ΤΟ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ: 46 ημέρες βαρβαρότητας
Ένα βήμα εμπρός, δύο πίσω. Αυτό είναι ως φαίνεται το μέτρο της προόδου μας. Αρχικά το πανελλήνιο σοκάρεται. Κατόπιν δείχνει να αντιλαμβάνεται έστω και επιδερμικά που εντοπίζεται το πρόβλημα. Εκεί είναι που σε ξεγελά και σου δημιουργεί την εντύπωση ότι ο κόσμος προχωρά. Αλλά αυτός ο κόσμος δε θ΄ αλλάξει ποτέ, ή τουλάχιστον δε θ’ αλλάξει με την ταχύτητα την οποία θα έπρεπε ν’ αλλάζει. Γι΄αυτό και η στερνή συμβουλή στον Κεμάλ είναι η φωτιά και το μαχαίρι. Γιατί αν η σκληρότητα δεν αντιμετωπιστεί σκληρά, δε συμμορφώνεται ο όχλος και τα ζωώδη ένστικτά του.
46 μέρες. Τόσο χρειάστηκε να βρεθεί ο Θύμιος, ο οποίος έβγαινε τη νύχτα να ψάξει για τροφή στα σκουπίδια, ένα αστικό αγρίμι σε μία ανθρώπινη κατά τα άλλα, πολιτισμένη κατά τα άλλα… ζούγκλα. Δεν ήξερε ότι τον έψαχναν. Αυτό είναι το ύστατο σημάδι ότι ένας άνθρωπος έχει εγκαταλείψει την ανθρώπινη κοινωνία, με τον ίδιο τρόπο που βίωσε την εγκατάλειψη και ο ίδιος από δαύτη. Ποιος να ενδιαφερθεί γι’ αυτόν; Ποιος να συμπαρασταθεί στο ελάχιστο; Ποιος να συμπάσχει με το δράμα του; Ποιος να καταλάβει το μέγεθος της ατυχίας του, από μία στιγμή που δεν του στοίχισε τη ζωή, αλλά του στοίχισε κάθε έννοια ζωής και αξιοπρέπειας;
Λες και δεν υπήρξε ένας Γιακουμάκης σε τούτη τη χώρα. Λες και δεν είχαμε στο παρελθόν ενήλικα θύματα bullying. Τι ντροπή. Να πετροβολούν το σπίτι του, να τον βρίζουν, να τον χλευάζουν, να επιτείνουν το μαρτύριό του καθημερινά, έναν άνθρωπο ο οποίος ανεβαίνει και θα συνεχίσει να ανεβαίνει τον Γολγοθά του μέχρι να αφήσει την τελευταία του πνοή. Κι όλα αυτά για ένα μάτσο αλήτες, τραμπούκους, για τους οποίους δεν βρέθηκε κανείς να τους βάλει στη θέση τους. Το αντίθετο συνέβη, αφού προτού εγκαταλείψει το ίδιο του το σπίτι για να βρει καταφύγιο σ’ ένα ερείπιο που το κάλυπταν πυκνές φυλλωσιές, τα τοπικά και όχι μόνο μίντια έπαιζαν την είδηση του τρελού με το τσεκούρι!
Και κάπου εδώ οφείλουμε όλοι να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας και τις ευθύνες σας, όσοι δηλαδή έχουν λίγη ανθρωπιά και λίγο φιλότιμο ακόμη επάνω τους. Γιατί ξέρεις το κακό ξεκινά με τους τραμπούκους, αλλά ριζώνει πάνω στο εύφορο έδαφος της ατομικής και συλλογικής αδιαφορίας. Δεν περιμένω κάτι από κάποιους θεσμικούς, τους επαγγελματίες καρεκλάδες, πέρα από ψεύτικα λόγια, ψεύτικο ενδιαφέρον και ψεύτικες δεσμεύσεις. Με λιγοστές αλλά υπαρκτές εξαιρέσεις, το χάλι τους είναι ηλίου φαεινότερο. Διατηρώ μόνο μία ελπίδα για το χωριό μας, κι αυτή αναγκαστικά καθώς από κάπου πρέπει να ξεκινήσουμε, και συγκεκριμένα από μέσα μας, από δίπλα μας και από μπροστά μας, από τον ταλαίπωρο άνθρωπο που βασανίζεται μπροστά στα μάτια μας.
Ένοχοι όλοι μας, και οι μεν και οι δε, και μάλιστα χωρίς ελαφρυντικά. Ένοχοι γιατί επιτρέψαμε και επιτρέπουμε κάθε φορά να συμβαίνουν αυτά τα πράγματα, χωρίς ενσυναίσθηση, χωρίς αιδώ. Οι μεγάλες δυσκολίες της εποχής δεν μπορούν να αποτελέσουν δικαιολογία, ούτε κατά διάνοια. Τίποτε δε δικαιολογεί και δε νομιμοποιεί τη βαρβαρότητα. Τίποτε δε μας απαλλάσσει από το βαρύ κατηγορητήριο της κοινωνικής συνευθύνης. Ο κόσμος βρίθει βαρβαροτήτων, αλλά από τη στιγμή που αυτές οι βαρβαρότητες γίνονται συνήθεια, τότε είναι που έχουμε χάσει ένα από τα βασικότερα στοιχεία τα οποία οδήγησαν στο σχηματισμό των κοινωνιών. Τότε είναι που έχουμε απωλέσει κάθε ευαισθησία για τον συνάνθρωπο. Τότε είναι που άθελα μας ή ηθελημένα, γινήκαμε και μεις βάρβαροι.