Γιώργος Παναγιωτόπουλος: «Όταν τα λόγια περισσεύουν και οι πολιτικές αδυνατούν»
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”60626″ img_size=”full”][vc_column_text]3η Δεκεμβρίου: Διεθνής Ημέρα των ΑμΕΑ
Η 3η Δεκεμβρίου, καθιερώθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με το υπ. αριθμ.47/88 ψήφισμα το 1992, ως Διεθνής Ημέρα των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες, με απώτερο στόχο τη λήψη των αναγκαίων κοινωνικών και εκπαιδευτικών μέτρων για την προώθηση της επικοινωνίας, της αλληλογνωριμίας, της κοινωνικής αλληλεγγύης, της αλληλοαποδοχής και της συνεργασίας μεταξύ των ατόμων με /και χωρίς ειδικές ανάγκες.
Η Ελληνική Πολιτεία υιοθέτησε το ψήφισμα και τους πρότυπους κανόνες του ΟΗΕ (1993) με το Νόμο 2430/1996 και καθιέρωσε την 3η Δεκεμβρίου, και ως Εθνική Ημέρα των ΑμΕΑ προς την κατεύθυνση της εξίσωσης των ευκαιριών για τα άτομα με αναπηρίες, της αποδοχής του δικαιώματος στη διαφορά και της εξάλειψης των διακρίσεων.
Οράματα και προσδοκίες τόσο της Διεθνούς όσο και της Εθνικής Ημέρας των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες, είναι η παροχή ίσων ευκαιριών στην εκπαίδευση, στην απασχόληση, στην υγεία και στην πρόνοια και η παροχή της αναγκαίας, για κάθε είδος αναπηρίας, υποστήριξης για μια ισότιμη και πλήρη συμμετοχή σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής.
Όμως η ημέρα δεν αποτελεί μια επετειακή αναφορά «ρουτίνας», αλλά ημέρα ενδοσκόπησης, ημέρα αφιερωμένη στη ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑ που ορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη.
Αυτή η συστατική ιδιότητα διαμορφώνει τη μοναδικότητα του ανθρώπου στο εργοτάξιο της κοινωνικής και παγκόσμιας προόδου με τις διαφορετικές ανάγκες, τις διαφορετικές προτεραιότητες, τις διαφορετικές αξίες, το διαφορετικό τρόπο ζωής.
Και η ζωή των ατόμων με αναπηρίες είναι ακριβώς αυτό, ένας ακόμη διαφορετικός τρόπος ζωής.
Άτομα με αναπηρίες δεν υπάρχουν. Ο χαρακτηρισμός αποτελεί μια κοινωνική κατασκευή «κατηγοριοποίησης», την οποία η ανθρωπότητα δεν έχει ανάγκη. Αντίθετα απαιτεί την αναγνώριση των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών και αυτό το δεδομένο αποτελεί πλέον παγκόσμια συνείδηση.
Η σημερινή ημέρα είναι ημέρα άσκησης κοινωνικού ελέγχου, κοινωνικής διαμαρτυρίας, απολογισμού και προγραμματισμού δράσεων, ώστε να δοθεί η δυνατότητα σε κάθε άτομο με αναπηρία, αξιοποιώντας τις ικανότητές του, να ενταχθεί επαγγελματικά και ηθικά στο κοινωνικό σύνολο.
Αυτό που προέχει δεν είναι ο οίκτος και η φιλανθρωπία (πρόνοια), αλλά το ευνόητο καθήκον της δημιουργίας κοινωνικών όρων και συνθηκών μέσα από τις οποίες η ιδιαιτερότητα της αναπηρίας δεν αποτελεί πλέον κοινωνική διάκριση, αλλά δικαίωμα στη διαφορά.
Η καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και ο σεβασμός της διαφορετικότητας του άλλου, επιβάλλουν την ισότιμη αντιμετώπιση, φροντίδα και στήριξη των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες, στο πλαίσιο του σεβασμού των ανθρωπίνων και κοινωνικών δικαιωμάτων και του σύγχρονου κοινωνικού και πολιτισμικού γίγνεσθαι.
Ο κόσμος των ΑμΕΑ, που αποτελούσαν για αιώνες μια περιθωριακή κοινωνική κατηγορία στη σκιά των εξελίξεων, στην εγκατάλειψη, στην ανέχεια, στην εξάρτηση, στην έλλειψη κοινωνικής προστασίας, στη στέρηση έκφρασης και υπεράσπισης των δικαιωμάτων της, δεν είναι ένας άγνωστος κόσμος.
Οι σύγχρονες κοινωνικές διεργασίες σε παγκόσμιο επίπεδο, η υιοθέτηση πολιτικών μεθόδων με αξιακό προσανατολισμό την αρχή της «ίσης μεταχείρισης», με αρωγούς την επιστήμη, την τεχνογνωσία και τις θεραπευτικές τεχνικές, με την παράλληλη θέσπιση ενός επαρκούς νομικού πλαισίου για την προστασία των ειδικών κατηγοριών, υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα της ενεργοποίησης, αξιοποίησης και οριστικής ενσωμάτωσης των ΑμΕΑ, ως αυτενεργών και διεκδικητικών κυττάρων μιας κοινωνίας στην οποία απολαμβάνουν όλοι τα αγαθά της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης.
Η αναπηρία δεν προσεγγίζεται ως ατομικό, αλλά ως κοινωνικό πρόβλημα. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα ΑμΕΑ δεν είναι συνέπεια των δικών τους λειτουργικών περιορισμών μόνον, αλλά και συνέπεια της αποτυχίας της κοινωνίας να ενστερνιστεί τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητές τους.
Ο σεβασμός των δικαιωμάτων του «διαφέρειν» και της μη διάκρισης, είναι υποχρέωση κάθε οργανωμένης και δημοκρατικής κοινωνίας, αλλά και κάθε ελεύθερα στοχαζόμενου και ευαισθητοποιημένου πολίτη στη «μετανεωτερική» πραγματικότητα της συλλογικής προσπάθειας διαχείρισης του χώρου.
Τα αιτήματα των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες, για έμπρακτη εφαρμογή της αρχής της ισότητας, για εξασφάλιση της ατομικής προστασίας, για ίση μεταχείριση και αξιοποίηση των πολιτισμικών αγαθών και για εξάλειψη του κοινωνικού αποκλεισμού, επιβάλλουν την ικανοποίησή τους.
Αποτελούν το κυρίαρχο μέλημα μιας προνομιακής πολιτικής, η οποία έχει βασικούς άξονες τη διαμόρφωση μιας κοινωνίας αλληλεγγύης και ανοχής. Την παροχή ίσων ευκαιριών, τη στήριξη του ατόμου με αναπηρίες και της οικογένειάς του, τις παρεμβάσεις σε θεσμικό και οικονομικό επίπεδο που εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης.
Προτάσσουν την πλήρη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρίες στις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές διαδικασίες, με απόλυτο σεβασμό στις προσωπικές τους επιλογές και επιδιώκουν τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου, σύγχρονου, αποτελεσματικού, προσβάσιμου και αποκεντρωμένου δικτύου κοινωνικών υπηρεσιών που προσφέρει κάλυψη και φροντίδα σε όλους.
Τα ΑμΕΑ, ζωντανό και αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας, αναζητούν το δικαίωμά τους στην ευτυχία και στην παραγωγική διαδικασία με την εξάλειψη όλων των κοινωνικών και νομικών περιορισμών που αποκλείουν τη θετική ένταξη, την κοινωνική αυτοπεποίθηση και την ανεξαρτησία τους, σε μια κοινωνία ανοικτή σε αλληλεπιδράσεις που αντιλαμβάνεται τον πολίτη με αναπηρία ως πολίτη αυτεξούσιο, με βούληση, επιθυμίες, ανάγκες, φιλοδοξίες και όνειρα.
Η 3η Δεκεμβρίου επικαιροποιεί το μέγεθος του προβλήματος και τη διαπίστωση, πόσο η θεωρία, οι καλές προθέσεις, οι επαναλαμβανόμενες εξαγγελίες και σκέψεις κουράζουν και αποδυναμώνουν την πράξη, πόσο οι πολιτικές που έχουν μέχρι σήμερα θεσπιστεί για τα άτομα μα αναπηρίες κατακλύζονται από «συναίσθημα» στην υπηρεσία του πολιτικού marketing.
Τα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες υπάρχουν και διεκδικούν την αυτόνομη και καταξιωμένη παρουσία τους. Η στήριξή τους είναι υπόθεση ΟΛΩΝ!
Χρειάζεται η άσκηση νέας κοινωνικής πολιτικής του κράτους που να απελευθερώνει το άτομο, που ζει κάτω από συνθήκες αναπηρίας και ανικανότητας από τα κοινωνικά και επαγγελματικά στερεότυπα, να του δίνει τη δυνατότητα να κάνει επιλογές ανεξαρτησίας. Να του δίνει τη δυνατότητα να επιλέγει και να υλοποιεί αυτό που θεωρεί προσωπικό τρόπο ζωής δίχως εξάρτηση και προνοιακές προσφορές, αυτόνομο και ελεύθερο.
Η κρατική παρέμβαση απαιτεί και την παράλληλη συστράτευση των τοπικών κοινωνιών που μέσα από ένα πλέγμα δράσεων κοινωνικής συμμετοχής και αλληλεγγύης να συμβάλλουν στην κοινωνία των ίσων ευκαιριών και δυνατοτήτων και στην καταπολέμηση των διακρίσεων.
Δεν απαιτούνται μόνο κέντρα αποκατάστασης, αλλά κυρίως κέντρα εκπαίδευσης των ανθρώπων για να αντιμετωπίσουν έναν ακήρυχτο πόλεμο ενάντια σε ό,τι αποκλίνει από το «αποδεκτό» και το «κανονικό».
Η αναπηρία δεν είναι ασθένεια. Είναι κάτι πολύ περισσότερο που αφορά και επηρεάζει όλες τις ανθρώπινες κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές δραστηριότητες.
Είναι μια ιδεολογική, οικονομική και πολιτική πρόκληση στη σύγχρονη «ανθρωπιστική» κοινωνία για ισότιμη ένταξη και συμμετοχή των ατόμων με Αναπηρίες στην οικογένεια, στην κοινότητα, στο εργασιακό και φυσικό περιβάλλον.
Η αλλαγή πολιτικής, η αλλαγή νοοτροπίας χρειάζονται μεθοδικότητα, δυναμικότητα, προγραμματισμό και συντονισμένη δράση, για την αντιμετώπιση του προβλήματος με ευαισθησία, σύνεση, σεβασμό και συνείδηση ευθύνης.
Η 3η Δεκεμβρίου αποτελεί την αφετηρία μιας προωθητικής δύναμης αλλαγής, μεταρρύθμισης και κοινωνικού εκσυγχρονισμού της διεθνούς και εθνικής κοινότητας για την κοινωνική εικόνα της αναπηρίας, στη βάση της ΑΡΧΗΣ της ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ και της ΑΠΟΥΣΙΑΣ ΤΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ.
Παναγιωτόπουλος Γιώργος
Επικ. Καθηγητής [/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]