Το κτήμα
Η πρώτη εντύπωση είναι το παρελθόν. Το βλέπεις παντού˙ στα κτήρια, στις επιγραφές, στα παλιά εργαλεία, ακόμα και στα δέντρα. Σαν να δημιουργήθηκε ένα κενό το οποίο διέσωσε πολύτιμες εικόνες άλλων εποχών. Και όντως στην αρχή ο επισκέπτης αισθάνεται πως έχει περάσει σε άλλη διάσταση. Σύντομα όμως αντιλαμβάνεται ότι δε βρίσκεται σε αρχαιολογικό χώρο ή στο προαύλιο κάποιου μουσείου –αν και υπάρχουν ουκ ολίγα κειμήλια τα οποία εκθέτονται σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο– αλλά σε ένα ολοζώντανο και από κάθε άποψη σύγχρονο οινοποιείο. Το ίδιο γρήγορα καταλαβαίνει ότι η διατήρηση του μοναδικού χαρακτήρα του κτήματος Μερκούρη, το οποίο μετρά ήδη 152 χρόνια λειτουργίας, δεν οφείλεται σε κάποια μεταφυσική διεργασία αλλά στην καθόλα γήινη και συνειδητή αφοσίωση των συνεχιστών του, όσο και στον μόχθο των ανθρώπων του. Άλλωστε η ένταξή του από το διεθνούς κύρους περιοδικό «Wine & Spirits» στη λίστα με τα 100 καλύτερα οινοποιία στον κόσμο, αποδεικνύει ότι η αυθεντικότητα, το μεράκι και η υψηλή ποιότητα επιβραβεύονται όπου κι αν βρίσκονται, ακόμα και σε τούτη την ταλαιπωρημένη γωνιά της Πελοποννήσου. Η διάκριση συνιστά προφανώς σημαντική τιμή για το οινοποιείο, αλλά πέρα από τα βραβεία και τις διακρίσεις η πιο πολύτιμη κατάκτηση είναι η εκτίμηση του αγνού οινοπότη. Αν δε, ο τελευταίος κατάγεται από την Ηλεία, η χαρά είναι διπλή. Θυμάμαι ακόμα την πρώτη φορά που συνάντησα το μπουκάλι με τη χαρακτηριστική νάιλον συσκευασία και το βαθύ πορφυρό χρώμα στο ράφι γνωστού σουπερμάρκετ της Αθήνας. Τότε ακόμη αγνοούσα ότι παράγεται ένα τόσο καλό επώνυμο κρασί –σήμερα ευτυχώς υπάρχουν κι άλλα εξίσου καλά– στα μέρη μας. Ωστόσο ακόμα πιο έντονη είναι η «επίγευση» της πρώτης επίσκεψης στο κτήμα. Αν σκεφτεί κανείς ότι υπάρχουν τουρίστες οι οποίοι έρχονται από την άκρη του κόσμου και δεν το σκέφτονται να κάνουν μία στάση στο Κορακοχώρι, είναι κρίμα να μην το έχει επισκεφθεί τουλάχιστον μία φορά ένας Ηλείος. Πόσο μάλλον αν έχει αδυναμία στο καλό κρασί.