Το χρονογράφημα: Το στοίχημα του τουρισμού κρίνεται στις υπηρεσίες υγείας
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”54433″ img_size=”full”][vc_column_text]Αν η στρατηγική προσέλκυσης τουριστών στηριχθεί στις μέχρι στιγμής καλές επιδόσεις στην αντιμετώπιση της πανδημίας, «τον χάσαμε τον τουρίστα, πατριώτη». Γιατί στην επόμενη φάση το βασικό κριτήριο επιλογής τουριστικού προορισμού θα είναι οι υπηρεσίες υγείας.
Εύγε λοιπόν στην ελληνική κυβέρνηση που άσκησε «πιέσεις» ώστε σημαίνοντα ευρωπαϊκά στελέχη να ανασκευάσουν τοποθετήσεις τους ότι ενδεχομένως να μην ταξιδέψει κανείς από τη βόρεια προς τη νότια Ευρώπη φέτος το καλοκαίρι.
Και ξανά εύγε που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «κατόπιν πιέσεών μας», πήρε ξεκάθαρη κατεύθυνση και σύντομα θα υπάρξουν σαφείς ανακοινώσεις για τη στήριξη του τουρισμού και τα πρωτόκολλα που θα επιτρέπουν ταξίδια.
Εύγε και πάλι εύγε που έκανε κάποια από τα αυτονόητα η κυβέρνηση για τον κλάδο που εισφέρει περί το 20% του ΑΕΠ και για τον οποίο οι αναλυτές επισημαίνουν ότι είναι βαρόμετρο για το αβέβαιο μέλλον της ελληνικής οικονομίας. Περιμένουμε και τα συγκεκριμένα μέτρα, αλλά πολύ φοβόμαστε ως πολίτες αυτής της χώρας ότι τα μέτρα θα είναι ημίμετρα και θα περιορίζονται σε… οικονομικά μέτρα. «Λίγο δάνειο, λίγο ΦΠΑ, λίγο επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών και ο τουρίστας μου…».
Και οι τουρίστες θα έρθουν σε μια χώρα που «λογίζεται, και δίκαια, πιστεύω, ότι διαχειρίστηκε καλά την υγειονομική κρίση. Αυτό δημιουργεί ένα απόθεμα εμπιστοσύνης, το οποίο προφανώς μας βοηθάει την επόμενη μέρα συνολικά στο πώς θα προωθήσουμε τον προορισμό Ελλάδα», όπως είπε ο πρωθυπουργός. Δηλαδή θα σκεφτούν ο Βρετανός, ο Γερμανός και ο Γάλλος, που έχει γυρίσει το μάτι τους από την καραντίνα, «μωρέ δεν πάω στην Ελλάδα που πήρε έγκαιρα μέτρα και επέβαλε καραντίνα από τα μέσα Μαρτίου»;
Αν η στρατηγική προσέλκυσης τουριστών στηριχθεί σε αυτές τις καλές επιδόσεις, πολύ φοβάμαι ότι «τον χάσαμε τον τουρίστα, πατριώτη». Γιατί στην επόμενη φάση το βασικό κριτήριο επιλογής τουριστικού προορισμού θα είναι οι υπηρεσίες υγείας. Και οι υπηρεσίες υγείας δεν είναι μόνο η επιστημονική επάρκεια και το φιλότιμο του προσωπικού του ΕΣΥ, οι αγωνιώδεις προσπάθειες και το φιλότιμο των ανθρώπων του τουρισμού, από τον ξενοδόχο και τον εστιάτορα μέχρι τον υπάλληλο και την καθαρίστρια.
Υπάρχει σχέδιο για τις περιφερειακές μονάδες υγείας, από τα νοσοκομεία μέχρι τα κέντρα υγείας; Υπάρχει σχεδιασμός για τα νοσοκομεία της Ρόδου, της Κω, της Κεφαλονιάς, της Κέρκυρας, των Χανίων, της Σαντορίνης; Εχουν ΜΕΘ, έχουν προσωπικό ή θα περιοριστούμε στα παλαμάκια για τους «ήρωες»;
Αν έχουμε κρούσματα στη Νίσυρο, στους Παξούς, στην Ιθάκη, στη Μήλο, στη Σκόπελο, στη Θάσο, πού και κυρίως πώς θα μεταφερθούν; Με τον «Καπετάν Αντρέα Ζέππο, χαίρομαι όταν σε βλέπω»; Τι θα γίνει με τους ενοίκους ενός ξενοδοχείου όπου θα εντοπιστεί κρούσμα;
Και όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν αγωνίες μόνο των ξένων τουριστών αλλά και Ελλήνων που ονειρεύονται μια εβδομάδα διακοπών. Και φυσικά των μόνιμων κατοίκων των νησιών, που μέχρι σήμερα την έχουν «σκαπουλάρει» από τον κορονοϊό.
Και ενώ ένα από τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας είναι ότι διαθέτει πολλούς και καλούς γιατρούς, την ίδια στιγμή στα «μείον» καταγράφονται η έλλειψη προσωπικού και υλικών και η κακή οργάνωση στο δημόσιο σύστημα υγείας. Ενώ έχουμε πολλούς γιατρούς, δεν έχουμε αρκετούς νοσηλευτές. Και επιπρόσθετα, μόνο το 6,1% των ελληνικών ξενοδοχείων είναι σε θέση να προσφέρουν κάποια μορφή στοιχειώδους ιατρικής φροντίδας εντός των εγκαταστάσεών τους.
Πριν λοιπόν φτάσουμε στη… μεσοπρόθεσμη συζήτηση, ας ασχοληθούμε με τα άμεσα. Ας ξεκινήσουμε με τις εύκολες ερωτήσεις: Εγώ που χαίρω άκρας υγείας (νομίζω) και λόγω καταγωγής έχω σπίτι σε ένα μικρό νησί του Ιονίου (όπου κόσμος έρχεται και φεύγει και με ιστιοπλοϊκά ή θαλαμηγούς), αν –κούφια η ώρα– νοσήσω, πού θα με πάνε και με ποιον τρόπο;[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]