Για ποιους τραγουδώ…
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”23259″ img_size=”full”][vc_column_text]Στα ίδια μέρη…
Καθίσαμε σε ένα βράχο απ’ όπου μπορούσαμε να βλέπουμε την πόλη. Είναι πάντα ωραίο να κοιτάζεις τη ζωή από ψηλά. Νιώθεις σα να βρίσκεις ξανά ένα κομμάτι που είχες χάσει από παλιά. Δεν είχαμε και πολύ χρόνο αφού και οι δύο τρέχαμε. Είχα να την δω λίγα χρόνια, από κοντά δηλαδή, γιατί όλο και σε κάποιο κανάλι ή ραδιόφωνο την πετύχαινα. Χρόνια τώρα είχε καταφέρει να κερδίσει τη θέση της και το ψωμί της ανάμεσα σε και συμπράττοντας με τα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού τραγουδιού. Ήταν βέβαια πάντα στο παρασκήνιο του συστήματος. Δεν έλεγε πολλά λόγια και φρόντιζε να είναι πάντα ξεκάθαρη με όλους και όλα. Ωστόσο, αυτή ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπα τόσο μπαϊλντισμένη με τον κόσμο του ελληνικού τραγουδιού.
Παρότι φύσει ήπιος χαρακτήρας, όση ώρα καθίσαμε μαζί, πρόλαβε να «στολίσει» τους περισσότερους με χαριτωμένους χαρακτηρισμούς, σε βαθμό που να αρχίσει να αναρωτιέται κανείς αν είναι πια τόσο φαύλη, σάπια και νοσηρή η εγχώρια σκηνή. Δεν μου πήγαινε καρδιά να της επισημάνω ως προφανή αντίλογο, ότι δηλαδή εφόσον κρατά άθικτη την ακεραιότητά της, έπρεπε να το πάρει απόφαση ότι θα τα υφίσταται αυτά. Ακριβώς εκεί ήταν το πρόβλημα. Είχε καταφέρει να ζει καλά από τη μουσική, εν έτει 2017, αλλά άξιζε να υπομένει; Άξιζε να συνθηκολογεί διαρκώς με τον εαυτό της για να λέει ότι τουλάχιστον έτσι έκανε αυτό που σπούδασε (αν και όχι στο έντεχνο) και τάιζε τα παιδιά της;
Σε αυτές τις περιπτώσεις όπου τα αδιέξοδα πλησιάζουν απειλητικά την καρδιά και το μυαλό είναι καλύτερο να εστιάζεις στα θετικά. «Για ποιους τραγουδάς;», τη ρώτησα. «Τραγουδώ για τους ανθρώπους. Όχι για όλους. Μόνο γι’ αυτούς που έχουν καλή ψυχή και κυρίως για τα παιδιά. Τραγουδώ για τα βουνά. Για τους κάμπους, τις πεδιάδες, τη θάλασσα. Τους ψαράδες, τους κηπουρούς, τους παπουτσήδες. Τραγουδώ για εκείνα που υπάρχουν και εκείνα είναι μόνο στη φαντασία μας. Γι’ αυτά που προστατεύω κι αγαπάω. Γι’ αυτά τραγουδάω.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]