Η ιδιωτικοποίηση του χρέους, το νέο μεγάλο εθνικό στοίχημα
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”64346″ img_size=”full”][vc_column_text]
Του Μάκη Ανδρονόπουλου
Στην οικονομία, όπως και στη διπλωματία, ο παράγοντας χρόνος είναι κρίσιμος. Τα 10 χρόνια που πάνε πίσω οι πληρωμές επιτοκίων και τα 10 χρόνια επέκτασης των ωριμάνσεων των ομολόγων μας μέχρι το 2032 δεν αποτελούν μόνο μια γερή ανάσα στα δημοσιονομικά της χώρας, αλλά μας παρέχουν μία 15ετία δυνατοτήτων για σταθερή ανάπτυξη, ούτως ώστε το ονομαστικό χρέος να μειώνεται δραστικά ως ποσοστό του ΑΕΠ. Κάτι τέτοιο θα καταστήσει τα νέα ελληνικά ομόλογα ελκυστικά και ασφαλή, γεγονός που θα επιτρέψει σταδιακά στη μετακύληση του χρέους στις αγορές, δηλαδή, στην επανιδιωτικοποίησή του.
Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα που θα αποτελέσει το νέο μεγάλο εθνικό στοίχημα στην επόμενη 15ετία. Όμως, μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι πως το εγχείρημα θα υλοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό. Το μαξιλάρι ρευστότητας (cash buffer) των 24,1 δισ. ευρώ που μας καλύπτει για τους επόμενους 22 μήνες, δεν θα χρειαστεί να χρησιμοποιηθεί καθώς οι αγορές θα στηρίξουν Ελλάδα, αφού ήδη τα spreads πέφτουν και η καμπύλη του χρέους ομαλοποιείται. Εάν δε η ECB αποδεχθεί στο QE ελληνικά ομόλογα, έστω για έξι μήνες, τότε οι τράπεζες θα αποκτήσουν την αναγκαία ρευστότητα για να κάνουν τη δουλειά τους, με ότι καλό αυτό συνεπάγεται. Η συμμετοχή στην ποσοτική χαλάρωση ανεξάρτητα από την πραγματική της επίπτωση, θα είναι ένα επιπλέον σήμα για την ενθάρρυνση των επενδυτών.
Η ρύθμιση των 96,6 δισ. ευρώ των δανείων του EFSF αντιστοιχούν σε ελάφρυνση 50 δισ. ευρώ, περίπου κατά 4 δισ. ετησίως έως το 2022 και κατά 2,8 δισ. την 10ετία 2022 -2032, αφήνοντας περιθώρια για τη μείωση των φόρων και την αναστήλωση του κοινωνικού κράτους. Όλα αυτά η αντιπολίτευση τα έκανε «κρεμαστάρια».
Ο συμβιβασμός που έγινε μεταξύ των δανειστών, κυρίως μεταξύ ΔΝΤ-Γερμανίας έγινε επειδή κανείς δεν θα μπορούσε να αντέξει ένα αδιέξοδο με το ελληνικό χρέος και έπρεπε να δοθεί καθαρό σήμα στις αγορές. Η υβριδική αυτή λύση που συμπληρώνεται από επιστροφές κερδών των κεντρικών τραπεζών και επιπλέον μείωση επιτοκίων, χαρακτηρίστηκε ιστορική από τους Financial Times. Μόνο που η αντιπολίτευση δεν μπόρεσε να ελέγξει τη μικρότητά της σε ένα θεμελιώδες εθνικό επίτευγμα, που στηρίχθηκε στις θυσίες του λαού και όχι εκείνων που έχουν τα δισεκατομμύρια έξω.
Η συμφωνία για το χρέος δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί από το 2014 όπως ισχυρίζεται η ΝΔ, όχι επειδή ο Τσίπρας διεκδίκησε εκλογές, αλλά γιατί η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου δεν μπόρεσε να περάσει την τότε 5η αξιολόγηση, το δε περιβόητο e-mail Χαρδούβελη προέβλεπε πλεονάσματα 4,5%!… έναντι του 3,5% μέχρι το 2022 της συμφωνίας και περί το 2,2% μέχρι το 2060. Η ΝΔ χαρακτηρίζει τη συμφωνία 4ο Μνημόνιο, ενώ δεν περιέχει νέα μέτρα, επειδή ο έλεγχος της ελληνικής οικονομίας θα είναι κάθε τρεις, αντί για έξι μήνες που είναι για τις άλλες χώρες (Πορτογαλία, Ιρλανδία, Κύπρος). Αλλά αυτό είναι λογικό, καθώς τα δανεισθέντα ποσά στην Ελλάδα είναι τεράστια, πολύ μεγαλύτερα από αυτές τις χώρες και κυρίως, επειδή η ελληνική κρίση είχε πολύ μεγάλο δομικό βάθος εξ αιτίας της άθλιας δημοσιονομικής διαχείρισης την περίοδο 2004-2009.
Η εποπτεία, στην πραγματικότητα διασφαλίζει τον ελληνικό λαό, έναντι του καιροσκοπισμού του πολιτικού προσωπικού.
Στην ουσία, η ΝΔ το μόνο επιχείρημα που έχει και το οποίο δεν προκύπτει από τη συμφωνία στο eurogroup, είναι η «ευαισθησία» της για τη μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου. Θέμα, το οποίο ανέβασε στα ύψη τους τελευταίους έξι μήνες για να ασκήσει τον λαϊκισμό της. Προφανώς τα δύο αυτά μέτρα είναι κοινωνικά απαράδεκτα, υπό τις συνθήκες που διαμόρφωσε η κρίση. Είναι επίσης σαφές πως η ελληνική πλευρά δεν μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την 4η αξιολόγηση και την έξοδο. Αλλά μετά τη συμφωνία, φαίνεται -αν πιστέψουμε τον κύριο Σκουρλέτη- πως μπορεί να αναζητηθεί λύση…
Το βέβαιο είναι πάντως ότι η κριτική της ΝΔ είναι επιφανειακή και τυχοδιωκτική. Δεν συνοδεύεται ποτέ από αντιπροτάσεις, ούτε όταν γίνονταν διαπραγματεύσεις, ούτε παρουσίασε ποτέ ένα συνεκτικό ολιστικό σχέδιο παρά μόνο ατάκες για μείωση φόρων, χωρίς να εξηγεί από πού και πώς θα εξοικονομίσει πόρους. Η οικονομική πολιτική Μητσοτάκη είναι μια νεοφιλελεύθερη συνταγή αυτοσχεδιασμών που μεγεθύνει τις κοινωνικές ανισότητες και ιδιωτικοποιεί τα τελευταία ερείσματα του κοινωνικού κράτους.
Οι πόροι για την ταχεία ανάκτηση την προσεχή 4ετία του χαμένου παραγωγικού κενού των 100 δισ. ευρώ υπάρχουν και αυτή είναι εφικτή, αφού ουσιαστικά τα σχετικά κεφάλαια είναι δεσμευμένα. Υπενθυμίζεται ότι οι δημόσιοι πόροι που θα διατεθούν την επόμενη πενταετία, υπερβαίνουν τα 45 με 50 δισ. ευρώ (Δραγασάκης), η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΙΒ) θα στηρίξει επενδύσεις που θα αποφέρουν σύμφωνα με την τράπεζα έως και 20 δισ. την επόμενη τριετία, ενώ άλλα 2,5 δισ. ευρώ αναμένονται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕBRD). Επίσης σε 10 ίσως και παραπάνω είναι το υπόλοιπο του τρέχοντος ΕΣΠΑ και επιπλέον 8 δισ. ευρώ έρχονται από το πακέτο Γιουνκέρ. Τα κεφάλαια αυτά θα μοχλεύσουν άλλα τόσα από τον ιδιωτικό τομέα και τα κεφάλια εξωτερικού, που σημαίνει ότι στην 5ετία οι επενδύσεις θα δημιουργήσουν μεγάλη αναπτυξιακή ώθηση.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]