Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος: «Τρόπος ζωής» η κατανάλωση αντικαταθλιπτικών
-Στη 12η θέση η Ελλάδα σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ
-Ο ψυχίατρος-ψυχαναλυτής Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, αναλύει στην «Πρωινή» τους παράγοντες που οδηγούν στη χρήση αντικαταθλιπτικών
- Σημαντικός αριθμός και στην Ηλεία ζητά βοήθεια
- Ανησυχητικό το γεγονός ότι πολλά σκευάσματα χορηγούνται χωρίς συνταγογράφηση
Γράφει η Μαρία Καραμπάτση
Δραματική αύξηση στην κατανάλωση αντικαταθλιπτικών σε παγκόσμιο επίπεδο, καταγράφεται τις τελευταίες δύο δεκαετίες, με τους Ευρωπαίους να είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές στον παγκόσμιο χάρτη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η χρήση αντικαταθλιπτικών αυξήθηκε σχεδόν δυόμισι φορές από το 2000 έως το 2020, σε 18 χώρες, ενώ τα τελευταία στοιχεία κατατάσσουν την Ελλάδα στην 12η θέση στην Ευρώπη σε κατανάλωση αντικαταθλιπτικών.
Σημαντικό ρόλο στην αύξηση των αγχωδών διαταραχών και της κατάθλιψης, έπαιξε και η πανδημία COVID-19.
Στην τελευταία ανάλυση του ΟΟΣΑ, στην Ελλάδα καταναλώνονται 70,6 δόσεις αντικαταθλιπτικών ανά 1000 κατοίκους και αυτή η αναλογία φέρνει τη χώρα μας στην 12η θέση μεταξύ των 32 κρατών του ΟΟΣΑ ή στην 13η θέση εάν συμπεριληφθούν και οι ΗΠΑ.
Η αύξηση στην Ελλάδα την περίοδο 2000-2020, είναι κατά 248% !
Κάποιοι κάνουν λόγο για βαθιά κρίση ψυχικής υγείας. Τα τελευταία στοιχεία από τον ΟΟΣΑ, δημοσιεύθηκαν στη διαδικτυακή επιστημονική πλατφόρμα Our World in Date (OWID) και δείχνουν ότι η Ισλανδία έχει αναλογικά τους περισσότερους κατοίκους που παίρνουν αντικαταθλιπτικά φάρμακα και στη δεύτερη και τρίτη θέση βρίσκονται η Πορτογαλία και ο Καναδάς, με την Ελλάδα όπως προαναφέρθηκε να βρίσκεται στη 12η θέση, ενώ στις τρεις τελευταίες θέσεις βρίσκονται η Ιταλία, η Ουγγαρία και η Νότια Κορέα.
Περισσότεροι στρέφονται πλέον στους ειδικούς
Τι γίνεται όμως στην Ηλεία και που οφείλεται η αύξηση κατανάλωσης αντικαταθλιπτικών φαρμάκων; Επίσημα στοιχεία δεν είναι διαθέσιμα, ωστόσο φαίνεται ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι καταφεύγουν στους ειδικούς για να αντιμετωπίσουν διάφορες καταστάσεις που τους ταλαιπωρούν.
Αυτό που προκαλεί αίσθηση είναι το γεγονός ότι πολλά φάρμακα, αγχολυτικά, οι ασθενείς μπορούν να τα προμηθευτούν χωρίς σχετική ιατρική συνταγή, κατά συνέπεια δεν μπορούν να αποτυπωθούν με ακρίβεια τα πραγματικά στοιχεία και η θέση της Ελλάδας ίσως να ήταν διαφορετική στην παγκόσμια κατάταξη.
Δεν είναι ταμπού
Η «Πρωινή» επικοινώνησε με τον ψυχίατρο-ψυχοθεραπευτή κ. Κωνσταντίνο Ηλιόπουλο, στην Αμαλιάδα, και τα στοιχεία που παραθέτει είναι άκρως ενδιαφέροντα.
Στο ερώτημα, εάν τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, είναι ανησυχητικά για τη χώρα μας, ο κ. Ηλιόπουλος ανέφερε:
«Καταρχάς να εξηγήσουμε ότι τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα δεν αφορούν μόνο την κατάθλιψη, αλλά χρησιμοποιούνται σε μεγάλο εύρος διαταραχών και πρέπει να ξέρουμε εάν τα χορηγούμε για το σωστό λόγο ή όχι. Στην Ελλάδα έχουμε μία νοοτροπία να παίρνουμε φάρμακα πολύ εύκολα για τα πάντα. Σε ότι αφορά τα αντικαταθλιπτικά, όσο απομακρύνεται το ταμπού ότι δεν χορηγούνται μόνο για μία ψυχική ασθένεια, τόσο πιο πολύ οι άνθρωποι στρέφονται προς τα εκεί και ίσως κάποιος να στρέφεται εκεί γιατί κάποιο πρόβλημα δεν θέλει να το αντιμετωπίσει με μία απλή ψυχοθεραπεία, με κάποιο ψυχολόγο, βιάζεται να γίνει καλά. Είναι περιπτώσεις που το άγχος κάποιου έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, που θέλει άμεσα τη βοήθεια. Εμένα δεν μου κάνει εντύπωση ότι είναι σε αυτή τη θέση η Ελλάδα. Είναι χώρες πιο αναπτυγμένες οικονομικά από τη χώρα μας και με καλύτερα συστήματα υγείας και εντούτοις έχουν και την διπλάσια συνταγογράφηση σε φάρμακα. Μην ξεχνάμε όμως ότι κάποιοι ίσως το κρύβουν, οπότε η Ελλάδα θα ήταν σε κάποιο άλλο ποσοστό. Γιατί στη χώρα μας, κάποιος μπορεί να προμηθευτεί κάποια τέτοια φάρμακα και χωρίς συνταγογράφηση. Έχουμε μάθει και παραγγέλνουμε ηλεκτρονικά και δεν ξέρω γιατί το κράτος δεν έχει επέμβει σε αυτό. Είναι παθογένειες του συστήματος. Στο εξωτερικό δεν γίνεται αυτό».
Η χορήγηση αντικαταθλιπτικών μπορεί να ξεκινά ακόμη και από την παιδική ηλικία, των 10-12 ετών.
«Τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα είναι βοήθεια, δεν είναι εξαρτησιογόνα φάρμακα, ούτε έχουν να κάνουν με τη γνωσιακή μας επάρκεια. Κανονικά δεν πρέπει να είναι ταμπού, είναι θέμα υγείας. Παλαιότερα κάποιος μπορεί να ήταν δακτυλοδυκτούμενος και καθόταν μέσα στο σπίτι του χωρίς να αντιμετωπίζει το πρόβλημά του και δεν το έλυνε ποτέ. Τα αντικαταθλιπτικά δεν προκαλούν καταβολή, το αντίθετο, είναι φάρμακα που θέλουν να βελτιώσουν τη διάθεση» θα πει ο κ. Ηλιόπουλος, επισημαίνοντας ότι χορηγούνται σε περιπτώσεις κατάθλιψης, για αγχώδεις διαταραχές, όπως φοβία, ψυχαναγκασμός και διαταραχές ύπνου, ακόμη και στη σχιζοφρένεια ή σε διπολική διαταραχή.
Δεν υπάρχει ακριβής εικόνα
Πλήρης εικόνα για το συμβαίνει στην περιοχή μας δεν υπάρχει, ωστόσο ο κ. Ηλιόπουλος ανέφερε: «Εγώ βλέπω εδώ ότι ο κόσμος ζητά βοήθεια. Αν σκεφτείτε ότι έχουμε και ψυχιατρική κλινική με τρεις ψυχιάτρους στο νομό, έχουμε πολλούς ψυχολόγους, και ψυχιάτρους, θεωρώ ότι ο κόσμος βγαίνει από αυτό το καβούκι του στίγματος και ζητά πλέον βοήθεια. Και θα έπρεπε να το κάνει αυτό, γιατί εάν δεν είσαι ισορροπημένος ψυχικά, αυτό επηρεάζει και τη συμπεριφορά σου, την καθημερινότητά σου, τα διαπροσωπικά σου, ακόμη και τη σωματική υγεία».
Σύμφωνα με την εμπειρία του, όσοι είναι ηλικίας έως 35 ετών συνήθως ζητάνε από μόνοι τους τη βοήθεια του ειδικού, ενώ από 35 και άνω είναι συνήθως κάποιος μαζί τους ή τους παραπέμπει άλλη ειδικότητα γιατρού.
Σε ότι αφορά το φύλο, άνδρες ή γυναίκες, το ποσοστό που ζητά βοήθεια είναι 50%-50%.
Η πανδημία και τα ‘θέλω’
Στο ερώτημα για το τι ρόλο έπαιξε η περίοδος της πανδημίας, ο κ. Ηλιόπουλος επισημαίνει:
«Σίγουρα ο κόσμος πιέστηκε πάρα πολύ και κάποιοι οι οποίοι είχαν μία προδιάθεση άγχους ή φοβίας, την περίοδο της πανδημίας αυτά έγιναν πιο έντονα. Βομβαρδιστήκαμε και από αρνητικές εικόνες, υπήρχε και η διχογνωμία για τα εμβόλια. Δεν ηρέμησε το μυαλό μας».
Στο ερώτημα σε ποιους παράγοντες οφείλεται η κατάθλιψη και οι αγχώδεις διαταραχές, ο κ. Ηλιόπουλος θα πει:
«Σε ένα βαθμό έχει να κάνει με το πώς θέλεις τον εαυτό σου. Τι έχουμε μάθει μέσα από την οικογένεια και τι αντιμετωπίζουμε όταν βγούμε από την οικογένεια. Άλλα ήταν τα ‘θέλω’ παλαιότερα, αλλά είναι τα ‘θέλω’ τώρα. Και τα πράγματα εξελίσσονται πολύ πιο γρήγορα και ίσως να έχουμε και μία δυσκολία να προσαρμοστούμε στις αλλαγές. Ξαφνικά τρέχουμε μαραθώνιο, με ρυθμό σε 100στάρι ή 400σάρι. Από την άλλη, έχουν δημιουργηθεί τόσο μεγάλες ανάγκες και ‘θέλω’, που οι γονείς αναγκάζονται να δουλεύουν πολλές ώρες και έχουν απομακρυνθεί η οικογένεια. Η απουσία καλύπτεται με υλικά πράγματα, που είναι άνευ ουσίας και επομένως αρχίζει η ανασφάλεια, δεν υπάρχει δέσιμο και επικοινωνία».
Η πρακτική της χορήγησης αντικαταθλιπτικών είναι σε πρώτη φάση για ένα εξάμηνο και γίνεται εκ νέου παρατήρηση. Ωστόσο, κάποιες περιπτώσεις χρειάζονται χρόνια αγωγή.
Όσο για τη συμβουλή του ειδικού, ο κ. Ηλιόπουλος καταλήγει ότι:
«Η συμβουλή του ειδικού πάντα είναι, ‘να πας στον ειδικό’».