FOLLOW US: facebook twitter

Κατά την Τελετή Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας

Ημερομηνία: 30-06-2016 | Συντάκτης:
Κατηγορίες: Αρθρογραφία, Νέα

foteinos-spyrosΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΑΦΗΣ ΤΗΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ ΦΛΟΓΑΣ

Η προσφώνηση «Μεγαλειότατε» προς τον τέως βασιλιά από τον Δήμαρχο Ολυμπίας

Του κ. ΣΠΥΡΟΥ ΦΩΤΕΙΝΟΥ, πρώην Δημάρχου Ολυμπίας

            Η Δημοτική Αρχή της Ολυμπίας, τελευταίως, μας επεφύλαξε τρεις, τουλάχιστον, δυσάρεστες εκπλήξεις.

Η πρώτη έκπληξη

            Την πρώτη δυσάρεστη έκπληξη αισθανθήκαμε όταν ο κ. Δήμαρχος της Παγκόσμιας Πόλης μας, προσαγόρευσε τον έκπτωτο βασιλιά Κωνσταντίνο με τη λέξη «Μεγαλειότατε».  Η προσαγόρευση αυτή έγινε δύο φορές: Η πρώτη κατά το επίσημο δείπνο που παρέθεσε ο κ. Δήμαρχος στους επίσημους καλεσμένους της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής το βράδυ της 20-4-2016 και η δεύτερη κατά την επίσημη ομιλία του στο αρχαίο Στάδιο το πρωί της επομένης (21-4-2016) στα πλαίσια της τελετής Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας. Επισημαίνω ότι η δεύτερη, σε ένδειξη ιδιαίτερης οικειότητας, συνοδεύτηκε και με ενθουσιώδες νεύμα του κ. Δημάρχου προς τον έκπτωτο βασιλιά, πράγμα που δεν έγινε προς τους άλλους προσφωνηθέντες επισήμους. Επισημαίνω επίσης ότι κανένας άλλος από τους ομιλητές, έλληνες και ξένους, δεν προσφώνησε τον τέως βασιλιά.

            Η προσαγόρευση «Μεγαλειότατε» σ΄έναν έκπτωτο βασιλιά ήταν μέγα θεσμικό ολίσθημα, διότι τόσο η λέξη καθ΄εαυτήν, όσο και οι συνειρμοί που προκαλεί η εκφορά της στο δημόσιο λόγο, αποτελούν αντικειμενικά, δηλαδή ανεξάρτητα από την πρόθεση του κάθε ομιλητή, ιταμή προσβολή του Δημοκρατικού Πολιτεύματος της Χώρας και της ευαισθησίας του Ελληνικού Λαού.

            Ήταν επίσης ασεβέστατη, προσβλητική και προκλητική για τον παρόντα Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο οποίος ορθώς και σωφρόνως δεν αντέδρασε, φειδόμενος, κατά τη γνώμη μου, της ιερής στιγμής της παγκόσμιας τελετής της Αφής, την οποία προφανώς δεν ήθελε να διαταράξει, όπως πιθανόν θα ήθελαν κάποιοι θερμόαιμοι.

            Τέλος, η προσαγόρευση «Μεγαλειότατε» εξέθεσε και τον ιστορικό Δήμο της Ολυμπίας καθώς και τις λαμπρές δημοκρατικές παραδόσεις του, τόσο στο πανελλήνιο, όσο και παγκοσμίως, αφού η τελετή μεταδόθηκε τηλεοπτικά απ΄ευθείας σ΄όλην την οικουμένη.

Η δεύτερη έκπληξη

            Η δεύτερη δυσάρεστη έκπληξη ήρθε λίγες μέρες μετά την πρώτη, όταν η Δημοτική Αρχή για να διασκεδάσει τις δυσμενείς κριτικές των πολιτών και της κοινής γνώμης, έδωσε στη δημοσιότητα ανακοίνωση με την υπογραφή «Γραφείο Τύπου Δήμου Αρχαίας Ολυμπίας».

            Στην ανακοίνωση αυτή, το θεσμικό ολίσθημα του κ. Δημάρχου μεγεθύνθηκε και εκχυδαΐστηκε, καθώς το Γραφείο Τύπου (;), αναζητώντας συμμάχους προκειμένου να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, κατέφυγε σε φιλοβασιλικές ιστοσελίδες με προπαγανδιστικά φιλοβασιλικά κείμενα. Συγκεκριμένα, αντέγραψε αυτολεξεί αποσπάσματα από το άρθρο του κ. Μάρκου Τσάκα, που είναι δημοσιευμένο στις 29-3-2015 στη φιλοβασιλική ιστοσελίδα: www.royalchronicles.gr με τίτλο «Περί βασιλικών τίτλων και προσφωνήσεων σε μια Δημοκρατία», συνέρραψε αυτά τα αποσπάσματα και συνέθεσε με τον τρόπο αυτό το σύνολο σχεδόν του κειμένου της ανακοίνωσης, που διαβάσαμε στις εφημερίδες. Επισημαίνω ότι, το Γραφείο Τύπου(;) παρά την ισχύουσα δεοντολογία, απέκρυψε για ευνόητους λόγους τις πηγές και την προέλευση του κειμένου της ανακοίνωσης.

            Τα ανωτέρω αποτελούν το σύντομο ιστορικό της προέλευσης και της κλεψιτυπίας της ανακοίνωσης του Γραφείου Τύπου (;) του Δήμου.

            Ως προς τις φιλοβασιλικές θέσεις που διαλαμβάνονται στην εν λόγω ανακοίνωση, είναι απαραίτητο να επισημανθεί ότι, εκτός από τις νομικές ανακρίβειες και τη συχνά ανύπαρκτη ή ελλιπέστατη τεκμηρίωσή τους, πάσχουν σε πολλά κρίσιμα σημεία και από σύγχυση διαφορετικών εννοιών. Συνήθης συνέπεια όλων αυτών είναι να καταντά ένα κείμενο παραπλανητικό.

            Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν τ’ ανωτέρω έγιναν στην προκειμένη περίπτωση με σκοπό την παραπλάνηση ή από άγνοια. Όμως, έτσι ή αλλιώς, η παραπλάνηση συντελείται. Για το λόγο αυτό η ανάγνωση παρόμοιων κειμένων απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή και σε βάθος διερεύνηση από τον κάθε αναγνώστη.

            Ειδικότερα και συγκεκριμένα:

  1. Αναφέρεται στη φιλοβασιλική ιστοσελίδα (άρθρο του κ. Τσάκα) και στην ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου (;) του Δήμου ότι κατά τη Συνθήκη της Βιέννης του 1815 «βασιλεύς εκπεσών του θρόνου του διατηρεί τον τίτλο του αλλά χάνει τας προς εαυτόν τιμάς».

            Η επίκληση της ανωτέρω Συνθήκης προς υποστήριξη της νομιμότητας της προσφὠνησης «Μεγαλειότατε», είναι τουλάχιστον ατυχής για τους εξής λόγους:

            α) Διότι, τόσο ο αρθρογράφος της φιλοβασιλικής ιστοσελίδας, όσο και το Γραφείο Τύπου (;) του Δήμου, ενώ υποστηρίζουν ένθερμα ότι η προσαγόρευση «Μεγαλειότατε» προς έκπτωτο βασιλιά είναι σύννομη, εντούτοις ουδόλως ασχολούνται με την απόδειξη ή έστω με την απλή τεκμηρίωση του ισχυρισμού τους. Έτσι, εντελώς αβασάνιστα και άκριτα θεωρούν ως δεδομένη την ισχύ της Συνθήκης της Βιέννης του 1815 σήμερα στη Χώρα μας, μετά από 200 χρόνια, παρασιωπώντας σκόπιμα τόσο την ιστορική ετυμηγορία του Ελληνικού Λαού, που εκφράστηκε με το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974 και καθόρισε τη νέα μορφή του πολιτεύματος, όσο και το ισχύον έκτοτε Σύνταγμα της Ελλάδας, το οποίο ρητά ορίζει στο άρθρο 1 παρ. 1 ότι το πολίτευμα της Χώρας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.

            Είναι αληθές ότι η τακτική της παρασιώπησης προκαλεί οπωσδήποτε συσκότιση, που βρίσκει πρόσφορο έδαφος στους ανυποψίαστους αναγνώστες. Ωστόσο, αργά ή γρήγορα, η αλήθεια θριαμβεύει…

            β) Διότι και αν ακόμη ήθελε υποτεθεί ότι η Συνθήκη της Βιέννης του 1815 ισχύει σήμερα στη Χώρα μας, τότε, σύμφωνα με την αναφερόμενη αμέσως ανωτέρω διάταξή της, παρέχεται το δικαίωμα στον έκπτωτο βασιλιά να διατηρήσει μόνον τον τίτλο του (τέως βασιλιάς), χάνει όμως όλες τις τιμές που απήλαυε όσο ήταν βασιλιάς, μεταξύ των οποίων, όπως παρακάτω εκτίθεται, είναι και η πιο τιμητική για το πρόσωπό του προσαγόρευση «Μεγαλειότατε».

            Στην προκειμένη περίπτωση η φιλοβασιλική ιστοσελίδα και το Γραφείο Τύπου (;) του Δήμου συγχέουν την έννοια «Βασιλιάς» με την έννοια «Μεγαλειότατος».  Οι έννοιες όμως αυτές είναι σαφώς διακεκριμένες μεταξύ τους.

            Στις βασιλευόμενες με οποιαδήποτε μορφή Πολιτείες, ο βασιλιάς είναι ο ανώτατος άρχων, διαθέτει δηλαδή το κορυφαίο αξίωμα της Πολιτείας, ασκεί τη λεγόμενη βασιλική εξουσία και σύμφωνα με τη μοναρχική αντίληψη ενσαρκώνει, συμβολίζει και άρα εκφράζει την κοινή πεποίθηση των υπηκόων του για το μεγαλείο του Κράτους στο οποίο βασιλεύει.

            Στις ίδιες Πολιτείες η λέξη «Μεγαλειότατε» αποτελεί την πιο τιμητική προσαγόρευση για το βασιλιά. Η λέξη «Μεγαλειότατε», επομένως, δεν είναι ούτε αξίωμα, ούτε τίτλος. Είναι τιμή, η οποία κατά την προσαγόρευση αποτίνεται στο πρόσωπο του ανώτατου άρχοντα που ασκεί τη βασιλική εξουσία. Κατά συνέπεια όλων αυτών η προσαγόρευση «Μεγαλειότατε» ουδόλως προσήκει σ΄έναν έκπτωτο βασιλιά. Ο έκπτωτος βασιλιάς δεν είναι πια ανώτατος άρχων, δεν ασκεί πια καμμία εξουσία, ούτε ενσαρκώνει πια το μεγαλείο κανενός Κράτους, αφού δεν βασιλεύει σε κανένα Κράτος.  Είναι αποψιλωμένος απ΄όλα αυτά. Είναι βασιλιάς ψιλός, δηλαδή γυμνός και σύμφωνα με τη Συνθήκη της Βιέννης «έχει χάσει τας προς εαυτόν τιμάς» που απήλαυε όσο ήταν βασιλιάς, μεταξύ των οποίων και την τιμή της προσαγόρευσης «Μεγαλειότατε». Για τους λόγους αυτούς στη Χώρα μας, συνήθως, προσδιορίζεται με τις λέξεις «ο τέως βασιλιάς» ή, απλά, «ο τέως».

            Κατόπιν των ανωτέρω ερωτάται: Πώς αλλιώς είναι δυνατή η νομιμοποίηση της προσαγόρευσης «Μεγαλειότατε», που απηύθυνε στον τέως ο κ. Δήμαρχος της Ολυμπίας, αφού ακόμη και σύμφωνα με τη Συνθήκη της Βιέννης, την οποία αβασάνιστα και άκριτα επικαλείται υπέρ του το Γραφείο Τύπου (;) του Δήμου, είναι αδύνατο να νομιμοποιηθεί;

            Κλείνοντας το παρόν υποκεφάλαιο (1β) επισημαίνω ότι παρά την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε ανωτέρω στη βάση της υποθετικής ισχύος της Συνθήκης της Βιέννης, δεν πρέπει να λησμονούμε ποτέ, ότι το ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδας (άρθρο 4 παρ. 7) δεν αναγνωρίζει ούτε απονέμει τίτλους ευγενείας ή διάκρισης και κατά συνέπεια τιμές προς αυτούς τους τίτλους.

            Ας γίνει, επιτέλους, κατανοητό ότι στη Χώρα μας δεν υπάρχουν πια Μεγαλειότατος, Μεγαλειοτάτη, Υψηλότατος, Υψηλοτάτη, και λοιπά συναφή.

  1. Η φιλοβασιλική ιστοσελίδα (άρθρο του κ. Τσάκα) καθώς και η ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου (;) του Δήμου επικαλούνται απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, αναφέροντας επιλεκτικά ότι, «όπως το ανωτέρω Συμβούλιο απεφάνθη κατά την εκδίκαση της υπόθεσης της βασιλικής περιουσίας, ο τίτλος «πρώην Βασιλεύς των Ελλήνων» δεν είναι ευγενείας αλλά λειτουργεί ως προσδιορισμός του προσώπου».

            Επισημαίνω ότι στην ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου (;) του Δήμου η απόφαση του Σ.τ.Ε. αναφέρεται αορίστως,  χωρίς αριθμό και χρονολογία έκδοσης, ελλείψεις που καθιστούν αδύνατη την εξεύρεσή της από τους απλούς αναγνώστες.

            Η επίκληση της απόφασης αυτής – πρόκειται για την υπ΄αριθμό 4575/1996 – προς υποστήριξη της νομιμότητας της προσαγόρευσης «Μεγαλειότατε», υπήρξε και αυτή ατυχής, αλλά και παραπλανητική, προφανώς από ασύγγνωστη άγνοια των συντακτών της ανακοίνωσης, καθώς αν είχαν υποβληθεί στον κόπο να την αναγνώσουν, θα διαπίστωναν ότι δεν τους ευνοεί και συνεπώς δεν θα την επικαλούνταν.

            Πράγματι, η απόφαση 4575/1996 του Σ.τ.Ε. ουδόλως ασχολήθηκε με την προσαγόρευση «Μεγαλειότατε»,  αλλά με τη νομιμοποίηση του τέως βασιλιά ως αιτούντος, επειδή, στερούμενος επωνύμου, αυτοπροσδιορίστηκε στην αίτησή του σχετικά με τη βασιλική περιουσία ως «Κωνσταντίνος πρώην Βασιλεύς των Ελλήνων».

            Όμως, η ονομασία «πρώην Βασιλεύς των Ελλήνων» αντίκειται τόσο στο άρθρο 4 παρ. 7 του Συντάγματος, όσο και στο άρθρο 6 παρ. 4 του Νόμου 2215/1994, το οποίο ορίζει ότι απορρίπτονται, ως απαράδεκτα, ένδικα μέσα αν ο διάδικος χρησιμοποιεί για τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του παλαιούς τίτλους ευγενείας ή την ονομασία πολιτειακού αξιώματος που κατείχε, ακόμη και με την ένδειξη πρώην ή τέως.

            Με βάση τις παραπάνω διατάξεις ισχυρή μειοψηφία Συμβούλων της Επικρατείας τάχθηκε υπέρ της απόρριψης της αίτησης ως απαράδεκτης.

            Κατά την πλειοψηφίσασα όμως άποψη, η οποία στηρίχθηκε στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος ότι όλοι δικαιούνται έννομης προστασίας από τα δικαστήρια, όταν προσβάλλονται δικαιώματα ή συμφέροντά τους, έκρινε ότι η ονομασία «πρώην Βασιλεύς των Ελλήνων» δεν αναφέρεται στην αίτηση ως τίτλος ευγενείας, που ρητά απαγορεύει το άρθρο 4 παρ. 7 του Συντάγματος, αλλά για να προσδιοριστεί η ταυτότητα του αιτούντος.

            Έτσι, η αίτηση δεν απερρίφθη ως απαράδεκτη και η δίκη συνεχίστηκε κανονικά, αναδεικνύοντας, εκτός των άλλων, την υψηλού επιπέδου δικαιοκρισία του Συμβουλίου της Επικρατείας.

            Από το ανωτέρω συντομότατο ιστορικό της απόφασης 4575/1996 του Σ.τ.Ε., αλλά και από την ανάγνωση του πλήρους κειμένου της, που αριθμεί 30 δακτυλογραφημένες σελίδες, συνάγεται ότι το άρθρο του κ. Τσάκα στη φιλοβασιλική ιστοσελίδα και η ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου (;) του Δήμου, εφαρμόζοντας τη λεγόμενη αφαιρετική μέθοδο, επέλεξαν ένα μικρό τμήμα από το σκεπτικό της απόφασης και το χρησιμοποίησαν ανεπίτρεπτα ως ισχυρισμό για να υποστηρίξουν την άποψή τους και να πείσουν τους ανυποψίαστους αναγνώστες.

            Συνάγεται επίσης ότι τόσο η ανωτέρω απόφαση, όσο και η λοιπή δικογραφία, από τα στοιχεία που μέχρι σήμερα μπόρεσα να ερευνήσω, ουδαμού μνημονεύουν ισχυρισμό του τέως βασιλιά, αναφερόμενο στη Συνθήκη της Βιέννης του 1815.

            Συνάγεται, τέλος, εκτός των άλλων, ότι ουδόλως νομιμοποιείται σήμερα στη Χώρα μας η προσαγόρευση «Μεγαλειότατε» προς τον έκπτωτο βασιλιά σε δημόσια τελετή παγκόσμιου χαρακτήρα και, μάλιστα, από τον κ. Δήμαρχο της Παγκόσμιας Πόλης της Ολυμπίας, αφού ακόμη και την ονομασία «πρώην Βασιλεύς των Ελλήνων» απαγορεύει το Σύνταγμα της Ελλάδας (άρθρο 4 παρ. 7).

            Η τρίτη έκπληξη

            Στην πρώτη, μετά την τελετή Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας, συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ολυμπίας (30-5-2016) ο αρχηγός της Συμπαράταξης Πολιτών κ. Θεόδωρος Παπαηλιού, έγκριτος δικηγόρος, γνωστός για τη βαθιά πολιτική του σκέψη αλλά και για την ιδιαίτερη ευαισθησία του στα θεσμικά ζητήματα, με μια πλήρως τεκμηριωμένη εισήγηση ζήτησε από το  Σώμα να καταδικάσει τη γενομένη από τον κ. Δήμαρχο προσφώνηση «Μεγαλειότατε» προς τον έκπτωτο βασιλιά και να δημοσιευτεί η σχετική απόφαση τον Τύπο.

            Για όσους γνωρίζουν καλά τον κ. Παπαηλιού, αυτό δεν θα μπορούσε να αποτελέσει έκπληξη. Ήταν αναμενόμενο. Η έκπληξη, όμως, που χαρακτηρίστηκε ως ιδιαίτερα δυσάρεστη, ήρθε αμέσως μετά, όταν η παράταξη του κ. Δημάρχου απέρριψε χωρίς επαρκή αιτιολογία το αίτημα του κ. Παπαηλιού με διαφορά μιάς ψήφου (10 έναντι 9).

            Ωστόσο, το αίτημα του κ. Παπαηλιού υποστήριξαν και οι δύο άλλοι αρχηγοί των παρατάξεων της μειοψηφίας, ο κ. Γ. Αηδόνης και ο κ. Γ. Τζαβάρας, με όλους ανεξαιρέτως τους Συμβούλους τους. Γι΄αυτήν τη γενναία πολιτική τους στάση θεωρώ ότι τους αξίζει ο δημόσιος έπαινος.

            Δυστυχώς, η πλειοψηφική παράταξη του  κ. Δημάρχου με ευθύνη του ιδίου αρνήθηκε ουσιαστικά το διάλογο. Έτσι, ο ειλικρινής και ανεμπόδιστος λόγος θυσιάστηκε ως άλλη Ιφιγένεια στο βωμό της παραταξιακής πειθαρχίας, σε ένδειξη αλληλεγγύης προς τον αρχηγό, ο οποίος αντί να αναγνωρίσει το θεσμικό ολίσθημά του, το υπερασπίστηκε έμμονα, φέρνοντας σε δεινή θέση την παράταξή του.

            Ὀμως, η εμμονή σε ένα ολίσθημα οδηγεί σε αλλεπάλληλα ολισθήματα, τα οποία διαβρώνουν ηθικά μια δημοκρατική παράταξη, την απομακρύνουν ολοένα και περισσότερο από τις δημοκρατικές παραδόσεις, απομειώνουν συνεχώς το κύρος της στην κοινωνία και ακολούθως την οδηγούν νομοτελειακά στην ήττα.

            Έχω την πεποίθηση ότι όλοι οι Δημοτικοί Σύμβουλοι της δημοκρατικής παράταξης του κ. Δημάρχου, ιδιαίτερα οι παλαιότεροι, αντιλαμβάνονται απολύτως τ΄ανωτέρω, αφού άλλωστε δεν έχουν κανέναν λόγο να αισθάνονται υπερήφανοι μετά τα συμβάντα των τελευταίων 2 μηνών.

            Ύστερα απ΄ όλα αυτά είναι διδακτικό να θυμηθούμε τον αείμνηστο Γ. Παπανδρέου, ο οποίος στις 19 Μαρτίου 1964, μετά τη διαφοροποίηση 30 Βουλευτών του κατά την εκλογή του Προέδρου της Βουλής Γ. Νόβα, εδήλωσε πικρά και οργισμένα: εγίναμεν η χλεύη των ηττημένων.

            Στη δική μας περίπτωση ηττημένες είναι και οι τρεις παρατάξεις της μειοψηφίας, οι οποίες όμως με ορθοφροσύνη, γενναιότητα και πίστη στο δημοκρατικό πολίτευμα της Χώρας, αλλά και στον όρκο τους, στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, κερδίζοντας δίκαια τη συμπάθεια και τον έπαινο των δημοκρατικών πολιτών.

            Αντίθετα, η πλειοψηφική δημοκρατική παράταξη με υπαιτιότητα του κ. Δημάρχου κέρδισε τη συμπάθεια και τον έπαινο του έκπτωτου βασιλιά και  των ελάχιστων νοσταλγών της βασιλείας, στηλιτεύτηκε όμως από το δίκαιο ψόγο της συντριπτικής πλειοψηφίας του Λαού μας.

            Στους αναγνώστες του παρόντος άρθρου επαφίεται η φροντίδα να κρίνουν ποιός, στη δική μας περίπτωση,  «έγινε η χλεύη των ηττημένων».

*

Οι επικρίσεις που ανωτέρω διατυπώνω δεν αποσκοπούν να παραδοθεί επί πίνακι η κεφαλή του κ. Δημάρχου. Αντίθετα, αποβλέπουν στο αληθές συμφέρον του κ. Δημάρχου με τον οποίο με συνδέουν ισχυροί δεσμοί οικογενειακής φιλίας, που ξεκινούν από τα μέσα του 19ου αιώνα και συνεχίζονται αδιατάρακτα μέχρι σήμερα, παρά τις κατά καιρούς διαφωνίες μας.

            Ο κ. Δήμαρχος γνωρίζει τις αρχές μου, την αυστηρότητά μου, αλλά και την προς τον ίδιο και την οικογένειά του εκτίμηση και φιλία μου. Γνωρίζει ακόμη ότι τηρώ απαρέγκλιτα την Αριστοτελική ρήση «Φίλος μεν Πλάτων, φιλτάτη δ΄αλήθεια».

            Με το δικαίωμα που μου παρέχει η σχέση αυτή, αλλά και η ηλικία μου, ίσως δε και η πείρα μου, επιθυμώ εκ βαθέων να τον συμβουλεύσω ειλικρινά και χωρίς προκαταλήψεις, να κλείσει το θέμα της προσφώνησής του προς τον έκπτωτο βασιλιά με δική του πλέον πρωτοβουλία, να φανεί γενναίος, να αναγνωρίσει ότι ήταν θεσμικό ολίσθημά του, και για όσο χρόνο στο μέλλον θα βρίσκεται στο αξίωμα του Δημάρχου της Παγκόσμιας Πόλης μας να μην το επαναλάβει, καθώς «έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης» (Ματθ. 27, 64). ΄Αλλωστε, η επανάληψη μπορεί υπό συγκεκριμένες συνθήκες να προκαλέσει τα ανακλαστικά της κοινωνίας ή των θεσμών, πράγμα που συχνά οδηγεί σε επικίνδυνες και ανεξέλεγκτες καταστάσεις και συνέπειες για τους εξής, κυρίως, λόγους: α) διότι, αυτός που κάνει χρήση της προσαγόρευσης «Μεγαλειότατε» προς τον έκπτωτο βασιλιά, μπορεί να θεωρηθεί ότι αμφισβητεί ή δεν αναγνωρίζει το πολίτευμα της Χώρας, άποψη που στηρίζεται στο άρθρο 1 του Συντάγματος της Ελλάδας, και β) διότι το Σύνταγμα της Ελλάδας θεωρεί θεμελιώδη την υποχρέωση όλων των Ελλήνων να το σέβονται και να είναι αφοσιωμένοι στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία (ακροτελεύτιο άρθρο 120 παρ. 2).

            Για τους αμέσως ανωτέρω λόγους ο όρκος που δίνουν οι δημόσιοι λειτουργοί, οι κρατικοί εν γένει υπάλληλοι και οι αιρετοί άρχοντες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στις πρώτες λέξεις του περιέχει τη διαβεβαίωση του ορκιζόμενου ότι θα τηρεί πιστά το Σύνταγμα και τους Νόμους.

            Το θέμα επομένως είναι εξαιρετικά  λεπτό και πολύπλοκο, συνδέεται δε άρρηκτα με ιδιαίτερες ευαισθησίες του Λαού μας. Γι΄αυτό οδηγήθηκα στην απόφαση να συμβουλεύσω τον κ. Δήμαρχο να το κλείσει ο ίδιος το συντομότερο δυνατόν. Όσο αυτό θα παραμένει ανοιχτό, οι μειοψηφικές παρατάξεις του Δήμου θα το υπενθυμίζουν από καθήκον σε κάθε ευκαιρία, η κοινή γνώμη θα το συζητεί επικριτικά για το Δήμο και προσωπικά για τον κ. Δήμαρχο, το κύρος του Δήμου και του κ. Δημάρχου θα πλήττεται καθημερινά, η απαραίτητη για σημαντικά θέματα συνοχή του Δημοτικού Συμβουλίου θα δοκιμάζεται και οι θεσμοί θα πληγώνονται.  Χωρίς αμφιβολία πρόκειται για χαίνουσα πληγή η οποία συνεχώς θα μεγεθύνεται και θα αιμορραγεί.  Αυτή η κατάσταση υποχρεώνει τον κ. Δήμαρχο να αρθεί, και αυτός, στο ύψος των περιστάσεων. Αυτό είναι το καθήκον του. Ας αποφασίσει.

            Με αυτές τις τελευταίες σκέψεις κλείνω αυτό το άρθρο, το οποίο πήρε έκταση μεγαλύτερη του κανονικού από σεβασμό προς την ιδιαίτερη βαρύτητα του θέματος που πραγματεύεται, αλλά και για την ολοκληρωμένη ενημέρωση όλων όσοι θα με τιμήσουν διαβάζοντάς το.

            Τέλος, εύχομαι και ελπίζω η απόφαση του κ. Δημάρχου να είναι δημιουργική και ωφέλιμη για όλους, ιδιαίτερα όμως για τους δημοκρατικούς μας θεσμούς και τον ιστορικό μας Δήμο. Είθε!

Η ανωτέρω φωτογραφία απεικονίζει τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο με την οικογένειά του και συνδημοσιεύεται μαζί με το άρθρο του κ. Μάρκου Τσάκα στη φιλοβασιλική ιστοσελίδα: www.royalchronicles.gr  έχοντας ενσωματωμένον και τον τίτλο του άρθρου «Περί βασιλικών τίτλων και προσφωνήσεων σε μια Δημοκρατία».


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Καιρός Πύργος