Ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο;
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”139555″ img_size=”full”][vc_column_text]
Πειράματα με βαρύ κόστος πάνω από την αναβολή της ψήφισης του νέου ασφαλιστικού
[/vc_column_text][vc_column_text]Η είδηση της αναβολής κατάθεσης του ασφαλιστικού νομοσχεδίου ιδιωτικοποίησης της επικουρικής ασφάλισης μπορεί να πυροδότησε ακόμα και σενάρια εκλογών, παράλληλα με τους πανηγυρισμούς και τα επικριτικά σχόλια της αντιπολίτευσης για την κυβέρνηση, όμως φαίνεται πως πριν καν γίνει πράξη η μετατροπή του συστήματος σε κεφαλαιοποιητικό στα πρότυπα του ασφαλιστικού συστήματος Πινοσέτ, ο ακριβός λογαριασμός απειλεί ήδη τους πολίτες, αναγκάζοντας την κυβέρνηση σε αναδιάταξη. Στις 15 Ιουλίου η επόμενη πράξη, στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, με τις πληροφορίες να κάνουν λόγο για ανάγκη επιβολής νέας φορολογίας, ώστε να χρηματοδοτηθεί το κόστος μετάβασης στο νέο σύστημα, που αγγίζει τα 75 δισ. ευρώ.
«Μόνο στο μυαλό του ΣΥΡΙΖΑ η κυβέρνηση αλλάζει το σχεδιασμό της σχετικά με την κατάθεση του νομοσχεδίου “Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά”» ήταν η αντίδραση του υπουργείου Εργασίας στην ανακοίνωση της τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, για την απόφαση της Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής να μην προωθηθεί άμεσα το νομοσχέδιο προς ψήφιση, όπως προβλεπόταν, αλλά να αναβληθεί για το τέλος του καλοκαιριού.
«Προφανώς υπαναχωρεί κάτω από τις μεγάλες κοινωνικές αντιδράσεις και την ανάδειξη από τον ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία του τεράστιου κοινωνικού και οικονομικού κόστους της επιχειρούμενης από την κυβέρνηση ιδιωτικοποίησης της επικουρικής ασφάλισης» ανέφερε η βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορώντας την κυβέρνηση για άτακτη υποχώρηση.
«Η ηλεκτρονική διαβούλευση του νομοσχεδίου ολοκληρώνεται την επόμενη εβδομάδα, μαζί με τη διαβούλευση με τους φορείς η οποία προχωρεί παράλληλα. Αμέσως μετά θα προχωρήσει η επεξεργασία των σχετικών παρατηρήσεων και το νομοσχέδιο θα κατατεθεί για συζήτηση στην αρμόδια Επιτροπή πριν από το κλείσιμο της Βουλής τον Αύγουστο. Πρόθεση δε του υπουργείου και της κυβέρνησης είναι, σε κάθε περίπτωση, το νομοσχέδιο να συζητηθεί και στην Ολομέλεια της Βουλής αμέσως μετά την επαναλειτουργία της» συμπλήρωνε στην ανακοίνωσή του το υπουργείο του Κωστή Χατζηδάκη.
Ωστόσο, κατά πως φαίνεται, το ζήτημα δεν είναι ούτε τεχνικό, ούτε μία απλή κίνηση πολιτικού ελιγμού, αφού όπως επιβεβαίωσε και ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, το ίδιο το νομοσχέδιο και οι παράμετροί του τελούν υπό την έγκριση των δανειστών, με τους οποίους τα κυβερνητικά κλιμάκια αναμένεται να συζητήσουν την προσεχή εβδομάδα, στις 15 Ιουλίου. Στη διαπραγμάτευση θα τεθεί τόσο το ζήτημα της ρύθμισης των οφειλών όσων έχουν πληγεί από την πανδημία, όσο και οι παράμετροι του νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου, ομολόγησε ο ίδιος.
Σύμφωνα με πληροφορίες οι ευρωπαϊκοί θεσμοί που έχουν ήδη μελετήσει το σχέδιο για μετατροπή του συστήματος επικουρικής ασφάλισης σε κεφαλαιοποιητικό από την πρώτη ημέρα του 2022 έχουν διαπιστώσει πως θα χρειαστεί μία υπέρογκη χρηματοδότηση που αναμένεται να φτάσει μέχρι τα 75-78 δισ. ευρώ, τονίζοντας πως αυτό το κόστος θα πρέπει να χρηματοδοτηθεί με έναν νέο φόρο.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, οι κυβερνητικές δεσμεύσεις για διατήρηση των παλαιών συντάξεων στα σημερινά επίπεδα και δίχως μείωση, σε συνδυασμό με τις άλλες εγγυήσεις που υπόσχεται για μη αρνητικές αποδόσεις στις εισφορές που θα επενδυθούν στις αγορές, καθώς και αυτές για την επιστροφή εισφορών μετά από 15 χρόνια, έχουν ως αποτέλεσμα μία δαπάνη που φτάνει έως και τα 75 δισ. ευρώ, τα οποία για να χρηματοδοτηθούν θα πρέπει να πληρώσουν οι πολίτες μέσω της φορολογίας τους. Πιο συγκεκριμένα, κατά τους υπολογισμούς, μετά το 2030 θα επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός με 1 δισ. ευρώ ετησίως, το οποίο θα σκαρφαλώσει πάνω από τα 2,5 δισ. ευρώ μετά το 2040, επιβαρύνοντας έτσι την εξυπηρέτηση του χρέους κατά 40%, γεγονός που κατά βάση απασχολεί τους δανειστές.
Όπως εξηγεί σε ανάρτησή του ο εργατολόγος Διονύσης Τεμπονέρας, η κυβέρνηση, αφού εισήγαγε το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο στις λεγόμενες «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας χωρίς να συνοδεύεται από μακροοικονομικές και αναλογιστικές μελέτες, έλαβε την έγκριση της Κομισιόν, και ακολούθως παρουσίασε τρεις μελέτες για τη βιωσιμότητα του χρέους, καθώς και αναλογιστικές και μακροοικονομικές. Τότε ήταν που οι δανειστές διαπίστωσαν πως ο κυβερνητικός σχεδιασμός βασίζεται στο «σενάριο» ρυθμών ανάπτυξης του 3,5-4% για 35 χρόνια, ζητώντας άμεσα επιπλέον φορολογία, αφού σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να γίνει δραστική περικοπή συντάξεων.
«Ζήτησαν μάλιστα οριζόντια φορολογία (κοινωνικό πόρο) από όλους τους πολίτες για να εξασφαλιστούν οι σημερινές συντάξεις στο μέλλον, όταν η κυβέρνηση μας έλεγε ότι, αυτές είναι απολύτως εξασφαλισμένες» αναφέρει ακόμα ο Δ. Τεμπονέρας, συμπληρώνοντας πως έτσι η κυβέρνηση αναγκάστηκε σε υποχώρηση.
Η κυβερνητική υποχώρηση στην κατάθεση του νομοσχεδίου επιβεβαίωσε το τεράστιο κόστος, οικονομικό και κοινωνικό, για τους σημερινούς και μελλοντικούς εργαζόμενους και συνταξιούχους. Είναι σαφές ότι η ιδεοληπτική εμμονή στην ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης δεν θέτει μόνο σε διακινδύνευση τις καταβαλλόμενες και μελλοντικές επικουρικές συντάξεις, τις ήδη καταβληθείσες εισφορές των εργαζόμενων, τις εισφορές των μελλοντικών εργαζόμενων που εκτίθενται στους κινδύνους των κεφαλαιαγορών, αλλά προκαλεί γενικευμένο πρόβλημα στα δημόσια οικονομικά το οποίο θα πληρώσει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Και όλα αυτά για την κερδοφορία ελάχιστων μεγάλων ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]