Στήριξη του αγροτικού τομέα: Πολύ λίγα, πολύ αργά!
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”114577″ img_size=”full”][vc_column_text]Του Χαράλαμπου Κασίμη*
Σε πρόσφατη ομιλία του στην Βουλή ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ. Βορίδης αναφέρθηκε στη στήριξη του αγροτικού τομέα λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας, τονίζοντας ότι η στήριξη σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι οριζόντια αλλά ότι θα είναι στοχευμένη στη βάση μελέτης και τεκμηρίωσης. Ανακοίνωσε μάλιστα ότι η πραγματική στήριξη φτάνει στα 340 εκατ. ευρώ, ενσωματώνοντας, στην ανακοινωθείσα από τον Υπουργό Οικονομικών κ. Σταϊκούρα στήριξη των 150 εκατ. ευρώ από εθνικούς πόρους, πόρους από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ), το Πρόγραμμα Αλιείας & Θάλασσας (ΕΠΑΛΘ), πόρους De minimis κοκ.
Μια σειρά ερωτήματα εγείρονται όμως για κρίσιμα θέματα που αφορούν στη στήριξη, όπως η επιλογή των πληγέντων κλάδων, η μεθοδολογία προσδιορισμού της, το ύψος της και ο χρόνος παρέμβασης, ερωτήματα στα οποία ουδέποτε δόθηκαν απαντήσεις.
Από την άλλη, το έλλειμμα θεσμικής εκπροσώπησης του αγροτικού κόσμου αφήνει το χώρο σε ορισμένες ομάδες πίεσης να «πλασαριστούν» στην πρώτη γραμμή της στήριξης, παρακάμπτοντας κλάδους πρώτης προτεραιότητας. Τελικά, όπως έχω γράψει και σε άλλες παρεμβάσεις μου, αυτό που διακρίνει την πολιτική διαχείριση της κρίσης στον αγροδιατροφικό τομέα μέχρι σήμερα, είναι η επιλεκτική ιεράρχηση, η αναβλητικότητα, η αποσπασματικότητα και τελικά η έλλειψη σχεδίου για τη στήριξη της βιωσιμότητας της ελληνικής γεωργίας και αλιείας.
Όταν μιλούν οι αριθμοί…
Από τις μέχρι σήμερα ανακοινώσεις προκύπτει ότι η στήριξη του αγροτικού τομέα είναι:
Για τη Γεωργία-Κτηνοτροφία
- Στήριξη από κρατικές ενισχύσεις συνδεδεμένη με την πανδημία:
- 10,5 εκατ. ευρώ για τη στήριξη των ανθοπαραγωγών (έχει ήδη την έγκριση της ΕΕ)
- 31 εκατ. ευρώ για τους αιγοπροβατοτρόφους
- 17 εκατ. ευρώ για απόσταξη κρίσης οινοποιών
- 2 εκατ. ευρώ για πράσινο τρύγο αμπελουργών
- 15 εκατ. ευρώ για τους παραγωγούς των λαϊκών αγορών
- 3 εκατ. ευρώ για τους εκτροφείς γουνοφόρων ζώων
Σύνολο: 80,5 εκατ. ευρώ
Εξ αυτών μόνο τα 10,5 εκατ. για τη στήριξη των ανθοπαραγωγών αναμένεται να πληρωθούν σχετικά σύντομα. Όλες οι άλλες ενισχύσεις απαιτούν υποβολή σχετικού φακέλου για έγκριση στην ΕΕ και, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, δεν αναμένεται να ξεκινήσει εκταμίευση πριν από το φθινόπωρο.
- Στήριξη από De minimis μη συνδεδεμένη με την πανδημία:
- 4,3 εκατ. ευρώ στους βαμβακοπαραγωγούς του Έβρου
- 2 εκατ. ευρώ για τα θερμοκήπια στην Κρήτη
- 1,5 εκατ. ευρώ σε παραγωγούς σιτηρών του Έβρου
- 1 εκατ. ευρώ στους τευτλοπαραγωγούς
Σύνολο: 8,8 εκατ. ευρώ
Πρόκειται για στήριξη που ανακοινώνεται συχνά και παραπλανητικά από την ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, στο πλαίσιο των μέτρων αντιμετώπισης της κρίσης της πανδημίας, που δεν έχει όμως καμία σχέση με τις επιπτώσεις της πανδημίας. Πρόκειται για στήριξη σε πληγέντες από άλλους λόγους και δεν πρέπει να συνυπολογίζεται στην στήριξη λόγω πανδημίας.
Για την Αλιεία
Στήριξη που έχει ανακοινωθεί από πόρους De minimis
- 15 εκατ. ευρώ για τη στήριξη της παράκτιας αλιείας
- 5 εκατ. ευρώ για την μικρή ιχθυοκαλλιέργεια
Σύνολο: 20 εκατ. ευρώ
Δεν έχει όμως ολοκληρωθεί η διαδικασία και δεν έχουν εκταμιευθεί ακόμα οι σχετικοί πόροι.
Συμπερασματικά:
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι τρεις μήνες μετά το ξέσπασμα της πανδημίας στην πραγματική αγροτική οικονομία δεν έχει διοχετευτεί ούτε ένα ευρώ στήριξης ακόμα, ενώ η μόνη παρέμβαση που έχει την έγκριση της ΕΕ μέχρι σήμερα είναι αυτή των 10,5 εκατ. για τους ανθοπαραγωγούς.
Ακόμα και αν δεχθεί κανείς ως οριστικό το ποσό των 80,5 εκατ. από τις κρατικές ενισχύσεις για τη γεωργία-κτηνοτροφία, αυτό υπολείπεται ακόμα και της De minimis ενίσχυσης των 90 περίπου εκατ. που διέθεσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην τελευταία χρονιά διακυβέρνησής της – και πριν από την κρίση της πανδημίας ασφαλώς.
Για άλλη μια φορά γίνεται ξεκάθαρη η έλλειψη σχεδιασμού, ιεράρχησης και συνδυασμού των μέτρων και των εργαλείων πολιτικής. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι οι ανακοινώσεις στήριξης δεν υπόκεινται σε κάποια λογική ιεράρχησης προτεραιοτήτων και συνδυασμού των παρεμβάσεων. Σαν να μην είναι σαφές τι είναι πρωτεύον και τι επείγον, τι δευτερεύον και τι λιγότερο επείγον.
Την παρατήρησή μου αυτή ενισχύει το γεγονός ότι, με βάση πληροφορίες, στις αρχές Απριλίου αρκετές χώρες υπέβαλαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις απόψεις/προτάσεις τους για τις αναγκαίες παρεμβάσεις στον αγροτικό τομέα της χώρας τους λόγω πανδημίας. Οι πληροφορίες λένε ότι η ελληνική πλευρά δεν κατέθεσε συγκεκριμένες απόψεις και αναγκαίες παρεμβάσεις, προφανώς γιατί δεν τις είχε επεξεργαστεί, ούτε προβλέψει.
Ο αγροτικός τομέας ασφυκτιά όμως και από την έλλειψη ρευστότητας. Παρά τα φημολογούμενα, η ρευστότητα παραμένει όνειρο απατηλό για τον αγροτικό κόσμο. Οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν εύκολα, το Ταμείο Εγγυοδοτήσεων της Αναπτυξιακής Τράπεζας δεν έχει ξεκινήσει τη χρηματοδότηση του αγροτικού τομέα και το Ταμείο Εγγυήσεων του ΠΑΑ δεν έχει τεθεί σε λειτουργία.
Η κυβέρνηση δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ότι, ως μεγαλύτερο πρόβλημα του αγροτικού τομέα σήμερα αναδεικνύεται πλέον η έλλειψη ρευστότητας, τόσο για κεφάλαιο κίνησης όσο και για τη χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων.
Και αυτό όταν έχει στα χέρια της μελέτη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για τα έτη 2018-2019 που υπολογίζει το χρηματοδοτικό κενό του αγροτικού τομέα σε 4,5-14,3 δισ. ευρώ. Μελέτη που αναφέρει ότι το 50% των αιτούντων χρηματοδότηση απορρίπτεται από τις τράπεζες, ανάμεσα στους οποίους βρίσκεται ένας σημαντικός αριθμός βιώσιμων νέων αγροτών κάτω των 40 ετών ενώ παράλληλα ένα ποσοστό 50% βιώσιμων αγροτών, μεταξύ των οποίων το 23-40% νέοι κάτω των 40 ετών, δεν αιτήθηκε καν χρηματοδότηση λόγω του φόβου απόρριψης της αίτησής τους.
Με άλλα λόγια, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής γεωργίας, το πιο δυναμικό κομμάτι της, αποκλείεται από χρηματοδότηση, όπως αναφέρεται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων «Financial needs in the agriculture and agri-food sectors in Greece» (Ιούνιος 2020).
Αλλά η κυβέρνηση δεν αναζήτησε και άλλους τρόπους να ενισχύσει τη ρευστότητα. Δεν πήρε πρωτοβουλίες και δεν έκανε ενέργειες για την προκαταβολή των άμεσων ενισχύσεων πολύ πριν από την προβλεπόμενη περίοδο του Οκτωβρίου, τη στιγμή μάλιστα που η ΕΕ αποφάσισε την αύξησή της από 50% στο 70%.
Παράλληλα, δεν προέβη σε ενέργειες στήριξης της ζήτησης – αξιοποιώντας άμεσα τους εναπομείναντες πόρους των 4,8 εκατ. κοινοτικής χρηματοδότησης του προγράμματος «Φρούτα και γάλα στα σχολεία» για τη διανομή τους σε κοινωνικές δομές με την ευελιξία που προσέφερε η ΕΕ με τις αποφάσεις της της 22ας Απριλίου 2020 για τα εξαιρετικά μέτρα – ούτε και λειτούργησε ως κεντρικός αγοραστής για την διανομή σε κοινωνικές δομές, αξιοποιώντας τις κρατικές ενισχύσεις, κάτι που γίνεται σε άλλα Κράτη-Μέλη της ΕΕ, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ.
Και αν αυτές είναι κριτικές παρατηρήσεις για τα μέτρα στήριξης, άλλο τόσο κριτικές θα πρέπει να είναι οι παρατηρήσεις για την έλλειψη σχεδίου και πρωτοβουλιών για την εκμετάλλευση των θετικών εξελίξεων στην κρίση που συνδέονται τόσο με τις εξαγωγές και την εξωστρέφεια όσο και με την καταναλωτική μεταστροφή προς προϊόντα ποιότητας, οργανικής γεωργίας και ενισχυτικά του ανοσοποιοτικού συστήματος.
Αυτά και άλλα πολλά πρέπει να μας απασχολήσουν σοβαρά αν θέλουμε να στηρίξουμε τη μετάβαση σε μια βιώσιμη, με όρους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς, ελληνική γεωργία στην μετά πανδημία εποχή.
* Χαράλαμπος Κασίμης, Καθηγητής Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρώην Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων
Πηγή: tvxs.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]