Η Δημόσια Δωρεάν Παιδεία στο απόσπασμα
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”81577″ img_size=”full”][vc_column_text]Οι κυβερνητικές εξαγγελίες για τον τρόπο πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση «ξύπνησαν» τους χειρότερους εφιάλτες της εκπαιδευτικής κοινότητας, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας γενικότερα, αφού είναι πλέον απτός ο κίνδυνος του μαζικού αποκλεισμού των παιδιών, κυρίως της εργατικής τάξης, από την πανεπιστημιακή μόρφωση, με τα πλέον ξεκάθαρα ταξικά κριτήρια.
Όσο και αν η κυβέρνηση και η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας προσπαθούν να κρύψουν αυτήν την πραγματικότητα μέσα από αστικά ιδεολογήματα τύπου «αριστείας», η σαφής πρόθεσή τους να εμπορευματοποιήσουν την Παιδεία προς όφελος των «εχόντων» και των κάθε φορά αναγκών της αγοράς και όχι προς όφελος της κοινωνίας και των αναγκών της χώρας, ξεπροβάλει πιο νοσηρή από ποτέ.
Η «λαιμητόμος» της «διπλής βάσης»
«Έχουμε μια δέσμη μέτρων, με βάση και τις εξαγγελίες, αλλά και το γενικότερο σχεδιασμό που έχει ανακοινωθεί για την εκπαιδευτική πολιτική, η οποία φαίνεται ότι δεν ευνοεί και άρα το πιθανότερο είναι ότι θα μειώσει, τον αριθμό των εισαγόμενων φοιτητών στα τριτοβάθμια ιδρύματα» «Σε αυτά τα μέτρα έχει βέβαια ένα σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει το γεγονός ότι τα ίδια τα πανεπιστήμια θα ορίζουν, σε κάθε τμήμα και σχολή, πόσους φοιτητές θα δεχθούν, από την άλλη πλευρά όμως φαίνεται ότι υπάρχει και αυτή η διπλή βάση που έχει ανακοινωθεί ότι θα εφαρμοστεί.
»Διπλή βάση σημαίνει ότι από τη μια μεριά θα υπάρχει μια βάση που θα την ορίζει η πολιτεία και αυτή η βάση σχεδόν ταυτίζεται με το μισό του άριστα, δηλαδή με το 10 και από την άλλη πλευρά έχουμε μια δεύτερη βάση που θα την ορίζει η κάθε σχολή ή τμήμα που θα εκτιμά ότι πρέπει να δυσχεράνει ακόμη περισσότερο την πρόσβαση. Επομένως, με αυτόν τον τρόπο – και καθώς η πολιτεία απεμπολεί το δικαίωμά της που είχε μέχρι τα τώρα και το εφάρμοζε, να ορίζει πόσα παιδιά θα ενταχθούν σε κάθε σχολή, αλλά όριζε και τη βάση που τώρα θα την ορίζουν οι σχολές – φαίνεται ότι κατακερματίζεται αυτό το κεντρικό δικαίωμα της πολιτείας και παίζουν και άλλοι παράγοντες σημαντικό ρόλο».
Αυτό πρακτικά σημαίνει από την εμπειρία που υπάρχει, ότι θα είναι πολύ χαμηλότερος ο αριθμός των εισακτέων, με βάση τις προτάσεις των σχολών που είχαν γίνει τα προηγούμενα χρόνια.
Επιπλέον με τον «κόφτη» της βάσης του 10, ακόμη κι αν υπάρχουν θέσεις, αν ο μαθητής δεν περάσει αυτή τη βάση, δεν θα περνάει και στη σχολή. Αυτό, όμως, είναι τεχνητό, διότι, τι σημαίνει “βάση” και ποιος την καθορίζει; Μπορεί, έτσι, μία κυβέρνηση, επιλέγοντας τη δυσκολία των θεμάτων να αυξομειώνει τον αριθμό των εισακτέων, να είναι σαν ένα “ασανσέρ” – κόφτης: “Θέλω να πάρω τόσους, άρα βάζω δύσκολα θέματα”».
Η «λαιμητόμος» της Τράπεζας Θεμάτων και η «δεξαμενή» των σχολών επαγγελματικής κατάρτισης
«Το σοβαρότερο είναι ότι στο Λύκειο θα εξετάζονται όλα τα μαθήματα – ενώ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχαν μειωθεί σε τέσσερα με έξι τα εξεταζόμενα- και θα μετράνε και οι βαθμοί και των τριών τάξεων, με Τράπεζα Θεμάτων
Αυτό σημαίνει ότι τα θέματα δεν τα βάζει ο καθηγητής, αλλά μπαίνουν μέσα από μια Τράπεζα Θεμάτων, με αποτέλεσμα να υπάρχουν περισσότερα παιδιά που θα απορρίπτονται. Αυτό θα γίνεται από την Α’ Λυκείου και θα μετράνε όλοι οι βαθμοί για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο, κάτι το οποίο θα οδηγήσει σε έναν βαθμοθηρικό ανταγωνισμό. Άρα όλο το Λύκειο οδηγείται στη λογική του ανταγωνισμού και της βαθμοθηρίας, με στόχο τα παιδιά να φύγουν από το Λύκειο.
Φαίνεται ότι μια τέτοια πολιτική στο σύνολό της αλλάζει σε σημαντικό βαθμό και την ίδια τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Δηλαδή έρχονται επιπτώσεις κυρίως στο Λύκειο, διότι πράγματι θα καταστήσει και το Λύκειο δέσμιο αυτών των επιλογών. Η φοίτηση στο Λύκειο και οι όποιες βαθμολογικές επιπτώσεις σε αυτό θα υπολογίζονται για την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, άρα και το Λύκειο εργαλειοποιείται ακόμη περισσότερο στην προοπτική της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και μάλιστα στις επίζηλες σχολές.
Η μεγάλη αντίφαση
Εάν δεχθούμε αυτό που τονίζει η σημερινή πολιτική της ΝΔ, ότι δεν έχει νόημα να δημιουργείς επιστημονικό δυναμικό σε έναν τομέα ο οποίος μαστίζεται ήδη από την ανεργία, τότε από τη μια μεριά αυτό προϋποθέτει μια ενδοστρεφή ακαδημαϊκή εκπαίδευση, η οποία βασίζεται μόνο στην ελληνική πραγματικότητα και όχι και στη διεθνή – προς την οποία έτσι κι αλλιώς προσανατολιζόμαστε και αυτό το λέω ανεξάρτητα από την κρίση – και από την άλλη τίθεται το εξής ερώτημα: Εάν έτσι έχουν τα πράγματα – όπως δείχνει η ίδρυση της Νομικής Σχολής στην Πάτρα και η ακύρωσή της – τότε πώς συμβαίνει ταυτόχρονα να προωθείται η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων; Δηλαδή φαίνεται για τη μια περίπτωση χρησιμοποιείται το επιχείρημα του υπερβολικού επιστημονικού δυναμικού που οδηγείται στην ανεργία, ενώ για την άλλη περίπτωση κρίνεται ως αναγκαίο να συσταθούν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αυτό ως αντιφατικός λόγος στην πράξη πιθανόν να υποκρύπτει αυτή τη διάθεση να δημιουργηθεί ένα επιστημονικό δυναμικό, ειδικά για τα ιδιωτικά τριτοβάθμια ιδρύματα.
Άρα η μία επίπτωση είναι η αύξηση της πελατείας στα φροντιστήρια, που σημαίνει ότι ο πιο φτωχός θα εγκαταλείπει και θα πηγαίνει στην κατάρτιση και βεβαίως είναι ότι το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα στρεβλώνεται. Όλο μπαίνει στη λογική του “εξεταστικά χρήσιμου”, άρα έχουμε στρέβλωση όλης της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Θα αυξηθεί η μετανάστευση των νέων στο εξωτερικό. Θα έχουμε αύξηση πελατείας στα ιδιωτικά κολέγια και βέβαια θα προκύψει και αγορά για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αυτό βρίσκεται στο βάθος: Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και η πελατεία στην ιδιωτική εκπαίδευση. Και βέβαια ο κίνδυνος να κλείσουν πολλές σχολές στην επαρχία, με ό,τι αυτό σημαίνει για τις τοπικές κοινωνίες.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]