Κυριάρχησε η σύγκρουση της ηθικής με τον σκληρό ρεαλισμό
Εξαιρετικό «Φιλοκτήτη» απόλαυσε το κοινό της Ήλιδας το βράδυ της Παρασκευής
Του Παναγιώτη Φωτεινόπουλου
Μια μεστή και ποιοτική παράσταση είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει το κοινό της Ηλείας το βράδυ της Παρασκευής στο θέατρο της Αρχαίας Ήλιδας. Μπορεί ο «Φιλοκτήτης» να μη συγκαταλέγεται στις πολύ «εμπορικές» τραγωδίες, όμως το σκηνοθετικό εγχείρημα της Μαρλέν Καμίνσκυ μας χάρισε ένα συμπαγές θεατρικό εγχείρημα που ανέδειξε την πολιτική διάσταση του έργου και έθεσε στο επίκεντρο του προβληματισμού την έννοια της πειθούς και τις επιπτώσεις της.
Η πρώτη συνειδητή απόφασή της ήταν ένα πολύ λιτό σκηνικό, που μεταμορφωνόταν σε σπηλιά, οπλοθήκη ή καράβι, για να δώσει χώρο στους ηθοποιούς να ξεδιπλώσουν τις ερμηνείες τους, συνοδευόμενες από έντονη κινησιολογία. Η δεύτερη συνειδητή απόφαση περιελάμβανε μια ασφαλή επιλογή και ένα ρίσκο στους ρόλους, η οποία τη δικαίωσε.
Η ασφαλής επιλογή ήταν ο Τάσος Νούσιας στον ρόλο του Φιλοκτήτη. Ο έμπειρος ηθοποιός απέφυγε έναν πειρασμό, στον οποίο ακόμα κι αν είχε ενδώσει, κερδισμένος θα έβγαινε. Άφησε κατά μέρος την τηλεοπτική εικόνα, δεν κατέφυγε στην εύκολη λύση του υπερβολικού δράματος και μας χάρισε μια ολοκληρωμένη ερμηνεία με κλιμακωτή δραματική κορύφωση. Είδαμε έναν Φιλοκτήτη πληγωμένο σωματικά και ψυχικά, που όμως δεν είναι κακομοίρης ούτε επιζητά τον οίκτο. Μιλάει ως πατρική φιγούρα προς τον Νεοπτόλεμο (Γιώργο Αμούτζα) με τη διαρκή προσφώνηση «παιδί μου», εξιστορεί με βαθύ πόνο και ηρωική αξιοπρέπεια το οδυνηρό βίωμα της εγκατάλειψης από τους συμπολεμιστές του στη Λήμνο, λυγίζοντας μόνο όταν ζητά από τον Νεοπτόλεμο τον νόστο, τον επαναπατρισμό του. Απέναντι στον πολυμήχανο και κυνικό Οδυσσέα στέκεται ξανά με αξιοπρέπεια, ηρωισμό και ηθική, ενώ στο τέλος αποδέχεται την παρέμβαση του από μηχανής θεού Ηρακλή να πάει στην Τροία να πολεμήσει.
Το ρίσκο της σκηνοθέτριας ήταν η Μαρία Πρωτόπαππα στον ρόλο του Οδυσσέα. Όποιος κι αν είχε επιφυλάξεις, αυτές ήρθησαν από την πρώτη σκηνή του διαλόγου με τον Νεοπτόλεμο. Η σπουδαία ηθοποιός αποδίδει έναν Οδυσσέα μάγο της γλώσσας και της πειθούς, με μπόλικη ειρωνεία και ικανότητες ρητορικής, που ανατρέπει κάθε αντίλογο του νεαρού πολεμιστή και τον πείθει να εξαπατήσει τον Φιλοκτήτη για χάρη του κοινού καλού, του συλλογικού οφέλους. «Γενναίος στην Τροία, σοφός εδώ» του επισημαίνει τονίζοντάς ότι γρήγορα θα επιστρέψουν στην αρετή. «Χάρισέ μου παράνομή σου μέρα και κράτα την υπόλοιπη ζωή σου σαν έντιμος» είναι η πιο αντιπροσωπευτική ατάκα ενός μοναδικού διαλόγου. Απέναντι στον Φιλοκτήτη, αλλά και στον δεύτερο διάλογό του με τον Νεοπτόλεμο, ο Οδυσσέας εμφανίζεται πιο ρεαλιστής και πιο κυνικός, υπογραμμίζοντας τη σημασία του να εκπληρωθεί ο στόχος που του έχει ανατεθεί με βάση τον θεϊκό χρησμό. Ούτε μια στιγμή δεν με προβλημάτισε που ο ανδρικός αυτός ρόλος ερμηνεύτηκε από γυναίκα.
Ο Γιώργος Αμούτζας σε κερδίζει φυσιογνωμικά αλλά ο ίδιος δεν στάθηκε σε αυτό. Είναι ένας Νεοπτόλεμος που άγεται και φέρεται, με έντονες συναισθηματικές μεταπτώσεις, αφού μέσα του παλεύουν η ηθική της αλήθειας και η υποχρέωση να φέρει εις πέρας την εντολή που του ανατέθηκε. Στέκεται σαν πνευματικός γιος απέναντι στον επιβλητικό Φιλοκτήτη, τον εξαπατά και του αποσπά τα όπλα, αλλά ακολουθεί η μεταστροφή του υπό το βάρος των τύψεων. Ευτυχώς όμως δεν είναι επιφανειακή η ερμηνεία του, διότι αποφεύγει τις υπερβολές και τη φτιασιδωτή δραματοποίηση, χαρίζοντάς μας έναν Νεοπτόλεμο που έχει επίγνωση της δειλίας του και της αδυναμίας του να φτάσει την κόντρα του με ισχυρές προσωπικότητες ως το τέλος, αλλά στέκεται αυτόνομο ως παράδειγμα ηθικής.
Αξίζει ξεχωριστή αναφορά στον χορό (Βαγγέλη Κρανιώτη, Βαγγέλη Μάγειρο, Τάσο Θεοφιλάτο, Παντελή Αρουσαλίδη, Αλέξανδρο Φιλιππόπουλο, Μάρκο Γέττο), ο οποίος έχει αναβαθμισμένο ρόλο στην παράσταση και στέκεται στο ίδιο επίπεδο με τους πρωταγωνιστές με άρτια κινησιολογία και ερμηνευτικές ικανότητες.
Η παράσταση ολοκληρώνεται με ηχητική παρουσία του από μηχανής θεού Ηρακλή με τη φωνή του Νούσια, ίσως για να ταυτίσει τη θεϊκή παρέμβαση με την ανθρώπινη συνείδηση, ως προς την επιλογή του Φιλοκτήτη να συστρατευτεί τελικά στον πόλεμο της Τροίας. Η αλήθεια όμως είναι πως θα προτιμούσα φυσική παρουσία σε ένα τέτοιο σκηνοθετικό εύρημα-σήμα κατατεθέν της αρχαίας τραγωδίας.
Μια προσωπική άποψη (χωρίς να διεκδικώ το αλάθητο φυσικά) είναι πως ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάστηκε η τραγωδία, μου φάνηκε ότι δεν αρκέστηκε στο να θέσει ενώπιον του κοινού το ηθικό δίλημμα μεταξύ του συλλογικού στόχου και της προσωπικής ηθικής ή ως πού φτάνουν τα όρια της φράσης «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» και γενικότερα της πειθούς , αλλά το απάντησε κιόλας, αναδεικνύοντας ένα κλικ περισσότερο την κυνική διάσταση του Οδυσσέα, του οποίου η θέση στο τέλος δικαιώνεται αλλά περιφρουρημένη από τη θεϊκή παρέμβαση.