Στις 4 Ιανουαρίου οι αποφάσεις για το άνοιγμα των σχολείων
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”119708″ img_size=”full”][vc_column_text]Στην τηλεδιάσκεψη της επιτροπής Τσιόδρα την περασμένη Τρίτη η πλειοψηφία των επιδημιολόγων ήταν άκρως επιφυλακτική, εάν όχι αρνητική, στην επαναλειτουργία των σχολείων στις αρχές Ιανουαρίου.
Ωστόσο, εάν δεν υπάρξει δραματική μεταβολή στο – ήδη υψηλό – επιδημιολογικό φορτίο, όλα δείχνουν πως η τελική εισήγηση των ειδικών την επόμενη Δευτέρα θα δώσει το «πράσινο φως» για να ανοίξουν τουλάχιστον τα δημοτικά στις 11 Ιανουαρίου.
Θα είναι μια εισήγηση με ευκρινή σφραγίδα πολιτικής πίεσης και το ερώτημα είναι, εάν τελικώς δεν υπάρξει ανατροπή, ποιες προϋποθέσεις και ποιες δικλείδες ασφαλείας θα τεθούν για να μην μετατραπεί το άνοιγμα των σχολείων είτε σε μια ακόμη αποσπασματική κυβερνητική κίνηση που θα ακυρωθεί σε 15 ημέρες είτε, πολύ περισσότερο, σε αφετηρία ενός τρίτου κύματος της πανδημίας.
Και οι δύο αυτοί φόβοι τέθηκαν ευθέως, κατά τις πληροφορίες, στην τελευταία συνεδρίαση των επιδημιολόγων. Κατά τις ίδιες πληροφορίες το κλίμα χαρακτηρίστηκε από έντονο προβληματισμό με τους φόβους των ειδικών να εντοπίζονται κυρίως σε τρία μέτωπα: Το πρώτο είναι ότι, παρά την μείωση των κρουσμάτων κορονοϊού, ο αριθμός τους παραμένει υψηλότερος από τις αρχικές εκτιμήσεις και απέχει ακόμη μακράν από εκείνο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «επίπεδο ασφαλείας».
Το δεύτερο στοιχείο είναι η διαπίστωση πως η υποχώρηση του τελευταίου κύματος της πανδημίας ξεκίνησε μόνον όταν έκλεισαν τα σχολεία τον Νοέμβριο. Τα στοιχεία, δε, που έχουν στα χέρια τους οι ειδικοί δείχνουν ότι με την λειτουργία των σχολείων, έστω και μόνον της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, η συνολική κοινωνική κινητικότητα και οι επακόλουθες επαφές αυξάνεται σε ένα ποσοστό τουλάχιστον 10%.
Η τρίτη πηγή προβληματισμού είναι τα στατιστικά μοντέλα και οι προσομοιώσεις που τρέχουν οι επιστημονικές ομάδες – μοντέλα, τα οποία δείχνουν ότι μια άμεση επαναλειτουργία των σχολείων ενέχει σοβαρό κίνδυνο έως και διπλασιασμού των σημερινών κρουσμάτων σε ορίζοντα διμήνου.
Σύμφωνα με μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, στην τηλεδιάσκεψη με τη συμμετοχή της υπουργού Παιδείας, Νίκης Κεραμέως, οι ειδικοί εξήγησαν ότι χρειάζονται ένα 10ήμερο για να δουν πώς τα πήγαμε τις ημέρες των Χριστουγέννων.
Συνεπώς, στην επόμενη τηλεδιάσκεψή τους στις 4 Ιανουαρίου, θα μπορούν να εκτιμήσουν την κατάσταση σχετικά με την επιδημιολογική επιβάρυνση. Οι ειδικοί επισήμαναν τη θέση ότι τα σχολεία πρέπει να είναι αυτά που κλείνουν τελευταία και ανοίγουν πρώτα, καθώς κατά γενική παραδοχή τα παιδιά δεν έχουν μεγάλη συμβολή στη μετάδοση του κορονοϊού.
Πάντως, εξήγησαν ότι αν και στόχος είναι να ανοίξουν όλες οι βαθμίδες, το πιθανότερο είναι να ανοίξουν πρώτα βρεφονηπιακοί σταθμοί, νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία και σε επόμενη φάση να ανοίξουν οι υπόλοιπες βαθμίδες.
Αθ. Λινού: Απαιτούνται πρόσθετα μέτρα για τα σχολεία και μαζικά τεστ
Στην ανάγκη να ληφθούν πρόσθετα μέτρα για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων που θα μειώσουν την πιθανότητα διασποράς του κορονοϊού στις σχολικές μονάδες, αναφέρθηκε η καθηγήτρια επιδημιολογίας Αθηνά Λινού.
Σχολιάζοντας τα δεδομένα ενόψει της συνεδρίασης της επιτροπής των ειδικών για το άνοιγμα των σχολείων, πρότεινε τη διεξαγωγή μαζικών τεστ στις πολυπληθείς περιοχές της χώρας, οι οποίες φιλοξενούν μεγάλα σχολικά συγκροτήματα, με πολλούς μαθητές. Εάν παρατηρηθεί υψηλό ιϊό φορτίο, εξήγησε, θα μπορούσε να ληφθεί απόφαση για αναστολή λειτουργίας στις συγκεκριμένες μονάδες.
Σχετικά με τον εμβολιασμό των εκπαιδευτικών, υποστήριξε πως θα πρέπει να λάβουν προτεραιότητα, αλλά σε δεύτερο χρόνο, μετά από τους υγειονομικούς, τα άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες αλλά και τις ένοπλες δυνάμεις.
Σε κάθε περίπτωση, τα εμβόλια δεν αρκούν και η φετινή σχολική χρονιά θα ολοκληρωθεί χωρίς εμβολιασμούς, τόνισε.
Παράλληλα, υποστήριξε πως σύμφωνα με πρόσφατη αμερικανική μελέτη, σε περιπτώσεις συρροών κρουσμάτων σε σχολεία, τα 2/3 προέρχονται από εκπαιδευτικούς και το 1/3 από μαθητές. Επομένως, «δεν είναι δύσκολο να υπάρχει υπερμετάδοση στα σχολεία», συμπλήρωσε.
Σχετικά με την πορεία της επιδημίας, η Αθ. Λινού τόνισε πως «δεν επιτρέπεται εφησυχασμός», ενώ χρειάζονται περισσότερα τεστ για την επιτήρηση της κατάστασης.
Τα μόνα ακριβή διαθέσιμα στοιχεία, εξήγησε, προέρχονται από τον αριθμό των διασωληνωμένων και των θανάτων ημερησίως, ενώ η επιδημία παρουσιάζει μια εικόνα «επιπέδωσης και όχι μείωσης».
Πηγή: cnn.gr[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]