Έρωτας: Πότε γίνεται εξάρτηση και αυτοκαταστροφή
Γράφει η Ελένη Παναγούλια, Ψυχολόγος
Η ρομαντική αγάπη είναι μια μοναδική εμπειρία του συναισθηματικού κόσμου που δίνει στο άτομο την ευκαιρία να γνωρίσει κάποιον άλλον, να δεθεί μαζί του, να αποκτήσει οικειότητα, συντροφικότητα και, πιθανόν, να εξερευνήσει τη σεξουαλικότητά του. Η ρομαντική αγάπη, είτε συνοδεύεται από σεξ είτε όχι, προάγει την προσωπική ανάπτυξη, αφού κάθε νέα σχέση επιβάλλει διαισθητικότητα και νέα γνώση του εαυτού.
Τα πρώτα στάδια του έρωτα είναι έντονα, γεμάτα εκπλήξεις και συγκινήσεις. Η πραγματική οικειότητα όμως, αυτή που χαρακτηρίζει μια σταθερή και δυνατή σχέση, είναι κάτι που έρχεται αργότερα, εξελίσσεται με το χρόνο και είναι κάτι παραπάνω από σεξουαλικό πάθος, ένταση, και ρομαντισμό.
Είναι δύσκολο για τα άτομα που ερωτεύονται και δημιουργούν σχέσεις κανονικά να καταλάβουν πώς ο έρωτας και η σεξουαλικότητα μπορεί να γίνουν αντικείμενα εκμετάλλευσης και να μεταλλαχθούν σε καταστροφικά μοτίβα συμπεριφοράς εξάρτησης και ψυχαναγκασμού.
Όμως, για το άτομο που είναι εξαρτημένο από την αγάπη και το σεξ, ο έρωτας, η σεξουαλικότητα, η οικειότητα, τα όμορφα συναισθήματα μιας σχέσης είναι γεμάτα παγίδες, άγχος και ψυχικό πόνο. Τα άτομα αυτά ζουν σε ένα χαοτικό συναισθηματικό κόσμο απόγνωσης κι απελπισίας, με τον μόνιμο φόβο ότι θα μείνουν μόνα ή ότι θα τα απορρίψουν οι άλλοι και κυνηγούν διαρκώς την τέλεια σχέση που θα δώσει τέλος σε όλα τους τα προβλήματα.
Καθώς το εξαρτημένο από τον έρωτα άτομο βρίσκεται σε μια διαρκή αναζήτηση συντρόφου, οι ατέλειωτες ίντριγκες, φλερτ, σεξουαλικές ή ρομαντικές σχέσεις αφήνουν τα σημάδια της καταστροφής στον ψυχικό του κόσμο.
Οι σχέσεις τις οποίες τελικά συνάπτει αυτό το άτομο δεν μπορούν να το ανακουφίσουν και να ξεκαθαρίσουν τις αρνητικές συνθήκες, οπότε αυτό ξεκινά νέο κύκλο αναζητήσεων, με αποτέλεσμα να δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο απελπισίας κι απώλειας.
Αντίθετα με τον ψυχικά υγιή άνθρωπο που ψάχνει για μια σχέση που θα του συμπληρώνει τη ζωή, το άτομο με εξάρτηση από την αγάπη και το σεξ ψάχνει για κάτι έξω από τον εαυτό του -ένα άλλο άτομο, μια σχέση ή εμπειρία- που θα του προσφέρει την συναισθηματική και ψυχολογική σταθερότητα που το ίδιο δε διαθέτει.
Έτσι, όπως ο ναρκομανής χρησιμοποιεί το ναρκωτικό και ο αλκοολικός το ποτό, ο άνθρωπος με εξάρτηση από την αγάπη και τις σχέσεις, τις χρησιμοποιεί για να ‘διορθώσει’ τον εαυτό του και να διασφαλίσει τη συναισθηματική του ισορροπία.
Όταν όμως ο έρωτας και η σεξουαλικότητα χρησιμοποιούνται ως τρόπος για να ανταπεξέλθει κανείς στη ζωή και όχι για προσωπική ανάπτυξη, μοίρασμα και συντροφικότητα, η επιλογή του παρτενέρ συνήθως είναι λανθασμένη. Οι αποφάσεις παίρνονται βάσει κριτηρίων όπως, ‘αν θα με εγκαταλείψει ή όχι’, ‘πόσο καλή είναι η σεξουαλική μας ζωή’, ‘πώς θα καταφέρω να τον/την κρατήσω’.
Τέτοιου είδους σχέσεις δημιουργούν εξάρτηση, ενοχές και συχνά κακομεταχείρηση. Επειδή το άτομο με την εξάρτηση είναι πεπεισμένο ότι δεν αξίζει, δεν αισθάνεται ότι αγαπιέται, νιώθει ότι δεν έχει αξία και δεν πιστεύει στον εαυτό του, χρησιμοποιεί τη γοητεία, τον έλεγχο, τον δόλο για να προσελκύσει και να κρατήσει τον/τη σύντροφό του.
Πάνω στην απελπισία που του δημιουργείται στη διάρκεια αυτού του κύκλου, μπορεί να παρουσιάσει επεισόδια ανορεξίας ή βουλιμίας. Η ολική αποχή από το ‘παιχνίδι των σχέσεων’ χρησιμοποιείται μερικές φορές χωρίς επιτυχία, αφού δε λύνει τα ψυχολογικά προβλήματα που βρίσκονται στη βάση αυτής της συμπεριφοράς.
Τα άτομα που είναι εξαρτημένα από την αγάπη και το σεξ, όπως και τα άτομα που έχουν εξάρτηση από τα ναρκωτικά ή το ποτό, δε μαθαίνουν από τις συνέπειες των πράξεών τους και τα λάθη τους. Όταν ο πόνος από αυτές τις συμπεριφορές και καταστάσεις γίνει μεγαλύτερος από τον πόνο και την πρόκληση του να δημιουργούν αλλαγή, τότε ξεκινάει η επεξάρτησή τους.