Η δική μας Αστόρια
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”52492″ img_size=”full”][vc_column_text]Ήμουν ακόμη μικρό παιδί όταν μπήκα για πρώτη φορά. Την μύτη μου αιχμαλώτισαν αμέσως απερίγραπτες μυρωδιές. Ο τόπος ευωδίαζε λες και έκαναν θυσία σε κάποιον άγνωστο θεό, προστάτη των ζαχαροπλαστών και των γλυκών. Ήταν καλοκαίρι και η γειτονιά θα πρέπει να αποσυντονιζόταν εντελώς όταν το παρασκευαστήριο δούλευε στο φουλ. Πόσο μάλλον όταν έμπαινες στο εσωτερικό του καταστήματος. Μετά τις θείες μυρωδιές, τα μάτια σου πλημμύριζαν από εντυπωσιακά χρώματα και σχήματα που υπόσχονταν μεγάλες συγκινήσεις στον ουρανίσκο σου. Θυμάμαι ότι πάντα στεκόμουν στην βιτρίνα μπροστά από τις τάρτες, ή όταν έπιαναν οι ζέστες έτρεχα να πάρω παγωτό, το οποίο ειδικά μία εποχή θα πρέπει πραγματικά να άγγιξε την τελειότητα. Τα χρόνια όμως πέρασαν, εγώ μεγάλωσα και το ζαχαροπλαστείο Αστόρια, ένα από σύμβολα του νεοελληνικού αστικού μας μικρόκοσμου, έκλεισε τον κύκλο του.
Όταν παύει να λειτουργεί μία επιχείρηση με παρουσία δεκαετιών πίσω της, είναι σα να φεύγει κάποιος δικός μας άνθρωπος. Σπάνια ένα τέτοιο μαγαζί είναι απλά ένα μαγαζί. Πρώτα και κύρια, είναι οι άνθρωποι που το έφτιαξαν και το κράτησαν ζωντανό τόσα χρόνια. Μετά ερχόμαστε όλοι οι υπόλοιποι, με τους παράλληλους βίους μας και τις ατέρμονες διαδρομές και διασταυρώσεις. Σε τελική ανάλυση, δεν έχει σημασία εάν ήσουν πελάτης της Αστόρια και της κάθε Αστόρια. Σημασία για μία πόλη και κατ’ επέκταση για τους κατοίκους της, οι οποίοι την κάνουν να είναι αυτό που είναι, έχει ότι είναι πάντα εκεί, σαν έναν δρόμο ή μία πλατεία, που έχει όνομα και ιστορία. Ένα πολυσήμαντο σημείο αναφοράς στον χώρο και στον χρόνο τους.
Αλλά τίποτε δεν είναι ατέρμονο και τίποτε δεν κρατάει για πάντα. Τα μαγαζιά έρχονται και φεύγουν, όπως ακριβώς και οι άνθρωποι, τους οποίους συνήθως κάποιοι άλλοι τους διαδέχονται. Μπορεί η πόλη να έχασε ένα σύμβολο αλλά είναι βέβαιο ότι κάπου εκεί έξω, έχει γεννηθεί ένα άλλο. Μόνο που παίρνει λίγα χρόνια για να το ανακαλύψουμε.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]