Συμφωνία των Πρεσπών: Χαμένες «πατρίδες»… χαμένες καριέρες
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”78858″ img_size=”full”][vc_column_text]Η ιστορία ξεκίνησε πριν από 28 χρόνια με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας». Η τελική πράξη άρχισε να παίζεται πριν από έναν χρόνο στη συνάντηση Τσίπρα – Ζάεφ στο Νταβός. Kαι η λύση γράφτηκε με την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών από το ελληνικό κοινοβούλιο.
Κατά τον Αλέξη Τσίπρα είναι η λύση «στην τελευταία ίσως ταυτοτική σύγκρουση στα Βαλκάνια με όρους κατανόησης και αλληλεγγύης». Eίναι η λύση, που επίσης κατά τον πρωθυπουργό, «θα δικαιώσει την Ελλάδα που τόλμησε, που γίνεται εγγυήτρια της σταθερότητας και της συνανάπτυξης στα Βαλκάνια». «Όλοι όσοι αναλαμβάνουμε ευθύνη», πρόσθεσε στην ομιλία του στη Βουλή, «έναντι του λαού και του έθνους αναμετριόμαστε με την ιστορική μας ευθύνη. Η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από το ελληνικό κοινοβούλιο είναι ένα ιστορικό γεγονός».
Κατά τον Κυριάκο Μητσοτάκη οι Πρέσπες είναι το ακριβώς αντίθετο – είναι «εθνική ήττα» και «μια συμφωνία που βλάπτει το εθνικό συμφέρον, που έχει ήδη ακυρωθεί στη συνείδηση του λαού, και που προσβάλλει την αλήθεια και την Ιστορία της χώρας». Και όπως είπε, κι εκείνος από το βήμα της Βουλής επικαλούμενος για μια ακόμη φορά τα ζητήματα της εθνότητας και της γλώσσας, είναι το προϊόν μιας κυβέρνησης «κατώτερης των περιστάσεων, της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που κουρελιάζει την πολιτική ζωή με μεθοδεύσεις και παζάρια».
Κατά τον Αντώνη Σαμαρά επίσης, οι Πρέσπες είναι η τελική σφραγίδα «που νομιμοποιεί τον αλυτρωτισμό των Σκοπίων». Διότι κατά τη δική του ανάγνωση, την οποία ανέλυσε επί μακρόν «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια! Κι ακόμη, αυτή είναι η ουσία του πολιτικού προβλήματος σήμερα».
Θα μπορούσε να είναι κι έτσι, όπως θα μπορούσε να έχει βάση και το φορτισμένο προσκλητήριο «εθνικοπατριωτικής» έγερσης, εάν προηγουμένως οι κύριοι Μητσοτάκης και Σαμαράς είχαν απαντήσει, και είχαν αντικρούσει τις πραγματικές ιστορικές αλήθειες. Διότι, μεταξύ κραυγών, «πατριωτικών» οδυρμών και παραχαράξεων, ακούστηκαν όντως και οι μεγάλες ιστορικές αλήθειες στη Βουλή.
Ακούστηκαν, για παράδειγμα, από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος φρόντισε να υπενθυμίσει από πού ξεκίνησε και πώς κορυφώθηκε το 30ετές πολιτικό μας δράμα. Να υπενθυμίσει, φερ’ ειπείν, ότι «τον όρο «Μακεδονία» στην ονομασία των γειτόνων μας, τον απεδέχθη πρώτος ο κ. Σαμαράς που έβαλε φαρδιά-πλατιά την υπογραφή του στον κοινοτικό κανονισμό 3567 για εμπορικές συμφωνίες, στις 2 Δεκεμβρίου 1991…Και στο Συμβούλιο της 16ης Δεκεμβρίου, σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, «υποχώρησε στις πιέσεις», «τα έκανε μούσκεμα» και δεν ζήτησε οριστική λύση του θέματος με αντάλλαγμα την αναγνώριση της Κροατίας».
Ο Αλέξης Τσίπρας ήταν επίσης εκείνος που θύμισε ότι «η Ελλάδα ήταν αυτή που πρώτη πρότεινε τη σύνθετη ονομασία με τον όρο «Μακεδονία», με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το 1993». Κι ότι «ο Κώστας Καραμανλής έγραφε σε επιστολή του προς τον Γ.Γ. του ΟΗΕ, τον Απρίλιο 2008, ότι «ο όρος Μακεδονία χρησιμοποιήθηκε πάντα για τον καθορισμό μιας ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας βρίσκεται εκτός των συνόρων της ΠΓΔΜ. Εξού και το όνομα θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει τον όρο Μακεδονία, αλλά να προηγείται ένα προσδιοριστικό επίθετο προκειμένου να διακρίνεται από την ευρύτερη γεωγραφική περιοχή».
Και λίγο νωρίτερα ήταν ο Σταύρος Θεοδωράκης εκείνος που, παρά την σκληρή κριτική του προς την κυβέρνηση και τους τακτικισμούς που καταλόγισε στον Αλέξη Τσίπρα, είχε δείξει δυο άλλες μεγάλες αλήθειες: «Ας τολμήσουμε», είπε, «να πούμε την αλήθεια! Αν αυτή η συμφωνία δεν ψηφιστεί σήμερα, ο πολιτικός που θα πέσει δεν είναι ο Τσίπρας. Θα είναι ο Ζάεφ. Η επόμενη κυβέρνηση στη γειτονική χώρα θα είναι μια κυβέρνηση Γκρουέφσκι. Ξανά αλυτρωτισμοί. Ξανά παιχνίδια με Τούρκους και Ρώσους».
Και ρώτησε, επίσης ο Σταύρος Θεοδωράκης, «ποια θα είναι η τύχη της συμφωνίας αν την παραπέμπαμε στην επόμενη Βουλή και σε μια κυβέρνηση της ΝΔ;. Αυτός ακριβώς ήταν ο πραγματικός φόβος τόσους μήνες της ΝΔ. Γι’ αυτό και εύχονταν: «Ψηφίστε να τελειώνουμε, ψηφίστε να μην έρθει σε εμάς η καυτή πατάτα».
Απαντήσεις σ’ αυτές τις αλήθειες και σ’ αυτά τα ερωτήματα δεν έδωσαν ποτέ ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ούτε ο Αντώνης Σαμαράς. ‘Ισως γιατί δεν τις είχαν ή ίσως, ακόμη, διότι όπως έλεγε προχθές βράδυ παλαιός κοινοβουλευτικός «απόψε, με την συμφωνία των Πρεσπών, ενταφιάζονται πολιτικές καριέρες. Καριέρες χτισμένες στην πατριδοκαπηλία και στο εμπόριο του εθνικού θυμικού…»[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]