Το σημείωμα του εκδότη: Είμαστε εδώ
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”95983″ img_size=”full”][vc_column_text]Πάνε αρκετά χρόνια τώρα, ήταν τον Ιούνιο του 1995, όταν ένα κείμενο διαμαρτυρίας κατά ενός είδους, απαξιωτικής για τις ανθρώπινες αξίες, δημοσιογραφίας έβλεπε το φως της δημοσιότητας. Το κείμενο με τίτλο «Είμαστε εδώ» και 2.500 υπογραφές, ανάμεσα στις οποίες και αυτή του Λεωνίδα Κύρκου, στρεφόταν κατά του είδους της δημοσιογραφίας που εισήγε την κλειδαρότρυπα στην ενημέρωση, έσταζε δηλητήριο στα ανθρώπινα δικαιώματα και υπέσκαπτε τα θεμέλια της φωτισμένης δημοσιογραφίας κάνοντάς την να φαίνεται παρωχημένη και γραφική.
Η εποχή ήταν περίεργη και εκ των υστέρων μπορούμε να πούμε μεταβατική για την εμφάνιση και την άνοδο της trash δημοσιογραφίας. Στην ελληνική ιδιωτική τηλεόραση, που διένυε την πρώτη της δεκαετία, είχαν αρχίσει να εμφανίζονται τα πρώτα realities προγράμματα που εμπορευματοποιούσαν τον ανθρώπινο πόνο και εξευτέλιζαν δυστυχισμένους καθ’ ομολογία τους ανθρώπους χάριν της τηλεθέασης και της διασκέδασης του κοινού τους.
Τα τηλεοπτικά σκουπίδια αποδείχτηκαν ωστόσο πανίσχυρα. Επικράτησαν στη διεθνή τηλεοπτική αγορά αλλάζοντας τα τηλεοπτικά πρότυπα και εθίζοντας εκατομμύρια θεατές στην υποκουλτούρα τους. Την τομή έκανε στο τέλος της δεκαετίας του 1990, το 1999 συγκεκριμένα, η παραγωγή «Big Brother» που θεωρήθηκε από τους ερευνητές των media και television studies ένα καινούργιο τηλεοπτικό είδος.
Ήταν δεδομένο ότι κάποια στιγμή θα συνέβαινε, αλλά εκ των πραγμάτων είναι αδύνατο να προβλέψεις με ακρίβεια τον τρόπο και τον χρόνο μεταλλαγών, οι οποίες φέρουν χαρακτηριστικά ιστορικότητας. Προτού όμως φτάσουμε στο εδώ, και στο τώρα, ας ταξιδέψουμε λίγο στον χρόνο. Εν αρχή ήταν το facebook, και κατόπιν ακολούθησαν κι άλλα, με μεγάλη ή λιγότερο μεγάλη απήχηση. Μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα αποκάλεσαν, και ο κόσμος δεν ήταν πια ο ίδιος. Ξαφνικά, τα άτομα απέκτησαν μία πλατφόρμα επικοινωνίας, ανταλλαγής ιδεών και άμεσης αλληλεπίδρασης, μέσω της οποίας είχαν την δυνατότητα, εντέλει, να δημιουργήσουν μία σχέση πολιτική, και μάλιστα δίχως ποτέ να έχουν γνωριστεί εκ του σύνεγγυς.
Οι αποστάσεις μηδενίστηκαν. Τα τείχη της τυπικότητας έπεσαν. Ας μην λησμονούμε ότι η «Αραβική Άνοιξη» ήταν ακριβώς το αποτέλεσμα της λειτουργίας αυτής της άμεσης και κυρίως αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας. Κάτι σαν αμεσοδημοκρατία στην ηλεκτρονική εποχή. Στην Ελλάδα τώρα, το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν μεγάλη διείσδυση. Θα μπορούσαμε μάλιστα να ισχυριστούμε ότι ανέκαθεν είχαν, τουλάχιστον από τότε που μπήκαν τα ρούτερ νέας γενιάς και οι ταχύτητες άρχισαν να αυξάνουν. Γενιές και γενιές μεγάλωσαν έχοντας το ίντερνετ σαν κάτι δεδομένο, εφόσον το τελευταίο υπήρχε προτού περάσουν στην ύπαρξη. Υπ’ αυτήν την έννοια, η πλάστιγγα κάποια στιγμή αναγκαία θα γύρει προς την πλευρά τους, μιας και όλοι πια θα είναι παιδιά της μετά διαδικτύου εποχής.
Τούτος ο αυξημένος βαθμός εξοικείωσης, ο οποίος φυσιολογικά δεν περιορίζεται αποκλειστικά στους νέους, οδήγησε σχεδόν αναγκαία στην ενημέρωση από το διαδίκτυο, και μάλιστα όχι μόνο μέσα από τις σχετικές ειδησεογραφικές και ενημερωτικές ιστοσελίδες (όπως π.χ. το proini.news) αλλά μέσα από γκρουπ ή υποστηρικτικά προφίλ εναλλακτικών μέσων ενημέρωσης, τα οποία τα τελευταία χρόνια λειτουργούν διαμέσου των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με αξιοζήλευτη επιτυχία. Το «μπαμ» έγινε μάλλον την περίοδο της καραντίνας. Οι άνθρωποι είχαν περισσότερο χρόνο και το θέαμα στην τηλεόραση είχε καταντήσει αποκρουστικό, πέρα από απελπιστικά βαρετό. Το αποτέλεσμα ήταν όλο και περισσότεροι να αρχίσουν να εμπιστεύονται για την ενημέρωσή τους τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου έχουν την δυνατότητα όχι μόνο να πληροφορηθούν, αλλά και να διασταυρώσουν άμεσα, να αξιολογήσουν, ή ακόμη και να συζητήσουν την κάθε πληροφορία ή είδηση.
Όχι τυχαία, τα συστημικά μίντια τα οποία εδώ και αρκετά χρόνια έχουν απωλέσει σημαντικό τμήμα της αξιοπιστίας τους, διανύουν μία ακόμη κρίση αξιοπιστίας, η οποία ξεκίνησε την περίοδο της καραντίνας, με αφορμή την αδιαφανή διαδικασία κρατικής ενίσχυσης των Μ.Μ.Ε. για την προώθηση της καμπάνιας στην μάχη κατά του κορονοϊού. Και απ’ ότι φαίνεται, πρόκειται για μία κρίση που τείνει να εξελιχθεί σε υπαρξιακή, καθώς, όπως λέει και ο λαός, το πολύ το κυρ-ελέησον, το βαριέται κι ο παπάς. Αναπόφευκτα, και περισσότερο ενστικτωδώς, μία μερίδα της κοινωνίας στρέφει πλέον το βλέμμα της αλλού, όπου δεν κυριαρχεί το «ίσο» της εξουσίας και η απόλυτη μονοφωνία.
Κοιτάζει αλλού γιατί βαρέθηκε να ακούει τα ίδια και τα ίδια, τους ίδιους παπαγάλους να επαναλαμβάνουν με διαφορετική διατύπωση τα ίδια πράγματα. Κοιτάζει αλλού γιατί αναζητά την αλήθεια. Όχι απαραίτητα την «Αλήθεια» με -Α- κεφαλαίο, αλλά την αλήθεια που τον αφορά στην καθημερινότητά του και δεν πείθεται για τις εξηγήσεις που παρέχονται. Αυτή η λοξή ματιά, μπορεί κάλλιστα να σηματοδοτεί το τέλος των παραδοσιακών μίντια στην Ελλάδα.
Ο εκδότης[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]