Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων: Κρίσιμη η μελέτη βιωσιμότητας
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”25340″ img_size=”full”][vc_column_text]Οπως είχε προαναγγείλει ο υπουργός Οικονομίας, Δημήτρης Παπαδημητρίου, στις 3 Αυγούστου ενεργοποιήθηκε η ηλεκτρονική πλατφόρμα, μέσω της οποίας οι ενδιαφερόμενοι οφειλέτες μπορούν να υποβάλουν αίτηση υπαγωγής στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, καταρτίστηκε, επίσης, το Μητρώο των Συντονιστών, που είναι απαραίτητοι για την υποβοήθηση και καθοδήγηση της αιτούμενης επιχείρησης κατά τις διαδικαστικές λειτουργίες του νόμου.
Το ενδιαφέρον υπήρξε μεγάλο από την πρώτη στιγμή. Μέσα στην πρώτη εβδομάδα περίπου 5.000 οφειλέτες-επιχειρήσεις ενεργοποίησαν τη διαδικασία, πάνω από 500 διαπιστώθηκε ότι πληρούν τα κριτήρια υπαγωγής καθώς προχωρούσαν στα βήματα της διαδικασίας, ενώ 15 έφτασαν στην τελική υποβολή της αίτησής τους.
Αριθμοί ιδιαίτερα υψηλοί, δεδομένης και της καλοκαιρινής περιόδου. Λογικό είναι το ενδιαφέρον να ενταθεί τις επόμενες εβδομάδες και ήδη στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους εργαζόμαστε πυρετωδώς για να είμαστε απολύτως έτοιμοι να αντεπεξέλθουμε σε αυξημένο φόρτο εργασίας.
Στόχος είναι, αφενός, να ρυθμιστούν όσο το δυνατόν περισσότερα χρέη και έτσι να διασωθούν όσο το δυνατόν περισσότερες επιχειρήσεις και να διασφαλιστούν χιλιάδες θέσεις εργασίας, αφετέρου να διασωθεί το τραπεζικό σύστημα από το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων, για να μπορεί να παίξει τον ρόλο του, δηλαδή την τόνωση της οικονομίας και την προώθηση της ανάπτυξης.
Στην ομαλή λειτουργία του Μηχανισμού και κυρίως στην επιτυχή χρήση του μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά και οι ίδιοι οι οφειλέτες, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή σε συγκεκριμένες πτυχές της διαδικασίας. Βασική προϋπόθεση επιτυχίας είναι να δηλώσουν το σύνολο των χρεών τους κατά τη στιγμή της αίτησης, είτε αυτά είναι ρυθμισμένα είτε όχι.
Η εμπειρία των πρώτων ημερών έδειξε ότι αρκετοί ερωτούν ποια χρέη να δηλώσουν και εστιάζουν σ’ αυτά που δημιουργήθηκαν το 2016, για τα οποία προβλέπονται ευνοϊκές ρυθμίσεις, πλην όμως προβλέψεις ρυθμίσεων υπάρχουν και για τα υπόλοιπα χρέη.
Η καταγραφή των χρεών αυτών κατά τη στιγμή της αίτησης δεν πρέπει να συγχέεται με τα στοιχεία που απαιτούνται για την υπαγωγή στον Μηχανισμό, όπου απαιτείται να αποδείξει η επιχείρηση ότι είχε χρέη κατά το 2016 σε κάποιον πιστωτή.
Εξίσου σημαντικό είναι να συμπεριληφθούν τα χρέη καθώς και η περιουσία των συνδεδεμένων προσώπων (π.χ. συνοφειλέτες), ειδικά εφόσον αυτοί είναι εγγυητές και άλλων δανείων. Οσο πιο ολοκληρωμένη εικόνα υπάρχει για το σύνολο των χρεών και της περιουσίας της επιχείρησης και του επιχειρηματία, τόσο βελτιώνει τη θέση του στη διαπραγμάτευση για τη ρύθμιση των παλαιών χρεών.
Ιδιαίτερα χρήσιμη αποδεικνύεται ότι είναι η μελέτη βιωσιμότητας, που συνδέεται με την παρούσα οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, την αναμενόμενη πορεία της τα επόμενα 3-5 χρόνια και τον τρόπο που αυτή μπορεί να βελτιωθεί.
Είναι κρίσιμο να γίνει εκτίμηση και καταγραφή των χρεών που θα προκύψουν κατά τα επόμενα έτη, έτσι ώστε να υπάρχουν διαθέσιμα αυτά τα χρήματα για να αποπληρώνει η επιχείρηση τα νέα χρέη της, διότι αλλιώς θα «χάσει» την ευνοϊκή ρύθμιση που γίνεται μέσω του παρόντος Μηχανισμού.
Στον πυρήνα λειτουργίας του Μηχανισμού βρίσκεται η λογική της ελάφρυνσης υπερχρεωμένων, αλλά βιώσιμων επιχειρήσεων. Εκείνων, δηλαδή, που αν δεν είχαν συσσωρεύσει οφειλές τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης, θα μπορούσαν να έχουν κέρδη. Πώς πιστοποιείται αυτό;
Για τις μεν επιχειρήσεις που λειτουργούν διπλογραφικό σύστημα απαιτείται, σε μία χρήση τουλάχιστον από τις τρεις τελευταίες, να υπάρχουν θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων ή θετική καθαρή θέση. Οι δε επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικό σύστημα θα πρέπει, σε μία από τις τρεις τελευταίες χρήσεις, να έχουν θετικό καθαρό αποτέλεσμα, προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων.
Αυτά είναι τα κριτήρια για να μπορεί να υπαχθεί μια επιχείρηση στον Μηχανισμό. Προκειμένου, όμως, να τον αξιοποιήσει κατά τον καλύτερο τρόπο, θα πρέπει να πείσει τους πιστωτές ότι ρυθμίζοντας τις υφιστάμενες οφειλές θα είναι βιώσιμη τα επόμενα χρόνια.
Για τον σκοπό αυτό είναι χρήσιμο να υπάρχει μια μελέτη βιωσιμότητας, όπου καταγράφονται τα έσοδα και οι δαπάνες των επόμενων ετών (τουλάχιστον της επόμενης τριετίας).
Στις δαπάνες προφανώς περιλαμβάνονται οφειλές που θα προκύψουν στο μέλλον, δηλαδή φόροι, ασφαλιστικές εισφορές, τραπεζικά δάνεια κ.λπ. Ο λογιστής ή ένας εξειδικευμένος οικονομολόγος προφανώς μπορεί να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμος για τη σύνταξη της μελέτης αυτής.
Εξίσου χρήσιμος είναι ένας πιστοποιημένος εκτιμητής ακινήτων, συνήθως μηχανικός, ο οποίος θα αποτιμήσει τη σημερινή εμπορική αξία των ακινήτων και της περιουσίας της επιχείρησης. Στη βάση αυτή, ενδεχομένως με τη βοήθεια ενός δικηγόρου, υπολογίζεται και η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας της επιχείρησης.
Οσο χαμηλότερη είναι αυτή, τόσο μεγαλύτερο μπορεί να είναι το «κούρεμα» ή το πλήθος των δόσεων που θα προβλέπει η τελική ρύθμιση. Και αυτό γιατί ο νόμος προβλέπει ότι οι πιστωτές δεν μπορεί να καταλήξουν τελικά σε χειρότερη θέση από εκείνη που θα βρίσκονταν αν αντί για ρύθμιση προχωρούσαν σε καταγγελία των δανείων και εκποίηση των ενεχύρων μέσω πλειστηριασμού.
Μια τρίτη μελέτη, που μπορεί να αποδειχτεί ιδιαίτερα χρήσιμη σε μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, αφορά το σχέδιο αναδιάρθρωσης που θα ακολουθηθεί, προκειμένου αυτές να καταστούν περισσότερο ανταγωνιστικές.
Στο σχέδιο αυτό θα περιγράφονται διαρθρωτικές παρεμβάσεις στη λειτουργία της επιχείρησης, που μπορεί να περιλαμβάνουν ακόμα και την εγκατάσταση νέου εξοπλισμού ή την επέκταση της επιχείρησης.
Αναφέρομαι στις λύσεις λειτουργικής αναδιάρθρωσης, δηλαδή τον μηχανολογικό εκσυγχρονισμό της, την οργάνωση και βελτίωση των διαδικασιών, τον σχεδιασμό νέων προϊόντων, καθώς και το άνοιγμα νέων αγορών και την προώθηση των εξαγωγών κ.λπ. Δηλαδή λύσεις που θα βελτιώσουν τα έσοδα της επιχείρησης, ώστε να μην εστιάζει η αναδιάρθρωση της επιχείρησης μόνο στη ρύθμιση των χρεών της.
Αλλωστε η επιτυχής χρήση του Μηχανισμού ανοίγει τον δρόμο πρόσβασης σε πηγές χρηματοδότησης, είτε πρόκειται για τράπεζες, είτε για επιδοτούμενα προγράμματα στήριξης της επιχειρηματικότητας και της ανάπτυξης, μέσω του ΕΣΠΑ.
Του Φώτη Κουρμούση
Ειδικού γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]