Μιχάλης Κατρίνης: Οι ελαιοπαραγωγοί περιμένουν λύσεις κι όχι διαπιστώσεις από την κυβέρνηση
Σε κεντρικό ζήτημα αναδείχθηκε το ζήτημα του ελαιολάδου στη Βουλή κατά τη συζήτηση της επίκαιρης ερώτησης που κατέθεσε ο Μιχάλης Κατρίνης, καθώς το προεδρείο της Βουλής αποφάσισε να συζητηθούν ταυτόχρονα δύο ακόμα σχετικές επίκαιρες ερωτήσεις που κατέθεσαν οι βουλευτές του Κινήματος Αλλαγής Α. Πουλάς και Β. Κεγκέρογλου προς το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης.
Όλοι οι βουλευτές επισήμαναν την τραγική κατάσταση στην οποία έχει οδηγηθεί η ελαιοκαλλιέργεια, όπως αποτυπώνεται στις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές ελαιολάδου και ζήτησαν την αντιμετώπισή της από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης καταθέτοντας προτάσεις.
Πιο συγκεκριμένα πρότειναν στον Υπουργό να ζητήσει τη συνδρομή των Επιτροπών Ανταγωνισμού σε Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε να εξεταστεί το ενδεχόμενο εναρμονισμένων πρακτικών που ρίχνουν τις τιμές στην αγορά. Επιπλέον, ζήτησαν να προχωρήσει σε εντατικούς εργαστηριακούς ελέγχους, ώστε να αποκαλυφθούν οι περιπτώσεις «ελληνοποίησης» ελαιολάδου που προέρχεται από τρίτες χώρες,
Ο Υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης περιορίστηκε σε διαπιστώσεις και ευχολόγια, δηλώνοντας άγνοια και για τις εναρμονισμένες πρακτικές και για τις «ελληνοποιήσεις» ελαιολάδου, αλλά και αδυναμία να λάβει οποιαδήποτε μέτρο για τη στήριξη της τιμής του, αποδεχόμενος ουσιαστικά και υιοθετώντας την ασύδοτη λειτουργία της αγοράς.
Στο συγκεκριμένο ερώτημα του Μιχάλη Κατρίνη, εάν θα αξιοποιήσει ο Υπουργός τις δυνατότητες που δίνει η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να αποζημιωθούν οι αγρότες για τις ζημιές που υπέστησαν από αιτίες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή και για να στηριχθεί η τιμή του ελαιόλαδου, δεν υπήρξε απάντηση. Το μόνο που προέκυψε ως είδηση ήταν ότι ο περιβόητος φάκελος της προηγούμενης Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ για αποζημιώσεις της περυσινής χρονιάς ήταν μια «ατεκμηρίωτη επιστολή που απορρίφθηκε συνοπτικά», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Σκρέκας.
Ο Μιχάλης Κατρίνης και οι υπόλοιποι βουλευτές δήλωσαν ότι το Κίνημα Αλλαγής θα επιμείνει στον αγώνα για τη στήριξη των παραγωγών, την ενίσχυση του εισοδήματός τους και την εφαρμογή υγιών κανόνων στην αγορά.