Οι ρωγμές στο φιλελεύθερο προφίλ
*Του Παναγιώτη Φωτεινόπουλου
Aπό την ημέρα που «έσκασε» το σκάνδαλο των υποκλοπών και αποκαλύφθηκε η παρακολούθηση Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ, η κυβέρνηση μοιάζει να βρίσκεται σε ένα διαρκές vertigo, με σπασμωδικές κινήσεις και χωρίς ξεκάθαρη γραμμή στην επικοινωνιακή διαχείριση.
Είναι η πρώτη υπόθεση που προκαλεί ρωγμές στο φιλελεύθερο προφίλ που είχε χτίσει ως τώρα ο πρωθυπουργός και κάθε μέρα που περνάει, η διαχείριση προκαλεί ακόμα περισσότερες, με πιο φρέσκια τη στοχοποίηση δημοσιογράφου από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο. Πέρα από την υπερφορολόγηση, ποιο ήταν το ισχυρό επιχείρημα του Μητσοτάκη έναντι του Τσίπρα στις εκλογές του 2029; Ότι αυτός είναι ένας φιλελεύθερος ευρωπαϊστής πολιτικός που πήρε πρωτοβουλία εκδίωξης του Όρμπαν από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, που αξιολογούνταν ως ένας αριστερός λαϊκιστής που και ο ίδιος και το κόμμα του εμφορούνται από τις αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού και δεν έχουν σχέση με το ευρωπαϊκό δημοκρατικό κεκτημένο (παρεμβάσεις σε ΜΜΕ και Δικαιοσύνη, ταύτιση κόμματος-κράτους, θεσμικό εμπόδιο η Δικαιοσύνη, οι αρμοί της εξουσίας κλπ). Αυτή η ρητορική σε συνδυασμό με τις εξαγγελίες φοροελαφρύνσεων, του χάρισε διείσδυση στο κεντρώο (έως και κεντροαριστερό) κοινό που τον έφτασε στο 40%.
Κι όμως ο πρωθυπουργός έκανε το πρώτο «φάουλ» με τη δήλωσή του για τις υποκλοπές, η οποία παρότι είχε προαναγγελθεί από την Παρασκευή για τη Δευτέρα, δεν έμοιαζε με δήλωση που προετοιμαζόταν επιμελώς επί δύο ημέρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι μία ημέρα νωρίτερα είχε δημοσιευτεί άρθρο του Ν.Αλιβιζάτου στην «Καθημερινή», που επισήμαινε τον προβληματικό χαρακτήρα της άποψης περί νόμιμης παρακολούθησης, αλλά μάλλον δεν ελήφθη υπόψη πριν από τη σύνταξη της πρωθυπουργικής δήλωσης ή χάθηκε κάπου στην αποδελτίωση. Ο Μητσοτάκης τα μπέρδεψε ακόμα περισσότερο με τη φράση «ήταν νόμιμο, αλλά αν το ήξερα θα το σταματούσα», το οποίο μπορεί ενδεχομένως να ήταν αποτελεσματικό αλλά δεν ακούγεται και πολύ φιλελεύθερο, ενώ αφήνει και υπόνοια ότι ο Ανδρουλάκης είναι μειωμένης εθνικοφροσύνης ή διευθύνει το οργανωμένο έγκλημα.
Επίσης, η έμφαση στην επίκληση της νομιμότητας οδήγησε συνειρμικά στην προ δεκαπενταετίας δήλωση του Βουλγαράκη πως ό,τι είναι νόμιμο, είναι και ηθικό. Μα καλά, δεν βρέθηκε ένας άνθρωπος, με γνώση της πολύ πρόσφατης πολιτικής ιστορίας της ΝΔ και της χώρας, να του θυμίσει πόσο στοίχισε στην κυβέρνηση Καραμανλή το πνεύμα αυτής της φράσης και ότι ο ίδιος ο Βουλγαράκης την ανακάλεσε ζητώντας συγνώμη; Και μιλάμε για το 2007, που η Ελλάδα δεν ήξερε τι είναι τα μνημόνια και δεν υπήρχε αυξημένη καχυποψία των πολιτών προς τους πολιτικούς.
Η προχθεσινή επιστολή του κυβερνητικού εκπροσώπου στην Κομισιόν με απαξιωτική αναφορά στο ρεπορτάζ του Politico και η ad hominem επίθεση σε δημοσιογράφο, ήταν σαν τα αψυχολόγητα αντιαθλητικά φάουλ στο μπάσκετ: και δύο βολές και η μπάλα απέξω για τον αντίπαλο. Προκάλεσε μία ακόμα ρωγμή στο φιλελεύθερο προφίλ της κυβέρνησης και του ίδιου του Μητσοτάκη και αγνόησε τους συσχετισμούς, θεωρώντας ότι απέναντί του έχει τον ελληνικό φιλο-ΣΥΡΙΖΑ Τύπο. Δεν υπάρχει λόγος να βάζεις απέναντί σου ούτε τους ΝΥΤ ούτε το Politico, όχι γιατί είναι τα σούπερ έγκυρα ΜΜΕ, αλλά είναι διεθνείς εκδόσεις με υψηλή δημοφιλία και επιρροή, που αν έγραφαν κάτι θετικό για την κυβέρνηση, θα είχε ήδη γίνει «σημαία» από αυτούς που σήμερα επιτίθενται. Το ότι το Politico ανασκεύασε επιμέρους το ρεπορτάζ δεν αλλάζει κάτι την πρακτική: Αν θεωρείς ότι ένα ρεπορτάζ έχει σοβαρές ανακρίβειες και δυσφημεί, στέλνεις αναλυτική επιστολή στο ίδιο το ΜΜΕ ώστε να δημοσιευτεί, δεν απαξιώνεις.
Μια πιθανή εξήγηση αυτής της αστάθειας είναι πως η ΝΔ έχει ολοκληρωμένη στρατηγική αποκλειστικά για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα, τον οποίο θεωρεί πιο ταιριαστό αντίπαλο από ό,τι τον Ανδρουλάκη, που κινείται πιο θεσμικά και χωρίς ιδιαίτερες «εξαλλοσύνες». Δεν είχε προετοιμαστεί για σκληρό μέτωπο με το ΠΑΣΟΚ, εξ ου και οι επιπόλαιες κινήσεις, πρώτα με χλευασμό και ειρωνεία στις καταγγελίες για το predator, μετά με επί προσωπικού διαρροές για τον Ανδρουλάκη και τώρα με απόπειρα ταύτισης του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ με σενάρια μετεκλογικής συμπόρευσης.
Προβλέπω ότι η συζήτηση στη Βουλή θα εξελιχθεί σε μία ακόμα συνήθη αντιπαράθεση Μητσοτάκη-Τσίπρα, όπου ο πρωθυπουργός θα αναφερθεί σε Παπαγγελόπουλο, Τουλουπάκη, Παππά κλπ -μη σας πω ότι θα παρουσιάσει και το πρωτοσέλιδο της ΕφΣυν με το πρόσφατο άρθρο Τσίπρα ότι δεν αρκεί η εναλλαγή στην εξουσία (αυτογκόλ ο τίτλος)- και θα καταλήξει στην οικονομία και τα εθνικά θέματα, θέτοντας με σκληρό τρόπο το δίλημμα «ή εγώ ή ο Τσίπρας» κι όπου βγει.