Αθήνα 2004: Νόμοι και συμβάσεις, εκμαυλισμός κι ένα καραβάκι που δεν βρήκε λιμάνι…
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”117992″ img_size=”full”][vc_column_text]Ήταν13 Αυγούστου πριν 16 χρόνια, όταν στην Αθήνα ξεκινούσε η ιστορική τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνα 2004, που θεωρείται και δικαίως, η καλύτερη που έχει παρουσιαστεί μέχρι σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και όσοι ήταν φανατικά αντίθετοι με την ανάληψη μίας τόσο μεγάλης διοργάνωση από την χώρα μας, εξαιρούν από την κριτική τους το εξαιρετικό πολιτιστικό-καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που παρουσίασε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου και οι συνεργάτες του.
Έχουν γραφτεί και έχουν ειπωθεί πολλά για το οικονομικό μέρος των αγώνων, την σπατάλη και τον αντιφατικό απολογισμό, τις εγκαταστάσεις που αφέθηκαν και αράχνιασαν, τα οφέλη εν πολλοίς ή τη ζημιά που μας κληρονόμησαν.
Εκείνο που ίσως δεν έχει αναλυθεί με ψυχραιμία και ρεαλισμό, είναι ο τρόπος που μπορεί μία χώρα ( όποια και να είναι ), να διοργανώσει μεγάλες αθλητικές συναντήσεις. Από την αρχή της διεκδίκησης έως και την ολοκλήρωση μεγάλων αγώνων, υπάρχει ένα κοινό νήμα που δένει ( ή χωρίζει κάποιες φορές ) τις προσπάθειες των πόλεων ή των κρατών να φέρουν σε πέρας το εγχείρημα.
Κατ’ αρχήν ΟΛΟΙ οι διεθνείς αγώνες ( στίβου, ποδοσφαίρου, μπάσκετ κλπ ) είναι ιδιοκτησία όχι αυτών που τους αναλαμβάνουν και τους διοργανώνουν, αλλά των διεθνών ομοσπονδιών. Δεν είναι καθόλου υπερβολή ότι μία χώρα όταν αναλαμβάνει Ολυμπιακούς, Μουντιάλ, παγκόσμιο στίβου κλπ, εκχωρεί μέρος την ανεξαρτησίας της, ουσιαστικά δέχεται όρους, διατάξεις και συμβάσεις που είναι αντίθετοι ή αναιρούν εθνικούς νόμους.
Αν κάποιος διαβάσει με προσοχή στα συμφωνητικά ανάληψης, τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει ένα κράτος ή μία πόλη, το λιγότερο που θα δει, είναι την απόλυτα αποικιοκρατική σχέση που διέπει τα δύο μέρη, με τον ιδιοκτήτη της διοργάνωσης ( ΔOΕ, FIFA, FIBA κλπ ) να έχει εξουσίες και προνόμια που επ’ ουδενί δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τη δυνατότητα ( νομική ή οικονομική ) του οικοδεσπότη να αντεπεξέλθει.
Για τις υπερεθνικές ομοσπονδίες και την τεράστια αθλητική βιομηχανία με τους εντυπωσιακούς τζίρους ( πάνω από 3,3% του παγκόσμιου εμπορίου, δίχως να υπολογίζεται ο τζίρος από το νόμιμο και παράνομο στοίχημα που μόνο αυτός ξεπερνά το ένα τρις δολάρια ), το θέμα τίθεται σχεδόν κυνικά : Θέλετε αγώνες; οκ, αλλά οι όροι δικοί μας.
Το παράδειγμα των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης το 1992 αποτελεί μέχρι σήμερα οδηγό για το πώς είναι δυνατό να αλλάξει μορφή μία πόλη, εννοείται προς το καλύτερο, πετυχαίνοντας και τους δύο στόχους : άψογη διοργάνωση και πνοή για την συνέχεια με έργα που προωθούν την ανάπτυξη, τον τουρισμό και την συνολική αναβάθμιση μίας περιοχής.
Ένα όντως σοβαρό πρόβλημα που αφορά την άρτια προετοιμασία και την σωστή διεξαγωγή των μεγάλων αθλητικών εκδηλώσεων, είναι ο φορέας που καλείται να φέρει σε πέρας το όλο εγχείρημα, δηλαδή η νομική του μορφή. Αν μιλήσουμε για την Ελλάδα, ότι έχουμε αναλάβει στο παρελθόν, διοργανώθηκε και κυρίως χρηματοδοτήθηκε από το δημόσιο ( ανεξαρτήτως της εταιρικής μορφής του φορέα ).
Αν εξαιρέσουμε τους Ολυμπιακούς της Αθήνας που συστάθηκαν 2 ειδικές επιτροπές εκτός από την κυβερνητική και το οικονομικό βάρος αφορούσε στην ουσία τον κρατικό προϋπολογισμό, σε άλλους μεγάλους αγώνες το χρήμα «έρρεε» μέσω ΟΠΑΠ και τώρα πλέον από την Γ.Γ Αθλητισμού.
Εκεί ακριβώς εντοπίζονται ουσιαστικά θέματα αναφορικά με τα στελέχη που θα κληθούν να οργανώσουν τέτοιου μεγέθους υπερπαραγωγές. Αναφερόμαστε σε εκατοντάδες επαγγελματίες με τεράστια εμπειρία, που συνήθως τους συναντάς σχεδόν σε όλους τους μεγάλους αγώνες και επωμίζονται μεγάλη ευθύνη, δουλεύουν χωρίς ωράρια και αργίες και είναι αυτονόητο πως έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις αμοιβής. Να σημειωθεί ότι είναι αδύνατον να διανοηθεί κάποιος που δεν έχει εργαστεί σε τέτοιου είδους project, το πόσο δύσκολο είναι, δαιδαλώδες και με απαραίτητη την ειδική γνώση.
Αν ο φορέας που έχει συσταθεί για μία διοργάνωση ακολουθεί το δημόσιο λογιστικό, αυτόματα και οι αμοιβές θα είναι αυτές των δ. υπαλλήλων. Ουδείς σοβαρός επαγγελματίας θα αναλάμβανε στελεχική θέση με τέτοιες απολαβές.
Περίπου ίδια θέματα προκύπτουν σε ότι αφορά κατασκευές, προμήθειες, διαγωνισμούς κλπ. Γιατί όταν όλα πηγαίνουν εντός χρονοδιαγράμματος, κάτι που παγκοσμίως είναι σπάνιο, τότε έχει ο διοργανωτής την άνεση χρόνου να διαπραγματευτεί, να τηρηθούν όλες οι νόμιμες διαδικασίες. Ωστόσο έρχονται στιγμές που πρέπει να παρθούν αποφάσεις με το «μαχαίρι στο λαιμό», με το διακύβευμα να είναι : κάνω ή δεν κάνω τους αγώνες ;
Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι γύρω από τους διαγωνισμούς και τις προμήθειες μεγάλων αθλητικών διοργανώσεων, υπάρχει ένα κύκλωμα που μαθαίνει τα πάντα, συνασπίζεται, σε κάποιες περιπτώσεις είναι μονοπώλιο και έχει την δυνατότητα να οδηγεί τα πράγματα εκεί που θέλει προς όφελος του.
Τούτων δοθέντων κι επειδή είναι πολύ μεγάλη η συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα, ένα βασικό ερώτημα έχουν να απαντήσουν όσοι ενδιαφέρονται να αναλάβουν Ολυμπιακούς, Μουντιάλ, Μουντομπάσκετ, Παγκόσμια πρωταθλήματα : Αν είναι σε θέση μέσα από όλα αυτά τα σκληρά δεδομένα που θα τεθούν από τους ιδιοκτήτες των αγώνων, να ανταπεξέλθουν οδηγώντας τα πράγματα προς όφελος της χώρας, της πόλης, του λαού τους.
Δύσκολο ερώτημα και γίνεται ακόμα πιο σοβαρό, αν κάτι τέτοιο πρέπει να το απαντήσουν φαύλες και ανέντιμες εξουσίες.
Ως πικάντικο και γαργαλιστικό ανάγνωσμα, θα μπορούσαν να αναφερθούν πολλές απαιτήσεις, ιδιοτροπίες και απίθανα βίτσια των «Αθανάτων» της ΔΟΕ και άλλων υψηλόβαθμων παραγόντων διεθνών ομοσπονδιών, προς τους διοργανωτές, να παραθέσει κανείς τρελά κονδύλια που δαπανώνται για την άνεση των «κυριλέ τεμπέληδων» όπως συχνά αποκαλούνται, που ίσως είναι ανεκτά από οικονομική άποψη ( σε σχέση με το συνολικό μπάτζετ ), ωστόσο εγείρουν μια σειρά από ηθικές ενστάσεις.
Αλλά είναι πολύ θλιβερό να μιλάμε για αθλητισμό και ταυτόχρονα να παρακολουθείς τους «ηγέτες» του ( προέδρους Ολυμπιακών Επιτροπών, ομοσπονδιών, υψηλόβαθμα στελέχη μέλη διαφόρων επιτροπών ) να βάζουν βέτο για εισιτήριο πρώτης θέσης στο αεροπλάνο, σουίτα λουξ στο ξενοδοχείο, λιμουζίνα κι οδηγό επί 24ώρου βάσεως και άλλα βασικά γνωρίσματα του εκμαυλισμού.
Στην περίπτωση της Αθήνας είναι τραγικό το γεγονός, πως σε μία απίστευτα ευνοϊκή συγκυρία, με την μυθική επιτυχία του EURO 2004 στο ποδόσφαιρο και την διεξαγωγή των Ολυμπιακών σε τέσσερις πόλεις της Ελλάδας δεν καταφέραμε να αποκομίσουμε ούτε υλικά, μήτε άλλα οφέλη για την πατρίδα μας και ακόμη κρατάμε με μελαγχολία στη μνήμη, το καραβάκι της εντυπωσιακής τελετής έναρξης που ενώ ξεκίνησε με «καλοσύνη» από τα ήρεμα νερά της πανάρχαιας ιστορίας μας, ενώ έπλεε κοντά σε δοξασμένες στεριές της σύγχρονης ποίησης και μουσικής μας, εντέλει κάπου χάθηκε και ακόμα ψάχνει για λιμάνι….
Πηγή: tvxs.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]