Όταν η φτώχεια διώχνει τον πελαργό
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”83804″ img_size=”full”][vc_column_text]
-Ένα στα τέσσερα παιδιά μεγαλώνει σε συνθήκες ένδειας στη χώρα μας
-Πώς να αποφασίσει να τεκνοποιήσει ένα ζευγάρι, όταν δεν γνωρίζει αν μπορεί να αναθρέψει τα παιδιά του;
Ας αφήσουμε κατά μέρος ότι ένα δικαίωμα που αποτελεί ατομική επιλογή ανάγεται σε εθνικό ζήτημα. Οι προβολές στο μέλλον είναι γνωστές. Γνωστές όμως είναι και οι αιτίες όπως και οι λύσεις.
Ο λόγος για το δημογραφικό, την υπογεννητικότητα ή κρίση γονιμότητας, όπως συνήθως περιγράφεται το πρόβλημα.
Από τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σε πρόσφατη συνάντηση εργασίας για το θέμα, που διοργάνωσαν το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και ο ερευνητικός οργανισμός ΔιαΝΕΟσις, κρατάμε μονάχα δύο τα οποία μαρτυρούν τόσο το πρόβλημα όσο και τη λύση του:
1. Ανατροπή πρώτη: Αποκαλυπτική της σκληρής δοκιμασίας της οικογένειας από την κρίση και την εργασιακή επισφάλεια είναι η παιδική φτώχεια, που αφορά σχεδόν το ένα στα τέσσερα παιδιά στη χώρα μας (24,5%), το οποίο μεγαλώνει σε συνθήκες φτώχειας. Σε αντίθεση με τον καιρό της ευμάρειας, που η ένδεια απειλούσε κυρίως τους ηλικιωμένους, φαίνεται τώρα πόσο ευάλωτα είναι πλέον τα παιδιά, το μέλλον δηλαδή της χώρας. Ομως ποιος να κάνει παιδί όταν δεν γνωρίζει αν θα μπορεί να το αναθρέψει, δεδομένης και της ανυπαρξίας δομών που να στηρίζουν την οικογένεια;
2. Ανατροπή δεύτερη: Σε ολόκληρη την περίοδο της κρίσης, μόνο για ένα διάστημα φάνηκε να ανακάμπτουν οι γεννήσεις στη χώρα μας, γεννήσεις που έτσι κι αλλιώς τις έχουν εδώ και χρόνια υποσκελίσει οι θάνατοι, με αποτέλεσμα να υπάρχει αρνητικό πρόσημο στην αύξηση του πληθυσμού. Ηταν το χρονικό διάστημα με τις μεγάλες μεταναστευτικές ροές, όταν καταγράφηκαν μερικές χιλιάδες γεννήσεις περισσότερες στη χώρα. Καθόλου τυχαία λοιπόν το πολιτικό προσωπικό κάθε απόχρωσης βλέπει στο μεταναστευτικό μια κάποια λύση στο πρόβλημα του γηράσκοντος πληθυσμού.
Στη συνάντηση εργασίας παρουσιάστηκαν οι προτάσεις της επιστημονικής επιτροπής για το θέμα, στις οποίες, εκτός από υπηρεσίες για την πλαισίωση της μέριμνας του παιδιού και οικογενειακές ενισχύσεις, περιλαμβανόταν και η ίδρυση σχετικού γραφείου στη Βουλή. Επιπλέον, αναδείχθηκε το περίγραμμα της πολιτικής για τη στήριξη της οικογένειας στη Σουηδία, όπου υπάρχουν υποχρεωτικές τρίμηνες άδειες και για τον πατέρα όταν γεννιέται το παιδί.
Τη στενή σχέση της οικονομίας με το δημογραφικό και τις συνέπειες της ανισότητας στη διόγκωσή του ανέδειξε ο υποδιοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, Θεόδωρος Μητράκος, δίνοντας τα εξής στοιχεία:
-Από έρευνα των Ρομπόλη και Μπέτση για τα στοιχεία επιβάρυνσης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης λόγω της γήρανσης του εργατικού δυναμικού, εκτιμάται ετήσια επιβάρυνση ύψους περίπου 1,3 δισ. ευρώ την περίοδο 2017-2057.
-Από την έκθεση του διοικητή της ΤτΕ (πρόκειται να παρουσιαστεί προσεχώς), φαίνεται ότι μια ταχύτερη αύξηση της ηλικιακής ομάδας των 65 ετών και άνω επιδρά μειωτικά στο ΑΕΠ ήδη από το πρώτο τρίμηνο μετά την αύξηση, ενώ η αντίστοιχη επίδραση στην επιδείνωση του δημοσιονομικού αποτελέσματος (ως ποσοστού του ΑΕΠ) γίνεται εμφανής περίπου ένα έτος μετά την αύξηση, με τις αρνητικές επιπτώσεις να είναι παρατεταμένης διάρκειας.
Παράλληλα υπάρχει στη χώρα σημαντικά υψηλό ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, δηλαδή ζει με υλικές στερήσεις ή και με χαμηλή ένταση εργασίας.
Επιπλέον, η χώρα εγκλωβίστηκε στη λεγόμενη «παγίδα χαμηλής γονιμότητας», καθώς σε όλη την περίοδο της κρίσης (2008-2017) ο συντελεστής συσχέτισης μεταξύ του κινδύνου φτώχειας και του δείκτη γονιμότητας έλαβε έντονα αρνητική τιμή (-0,804 έναντι -0,317 για όλη την περίοδο 1995-2017).
Ο κ. Μητράκος αναφέρθηκε στην ελλιπή προσφορά κρατικής κοινωνικής μέριμνας, η οποία όμως τα τελευταία χρόνια σημειώνει βελτιώσεις: το μεγαλύτερο μέρος των κοινωνικών δαπανών στις μεσογειακές χώρες και ειδικά στην Ελλάδα το κατέχουν οι συντάξεις (65,1% για την Ελλάδα το 2016, έναντι 45,6% στην Ε.Ε.-28) και σε μικρότερο βαθμό οι μη συνταξιοδοτικές κοινωνικές παροχές, όπως τα κοινωνικά επιδόματα (ανεργίας, αναπηρίας, πρόνοιας, ασθένειας, στέγασης, οικογενειακά κ.ά.), τα οποία είναι πιο προοδευτικά, με την έννοια ότι ενισχύουν περισσότερο τους οικονομικά ασθενέστερους.
Ωστόσο η αναδιανεμητική επίδραση των κοινωνικών επιδομάτων περιόρισε τον κίνδυνο φτώχειας στην Ελλάδα μόλις κατά 3,8 ποσοστιαίες μονάδες το 2017, έναντι 8,7 μονάδων για τον μέσο όρο των χωρών της Ε.Ε.-28 το 2017, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη οι σχετικά περιορισμένοι πόροι που διατίθενται όχι μόνο να ενισχυθούν, αλλά και να φτάνουν στους πραγματικούς δικαιούχους.
Άλλωστε μόλις το 4% του συνόλου των κοινωνικών δαπανών στην Ελλάδα κατευθύνθηκε προς την οικογένεια και τα παιδιά (έναντι 8,7% στην Ε.Ε.-28). Ο υποδιοικητής της ΤτΕ αναφέρθηκε στις πολιτικές που αποτρέπουν καταστάσεις φτώχειας για την οικογένεια και τα παιδιά, στην ενίσχυση της απασχόλησης αλλά και στη διεύρυνση των δομών προσχολικής και σχολικής φροντίδας (παιδικοί σταθμοί, ολοήμερο σχολείο κ.ά.).
Καλές πρακτικές
Η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΕΚΚΕ, ΔιαΝΕΟσις) δεν εξαντλήθηκε στην ημερίδα εργασίας αλλά έχει αποδώσει μια σχεδόν 300σέλιδη έρευνα που κυκλοφόρησε φέτος με τίτλο «Η χαμηλή γονιμότητα στην Ελλάδα, δημογραφική κρίση και πολιτικές ενίσχυσης της οικογένειας». Η έρευνα ρίχνει φως σε όλες τις πτυχές που συνθέτουν τη δημογραφική κρίση, περιέχει αναλυτικές προτάσεις πολιτικών και περιλαμβάνει τις καλές πρακτικές που ακολουθούν χώρες που καταφέρνουν να κάνουν τη διαφορά στην Ευρώπη.
Κοινός τόπος αυτών των πολιτικών είναι η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, οι πολύμηνες πληρωμένες γονικές άδειες, ενώ στη Γαλλία και την Αγγλία σημαντικός είναι ο ρόλος αφενός της τοπικής αυτοδιοίκησης στην ανάπτυξη και εφαρμογή προγραμμάτων παιδικής μέριμνας και αφετέρου των εταιρειών που παρέχουν στους εργαζόμενους διευκολύνσεις για τη φροντίδα των παιδιών τους.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]