Κοινωνική κινητικότητα σκάλα χωρίς σκαλιά
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”73798″ img_size=”full”][vc_column_text]Ο Οράτιος Άλγκερ ήταν αμερικανός συγγραφέας. Έγραφε μυθιστορήματα για νέους τον 19ο αιώνα. Το μοτίβο των γραπτών του, ένα φτωχό αγόρι καταφέρνει να ανεβεί από το ταπεινό του υπόβαθρο στην ασφάλεια της μεσαίας τάξης, χάρη στη σκληρή δουλειά, την αποφασιστικότητα και εντιμότητά του. Το αποκάλεσαν, «Ο μύθος του Οράτιου Άλγκερ», και ενίσχυσε την πίστη στο Αμερικανικό Όνειρο. Προς το τέλος του αιώνα, ο μύθος άρχισε να χάνει από την αίγλη του, καθώς τα πράγματα δεν έμοιαζαν πια και τόσο ρόδινα: η ανισοκατανομή του πλούτου μεγάλωνε μαζί με τις αμφιβολίες για τη δυνατότητα ενός καθημερινού ανθρώπου να κατακτήσει το Όνειρο.
Από τότε πέρασε πάνω από ένας αιώνας. Αλλά το ιδεολόγημα της κοινωνικής κινητικότητας αποδείχτηκε ιδιαίτερα ανθεκτικό. «Δεν έχει σημασία ποιοι είναι οι γονείς σου και η κοινωνικοοικονομική τους θέση. Δούλεψε σκληρά, αξιοποίησε τις ευκαιρίες, και θα καταφέρεις να σκαρφαλώσεις την κοινωνική σκάλα. Αν είσαι ικανός.» Ανταγωνισμός, αξιοκρατία, κοινωνική κινητικότητα.
Γεννημένοι «στη λάθος πλευρά»
Όσο πιο νέος είναι κανείς, τόσο λιγότερο πιστεύει στην κοινωνική κινητικότητα. Σε πρόσφατο Βαρόμετρο το 51% των νέων απαντούν ότι το πού θα καταλήξουν οι άνθρωποι καθορίζεται από το ποιοι είναι οι γονείς τους. Οι νέοι «νιώθουν όλο και πιο πολύ ότι είναι στη λάθος πλευρά μιας βαθιάς αδικίας».
150 χρόνια μπορεί να χρειαστούν για ένα παιδί από μια φτωχή οικογένεια της Βρετανίας προκειμένου να φτάσει να κερδίζει όσο ο εθνικός μέσος όρος -120 χρόνια είναι το αντίστοιχο διάστημα στην Ελλάδα, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ σε 24 χώρες. Ένα στα τρία παιδιά με πατέρα με χαμηλό εισόδημα, θα μείνει παγιδευμένο σε χαμηλά εισοδήματα. Τα περισσότερα από τα υπόλοιπα δύο τρίτα των παιδιών θα ανεβούν μόλις ένα σκαλί στο εισόδημα στη διάρκεια της ζωής τους. Με αφορμή τα ευρήματα, ο ΟΟΣΑ κάλεσε τις κυβερνήσεις να κάνουν περισσότερα για τη στέγαση, την εκπαίδευση και τις μεταφορές. Είναι ο ίδιος οργανισμός που οκτώ χρόνια πριν καλούσε τις αναπτυγμένες χώρες να κάνουν περικοπές στις δημόσιες δαπάνες τους. Και οι κυβερνήσεις το έκαναν.
«Φτωχός στα 20, Φτωχός για Πάντα»
Αυτός ήταν ο τίτλος ενός άρθρου του αμερικανικού περιοδικού «The Atlantic» το 2016.. Από τη δεκαετία του ΄80 μέχρι το 2000, έγινε λιγότερο πιθανό ένας εργαζόμενος να ανεβεί τη σκάλα του εισοδήματος. Αυτοί που ξεκινούν με λίγα χρήματα στις πρώτες τους δουλειές είναι πιο πιθανό να συνεχίζουν να κερδίζουν λίγα δεκαετίες μετά, και αυτοί που ξεκινούν από την κορυφή, να συνεχίζουν να κερδίζουν πολλά χρήματα στη διάρκεια του εργασιακού τους βίου.
Όλο και πιο πολύ φαίνεται ότι «το από πού ξεκινάς γίνεται όλο και πιο σημαντικό για το πού θα καταλήξεις».
Ας δεχτεί, πάντως, κάποιος το ενδεχόμενο η εκπαίδευση να καταφέρει να «σπάσει» φράγματα, και ένα φτωχό παιδί να λάβει μια πολύ καλή μόρφωση. Τι γίνεται μετά; Η πιθανότητα να πάρει κανείς υψηλά αμειβόμενη θέση σε ένα επάγγελμα κύρους, είναι ακόμα στενά συνδεδεμένη με το κοινωνικό υπόβαθρο της οικογένειας. Παιδιά από την εργατική τάξη -ακόμη κι αν έχουν υψηλές επιδόσεις- είναι λιγότερο πιθανό να εξασφαλίσουν τέτοιες θέσεις εργασίας, επειδή έχουν μικρότερη πρόσβαση σε δίκτυα και λιγότερες γνώσεις να κινηθούν μέσα στο σύστημα.
Διότι δεν αρκεί να πάρει κανείς πτυχίο από ένα «πανεπιστήμιο των ελίτ» -πρέπει να κινείται και στους ίδιους κύκλους, να ζει στις σωστές περιοχές των πόλεων, να έχει τις σωστές διασυνδέσεις. Το «επί ίσοις όροις», απλώς δεν υπάρχει.
Αξιοκρατία
Υπάρχει, βέβαια, το επιχείρημα ότι κάποιοι ξεκινούν από «χαμηλά» και ανεβαίνουν στην ελίτ της πυραμίδας. Αυτοί είναι οι εξαιρέσεις. Μελετώντας κανείς κοινωνίες εκατοντάδων χρόνων, καταλήγει ότι η σύνθεση της οικονομικής ελίτ κάθε χώρας έχει παραμείνει εντυπωσιακά σταθερή. Αυτός είναι ο κανόνας. Αλλά αν όλα αυτά ισχύουν, αν η καταγωγή μετρά τόσο καθοριστικά -και τα στοιχεία αυτό αποδεικνύουν- τότε γιατί η πλειονότητα των ανθρώπων αποδέχεται κάτι τόσο καταφανώς άδικο; Με ποιον τρόπο πείστηκε ότι αυτό πρέπει να δέχεται ως δεδομένο;
Στη φεουδαρχία, η θέση του ανθρώπου στην κοινωνία καθοριζόταν ευθέως από την καταγωγή του: αριστοκράτης ή δούλος. Μετά ήρθε η Γαλλική Επανάσταση, και οι φιλελεύθερες ιδέες. Ο παλιός κόσμος ανατρεπόταν, μαζί και το προνόμιο της καταγωγής. Λιγότερο από έναν αιώνα μετά, η αστική τάξη έγραφε τους δικούς της κανόνες του παιχνιδιού εγκαθιδρύοντας τη δική της εξουσία .
Μέχρι σήμερα, πάντως, οι κοινωνίες φαίνεται ότι ανέχονται την οικονομική ανισότητα, αν προκύπτει ως αξιοκρατική διαδικασία. Αυτό που δε διδάσκονται, είναι να αναρωτιούνται σε ποιες υλικές συνθήκες δημιουργούνται οι «άξιοι» και οι λιγότερο άξιοι. Για να μην αμφισβητήσει ποτέ ο άνθρωπος το δομικό πρόβλημα αυτού του διαχωρισμού -και άρα το σύστημα ολόκληρο- διδάσκεται, επίσης, να πιστεύει στην κοινωνική κινητικότητα: Κανείς δεν είναι καταδικασμένος, όλοι μπορούν δυνάμει να «αλλάξουν κατηγορία», να μετακινηθούν, «να δουλέψουν σκληρότερα για να διακριθούν και να καταφέρουν να ζήσουν καλύτερα».
Κοινωνική κινητικότητα. Όρος, έτσι κι αλλιώς, προβληματικός. Γιατί, ποιος είναι ο σκοπός μιας κοινωνίας; Να αυξάνονται οι πιθανότητες να «ανεβούν» κάποιοι, ή να ανεβεί το επίπεδο της ζωής όλων; Άλλωστε η τύχη των φτωχών, στην πραγματικότητα, δε βρίσκεται ούτε στα χέρια των πλούσιων, ούτε στα χέρια των εκπροσώπων τους -παρά μόνο στα δικά τους χέρια.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]