Μικροϊστορίες… της στιγμής: Χοιροσφάγια της Αποκριάς
Γράφει η Αστάθεια
Όταν ο κύριος Κλέαρχος πρωτοδιορίστηκε ως καθηγητής φιλολογικών στο Γυμνάσιο της κωμόπολης, οι προξενήτρες- γοητευμένες από το παρουσιαστικό, την ευγένεια και την μόρφωση του- έψαξαν να του βρουν νύφη από την περιοχή. Τυχερή στάθηκε η νεαρή δασκάλα του δημοτικού σχολείου, η Τερψιχόρη, μοναχοκόρη του τυροκόμου Καρανικολού που είχε καλή προίκα- ένα μικρό αλλά περιποιημένο αγρόκτημα στην είσοδο της κωμόπολης, που θα παρείχε διατροφική αυτάρκεια στο νοικοκυριό με ένα δίπατο πετρόσπιτο στο κέντρο, ενώ η νονά της, η κυρία Εκάτη- φημισμένη χαρτορίχτρα – κανόνισε να μείνει με το νεαρό ζευγάρι η ψυχοκόρη της Ζαμπετώ για ένα χέρι βοήθειας στα χτήματα και το σπίτι.
Ο Κλέαρχος και η Τερψιχόρη αγαπήθηκαν πολύ και ζούσαν ευτυχισμένοι διαβάζοντας και συζητώντας, έτσι προσπερνούσαν την φειδωλή παρουσία πολιτιστικών δρώμενων. Ο Κλέαρχος δε ξεκίνησε ιστορικές και λαογραφικές μελέτες για την ευρύτερη περιοχή.
Για την επιθυμία του να εντρυφήσει στα έθιμα του τόπου, -καθότι καταγόταν από πολύ μακριά, με διαφορετικές παραδόσεις- στάθηκε αφορμή η ανακοίνωση του Γυμνασιάρχη ότι την Παρασκευή πριν την Κυριακή του Ασώτου τα σχολεία της περιοχής- «εθιμικώ δικαίω»- δεν θα λειτουργήσουν για να συμμετάσχουν τα παιδιά και με τις οικογένειες τους στην «γουρνοσφαγή» στο διπλανό χωριό. Στον τόπο του, τα χοιροσφάγια αποτελούσαν χριστουγεννιάτικο έθιμο αλλά εδώ αντιμετώπισε κάτι καινούργιο.
Κανόνισε με την Τερψιχόρη και τα πεθερικά να συμμετάσχουν, αφού ο Καρανικολός, που θα κερνούσε και ένα βαρέλι τυρί, θα μετέφερε και το δικό του γουρουνάκι- αγορασμένο το Σεπτέμβριο με τελετουργικό από την φημισμένη ζωοπανήγυρη της Επαρχίας και καλοταϊσμένο για ενάμιση χρόνο για την σφαγή σύμφωνα με το έθιμο.
Μόνο η Ζαμπετώ δεν θα συμμετείχε, αφού είχε αναλάβει το καθήκον να φροντίζει το ζωάκι και θεωρούσε ότι θα σφάζαν το παιδί της- όπως είχαν σφαχτεί και οι δικοί της στη μεγάλη γενοκτονία του Πόντου, που τυχαία σώθηκε, έφτασε προσφυγοπούλα στην κωμόπολη και ήταν τυχερή που η κυρία Εκάτη την πήρε στο σπίτι της σαν κόρη της. Τους το παρέδωσε με κλάματα και πήγε να κρυφτεί στο δωμάτιο της να κεντήσει ένα μαντηλάκι στη μνήμη του ζώου που θα σφαχτεί.
Ο Κλέαρχος εντυπωσιάστηκε. Όλα ήταν πλήρως οργανωμένα- τα ζεστό νερό (ο «θερμός») έτοιμος από τα χαράματα, τα καζάνια γανωμένα, κουτάλες, τσίγκινες λεκάνες, κουβάδες, τσουβάλια, τρυγοκόφινα, σακιά με αλάτι, ξυραφάκια σε ετοιμότητα…. αυτοσχέδιες ψησταριές και τραπέζια στρωμένα για το γλέντι που θα κρατούσε μέχρι το επόμενο ξημέρωμα.
Παρακολουθούσε με μεγάλη περιέργεια, ρωτούσε τριγύρω και κρατούσε σημειώσεις. Έτσι ξεκίνησε η πρώτη του λαογραφική μελέτη από τις πολλές που θα ακολουθούσαν με τα χρόνια.
Λίγες μέρες μετά, την Τσικνοπέμπτη έστησαν στο προαύλιο του σχολείου ψησταριές, οι μαθητές θα έφερναν το μερίδιο τους και θα γινόταν ένα συλλογικό τσιμπούσι- κατά την παράδοση πάντα.
Την επόμενη χρονιά, η Τερψιχόρη έμεινε σπίτι με την Ζαμπετώ καθώς κοιλοπονούσε αποβραδίς. Η νονά της Εκάτη ήταν και μαία- έτσι στα χοιροσφάγια του έτους 19.. γεννήθηκε ο Θεόφραστος, το μοναδικό τέκνο της.
Επειδή η κυρία Εκάτη είχε διαβάσει κακούς οιωνούς στα χαρτιά για την βαφτιστήρα της- ότι το νήμα της ζωής της θα κοβόταν νωρίς, την συμβούλεψε να μην κάνει άλλα παιδιά.
Ο Θεόφραστος δέθηκε με την Ζαμπετώ και σε δέκα χρόνια που ορφάνεψε, αφού η Τερψιχόρη χτυπήθηκε από το «χτικιό», μεγάλωνε μαζί της και την αμέριστη αγάπη του πατέρα του.
Ο κύριος Κλέαρχος έγινε Γυμνασιάρχης και έζησε ήρεμα χρόνια με μελέτες και γραψίματα και κάθε φορά που έβγαζε τον καπνό για την πίπα του από την καπνοσακούλα του, φτιαγμένη από φούσκα γουρουνιού θυμόταν τα πρώτα χοιροσφάγια που έζησε στη νέα του πατρίδα.
Σημείωση: Η συντάκτης του κειμένου δεν συμφωνεί με την βαρβαρότητα της χοιροσφαγής αλλά για την επικαιρότητα και τη μνήμη του εθίμου, εντάχθηκε στην μικροϊστορία.