ΑΙΡΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΑ: Μη λες κουβέντα…
Ξέρω τ’ όνομά σου
την εικόνα σου και πάλι από την αρχή
ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας
μια αλλιώτικη ζωή
Πολλοί παρεξηγούν τη διακριτικότητα και την μία κάποια ευγένεια, το «τακτ» αλλιώς, με την αδυναμία. Σου λέει, για να μην μας «στολίζει» αυτός, δεν το έχει. Δεν μπορεί. Δεν του πάει βρε παιδί μου. Απλά, δεν είναι στο στιλ του. Κι έτσι, ο θρασύς, ο προκλητικός, ο «δώσε θάρρος στο χωριάτη» –παρότι κατά κανόνα οι χωριάτες εμφανίζουν πολύ μεγαλύτερη κοινωνική αντίληψη από κάτι αστούς της κακίας ώρας– γίνεται όλο και πιο προκλητικός. Όλο και πιο θρασύς. Όλο και πιο ασύστολος. Μέχρι που η παραβατικότητα, όχι αυτή που εννοούν και προβάλουν τα δελτία ειδήσεων, αλλά εκείνη η οποία θριαμβεύει στο παρασκήνιο και την οποία για κάποιο περίεργο λόγο δεν λένε να εννοήσουν καθόλου, να γίνει κανόνας.
Αυτό είναι το έδαφος της ασυδοσίας. Ένα έδαφος στο οποίο δεν υπάρχει ο παραμικρός σεβασμός, ούτε για τους νόμους, ούτε για τους συμπολίτες. Προσωπικά μου θυμίζει την άγρια Δύση, έτσι όπως έχει απεικονιστεί στα ιδιαίτερα πετυχημένα spaghetti western. Είναι μέρη στα οποία ο νόμος είναι συνώνυμο του σερίφη. Κι αν ο σερίφης είναι ηθικό στοιχείο, έχει καλώς. Αν όμως δεν είναι, και η στατιστική λέει ότι δε θα είναι, τότε ο νόμος καθορίζεται επί της ουσίας από εκείνα τα σημαίνονται μέλη της κοινότητας, τα οποία κάνουν κουμάντο στη γειτονιά. Ο σερίφης, ο ιδιοκτήτης του saloon, ο δήμαρχος, αν και τον ρόλο του τελευταίου δύναται να αναλάβει πρόθυμα ο οποιοσδήποτε πολιτικός. Δε χρειάζεται δηλαδή να είναι δήμαρχος. Μπορεί να είναι υπουργός, γενικός γραμματέας, σύμβουλος του πρωθυπουργού, βουλευτής, ή απλώς κομματάρχης.
Αυτοί είναι ο νόμος, και αυτοί εντέλει, στα western πάντα, στην μακρινή άγρια Δύση, κάνουν ό,τι θέλουν. Δέρνουν, κλέβουν, βιάζουν, σκοτώνουν. Οτιδήποτε τους κάνει κέφι, και φυσικά δεν τους ακουμπά κανείς. Γιατί ποιος να τους ακουμπήσει αφού οι ίδιοι υποτίθεται ότι είναι επιφορτισμένοι θεσμικά να τηρούν και να προάγουν το πνεύμα μιας ευνομούμενης και δίκαιης πολιτείας. Και τα χρόνια περνούν, και η ανομία και η αδικία βασιλεύει, και οι θλιβερές εξαιρέσεις γίνονται κανόνας της δημόσιας ζωής. Μικροί πυρήνες ανομίας ζουν και βασιλεύουν αδιαφορώντας για τους νόμους και τις συνέπειές τους, γιατί απλούστατα γνωρίζουν ότι πιθανότατα για τους ίδιους δε θα υπάρξουν συνέπειες.
Ποιος θα τολμήσει να τα βάλει με το σερίφη που κυκλοφορεί κι οπλοφορεί; Ποιος θα τολμήσει να τα βάλει με τον ιδιοκτήτη του saloon, ο οποίος γνωρίζει τους πάντες και τα πάντα; Ποιος θα τα βάλει με το δήμαρχο, ο οποίος αποφασίζει και διατάζει; Και τέλος ποιος θα τα βάλει με τον εφημεριδά, ο οποίος αντί να ελέγχει όλους τους παραπάνω, ως όφειλε, τους καλύπτει και μετέχει κι αυτός στη νομιμοφανή συμμορία τους, με το αζημίωτο φυσικά. Και δεν είναι ότι θα τα βάλεις με έναν, διότι έτσι και διανοηθείς να ενοχλήσεις τον έναν, θα τους βρεις όλους απέναντί σου. Αντίθετα, «όποιος δεν ακούει, δε βλέπει και δε μιλάει, ζει εκατό χρόνια», όπως λένε στη Σικελία, στα μέρη της ομερτά.
Μόνο που ευτυχώς ακόμη δεν έχουμε γίνει ακριβώς ούτε Σικελία, ούτε Κωνσταντινούπολη. Και μπορεί κάποιοι να σιωπούν, όπως προς το παρόν φαίνεται να σιωπά και ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου, αλλά για ό,τι γίνεται, υπάρχουν σκέψεις, υπάρχουν συζητήσεις, υπάρχουν αποδείξεις, υπάρχουν στοιχεία και πειστήρια, υπάρχουν μυστικά και ντοκουμέντα. Και ο κόσμος, αναγκαστικά, θα μιλήσει κάποια στιγμή. Και ίσως μιλήσουν κι άλλοι πριν απ’ αυτόν. Ίσως κάποιοι για τους οποίους είχαν παρεξηγήσει την ευγένεια και τη διακριτικότητά τους για αδυναμία. Κάποιοι που δε λένε κουβέντα, μα το δίχως άλλο, κρατούν μέχρι στιγμής και μυστικά, και ντοκουμέντα.