Μικροϊστορίες… της στιγμής: Το Καφενείον στον Σταθμό
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”149180″ img_size=”full”][vc_column_text]Γράφει η Αστάθεια
Αν κάποιος μελετούσε τους χάρτες θα διαπίστωνε ότι η θέση του Σταθμού ήταν στο σημείο τομής των διαγωνίων ενός ακανόνιστου τετραπλεύρου με κορυφές τους ναούς 3 γειτονικών χωριών και το καθολικό του μοναστηριού της Παναγίας των αμπελιών…
Συνεδρίασαν οι προεστοί και ο ηγούμενος Ονούφριος με τους εκπροσώπους της Εταιρείας Σιδηροδρόμων σχετικά με την ονοματοδοσία του σταθμού. Προτάθηκε το «Τρίκορφο» αναφορά στους τρεις παρακείμενους οικισμούς, όμως ο ηγούμενος Ονούφριος, απαίτησε να ονομαστεί «Διαλεχτό», γιατί είχε δει σε όραμα την Παναγιά να δείχνει/διαλέγει τον τόπο…όπως του υπόδειξε και το σημείο στα χαλάσματα που ήταν η πόρτα για το «κρυφό σχολειό». Τελικά όλοι πείστηκαν με την «ουράνια» παρέμβαση…
Παράλληλα, οι χωρικοί προσπαθούσαν να ανασχεδιάσουν τις δραστηριότητες τους, που θα επηρεάζονταν από την έλευση του τρένου. Ειδικά οι περαματάρηδες, που με τα πριάριατους έκαναν τις μεταφορές στην απέναντι όχθη θα έχαναν το μεροκάματο μετά τα εγκαίνια της Γέφυρας. Ίσως χρειαζόταν να μετακινηθούν σε άλλα παραποτάμια χωριά.
Τότε ο Σαράντος, βαρκάρης νιόπαντρος με την Περσεφόνη, που το προικώον λιοστάσι της γειτνίαζε με τον Σταθμό, τους είπε ότι χαρίζει το πριάρι του γιατί θα ανοίξει Καφενείον. Ήδη είχε φτιάξει ένα ξύλινο παράπηγμα που θα σκέπαζε με καλάμια. Με τον ραβδοσκόπο άνοιξαν το πηγάδι, που είχε μπόλικο καθαρό νερό, μάλιστα η τελευταία ψαριά ήταν τα χέλια που έριξε μέσα, για το γούρι. Η Περσεφόνη είχε φτιάξει γλυκά του κουταλιού ειδικά δε τη μαύρη τσιμπίμπο του μοναστηριού. Θα έφερνε από το Κεφαλοχώρι λεμονάδες και γκαζόζες. Θα σέρβιρε καφέδες, τσάγια και φασκόμηλα ή ρακί με ελίτσες και τυράκι και χειροποίητες πίτες.
Αναμένοντας το πρώτο πανηγυρικό τρένο όλα ήταν έτοιμα στο Καφενείον. Κάτω από τις μουριές είχαν στηθεί τραπεζοκαθίσματα στολισμένα με ένα γλαστράκι βασιλικό. Η χόβολη είχε ζεσταθεί για τους καφέδες. Τα αναψυκτικά δροσίζονταν στο σούγλο, μέσα στο πηγάδι, περιμένοντας να σερβιριστούν από τον Σαράντο, που είχε φορέσει την κολλαρισμένη άσπρη ποδιά του, στους θαμώνες που σταδιακά κατέφθαναν με τα γιορτινά τους ρούχα.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]