήσουν. Πολλοί είναι εκείνοι οι οποίοι κατά καιρούς επιχειρούν να καθορίσουν το μέλλον μας, αλλάζοντας το παρελθόν. Δεν χρειάζονται «χρονομηχανή», παρά μόνο ισχυρά ερείσματα στην εκπαίδευση και σταθερό βήμα στο δημόσιο λόγο.
Από την άλλη όμως, η απλή γνώση και μετάδοση της ιστορικής αλήθειας, δεν εγγυάται σε καμία περίπτωση ένα καλύτερο μέλλον, παρά μόνο την προϋπόθεση για τη διεκδίκησή του. Εδώ ελλοχεύει ένας άλλος κίνδυνος, το ίδιο σοβαρός, το ίδιο καταστροφικός για εκείνους οι οποίοι αγωνίζονται γι’ αυτό το μέλλον. Πρόκειται για τη μουσειακή αντίληψη και μεταχείριση της ιστορίας, την ασφαλή απομόνωση και αποστείρωσή της σε κλιβάνους γνώσης, όπου το ζητούμενο δεν είναι η ενεργή αντιπαράθεση με τα πεπραγμένα και τους πρωταγωνιστές, αλλά ο περιορισμός τους στη σφαίρα του ακαδημαϊκού και κατά συνέπεια η εξουδετέρωση κάθε αναφοράς ή ρηξικέλευθου συσχετισμού με το παρόν.
Παράδειγμα βγαλμένο από την εξαιρετικά πρόσφατη εμπειρία, η πλειοψηφία των δημοσιευμάτων τα οποία συνόδευσαν την εμβληματική επέτειο της Εργατικής Πρωτομαγιάς. Λεπτομερειακά εν πολλοίς ως προς την ιστορική αναδρομή των γεγονότων, ελλειμματικά δε, ως προς το επιτακτικό αίτημα των ημερών. Ελάχιστα επέμειναν στο «τώρα», στο τι συμβαίνει σήμερα στη χώρα και στον κόσμο. Ελάχιστα έσπευσαν να σημειώσουν ότι 131 χρόνια μετά την πρώτη Εργατική Πρωτομαγιά στην Ελλάδα, με επικεφαλής την εμβληματική προσωπικότητα του σοσιαλιστικού κινήματος, τον Σταύρο Καλλέργη, οι συνθήκες εργασίας για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων μοιάζουν να έχουν επιστρέψει περίπου έναν αιώνα πίσω.
Αρκεί να θυμηθούμε τρία μόλις από τα αιτήματα του εργατικού κινήματος, έτσι όπως τα απαρίθμησε ο Καλλέργης, μερικά χρόνια αργότερα, στην ιστορική ομιλία του κατά την ΕργατικήΠρωτομαγιά του 1894, στο Καλλιμάρμαρο:
«Την Κυριακή να κλείωνται τα καταστήματα καθ’ όλην την ημέραν και οι εργάται ν’ αναπαύονται.
Οι εργάται να εργάζονται επί 8 ώρας την ημέραν και ν’ απαγορευθή η εργασία εις τους ανηλίκους.
Να απονέμεται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς συντήρησιν εαυτών και της οικογενείας των».
Χρειάζεται περαιτέρω κουβέντα επ’ αυτών, συγκριτικά με τι ισχύει το σωτήριον έτος 2022; Υπάρχει οχτάωρο; Υπάρχει Κυριακή για χιλιάδες εργαζόμενους; Υπάρχει απαγόρευση, στην πράξη, της εργασίας των ανηλίκων; Υπάρχει μήπως σύνταξη για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους, την οποία αν καταφέρουν να την πάρουν προτού αποδημήσουν εις Κύριον, τους επιτρέπει να ζήσουν τις τελευταίες ημέρες τους με αξιοπρέπεια;
Η απάντηση σε κάθε ένα από τα παραπάνω ερωτήματα είναι καταφανέστατα αρνητική. Δεν υπάρχει τίποτα από όλα αυτά και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ο θεμέλιος λίθος του δυτικού πολιτισμού έχει ήδη τεθεί εν αμφιβόλω για πλατιά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας. Διότι, δυστυχώς πλέον το διακύβευμα δεν αφορά μόνο τη συστηματική αποδόμηση των εργασιακών δικαιωμάτων η οποία συνέχισε ακόμα και εν μέσω πανδημίας, αλλά επιπροσθέτως τις τρομακτικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις τις οποίες προκάλεσε η ενεργειακή λαίλαπα και η ακρίβεια, ακόμη και σε βασικά αγαθά του νοικοκυριού. Είναι σαφέστατο ότι διανύουμε μία ακόμη περίοδο ταχείας φτωχοποίησης και αυτή μάλλον θα είναι εκείνη που θα επιφέρει το τελειωτικό χτύπημα σε ένα λαό που έχει βιώσει τα πάντα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Η απροθυμία της κυβέρνησης να παρέμβει, τόσο στην αγορά ενέργειας όσο και σε αυτή των καυσίμων ώστε να φρενάρει αποτελεσματικά το ντόμινο των ανατιμήσεων σε αγαθά πρώτης ανάγκης, είναι χαρακτηριστικά προκλητική, όπως προκλητικά είναι και τα επιδόματα της κακιάς ώρας που προσφέρει.
Μία ολόκληρη κοινωνία καταδικάζεται στη φτώχεια και βυθίζεται στην αναξιοπρέπεια. Δεν της επιτρέπεται να εργαστεί, δεν της επιτρέπεται ασκήσει το επιχειρείν, δεν της επιτρέπεται να μορφωθεί, να ψυχαγωγηθεί, να ζήσει. Φέτος η Εργατική Πρωτομαγιά δεν ήταν επέτειος, αλλά κραυγή. Κραυγή για ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ή τουλάχιστον αυτό θα έπρεπε να είναι.
Ο εκδότης