Μόνο οι άγγελοι δεν έχουν φύλο
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”42159″ img_size=”full”][vc_column_text]Μόλις γεννιέται ένα παιδί, όλοι ρωτάμε: «Τι είναι; Αγόρι ή κορίτσι;» Αυτό το φαινομενικά αθώο ερώτημα υποκρύπτει τη βαθύτερη αδυναμία μας ακόμη και να φανταστούμε ότι θα μπορούσε να υπάρξει ένα ανθρώπινο πλάσμα που δεν εντάσσεται σε μία από τις δύο κατηγορίες, του αρσενικού ή του θηλυκού. Εντούτοις, αυτή η θεμελιώδης βιολογική διάκριση δεν είναι πάντα προφανής, ούτε και εφαρμόσιμη σε όλες τις περιπτώσεις.
Με τον όρο «κοινωνικό φύλο», οι σύγχρονες ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες περιγράφουν τους διαφορετικούς και περίπλοκους τρόπους σύμφωνα με τους οποίους εκδηλώνονται οι διαφορές ανάμεσα στα ανθρώπινα φύλα. Ωστόσο, η έννοια του ανθρώπινου φύλου ούτε προφανής (κοινωνικά) ούτε και δεδομένη (επιστημονικά) πρέπει να θεωρείται, δεδομένου ότι οι τυπικές εκδηλώσεις της βιολογικής μας ταυτότητας δεν είναι επ’ ουδενί κατανεμημένες ομοιόμορφα ανάμεσα στα άτομα του ίδιου φύλου, ούτε και ταυτίζονται απαραίτητα με την προσωπική ταυτότητα κάθε ανθρώπου.
Αντίθετα, υπάρχει μεταξύ των ατόμων του ίδιου φύλου ευρύτατο περιθώριο για ατομικές διαφοροποιήσεις, οι οποίες, σε μεγάλο βαθμό, ενισχύονται ή καταστέλλονται από «εξωγενείς» παράγοντες, π.χ. οικογενειακούς, κοινωνικούς, πολιτισμικούς.
Στην πραγματικότητα, το βιολογικό φύλο, οι ιδιαίτερες σεξουαλικές προτιμήσεις και η έμφυλη ταυτότητα δεν ταυτίζονται πάντα στον ίδιο άνθρωπο. Γι’ αυτό, σε κάθε ιστορική εποχή, υπήρξαν αμέτρητοι δυνατοί συνδυασμοί από αυτές τις τρεις βασικές παραμέτρους που διαμορφώνουν ό,τι, κάπως αόριστα, περιγράφουμε ως ανθρώπινο φύλο.
Από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα, οι ανθρώπινες κοινωνίες, στην προσπάθειά τους να διαχειριστούν ή, συνηθέστερα, να καταστείλουν τις όποιες αποκλίσεις από το διαζευκτικό δίπολο «άνδρας – γυναίκα», επιχείρησαν να τις ερμηνεύσουν είτε ως βιολογικές «ανωμαλίες» είτε ως, λίγο-πολύ, διεστραμμένες ατομικές επιλογές. Ανάγοντας έτσι ένα διαχρονικό κοινωνικό πρόβλημα, όπως η διαχείριση του διαφορετικού, σε δυσβάσταχτο ατομικό «πεπρωμένο». Τι έχει, όμως, να πει για όλα αυτά ο, υποτίθεται, αμόλυντος από κοινωνικές προκαταλήψεις και ιδεολογίες επιστημονικός λόγος;
Η ιστορία των φυλετικών-σεξιστικών προκαταλήψεων μας αποκαλύπτει ότι όποτε η επιστήμη εγκατέλειψε ή υπαναχώρησε στην προσπάθειά της για μια γνωστικά αντικειμενική ή, τουλάχιστον, κοινωνικά ουδέτερη περιγραφή αυτών των άβολων κοινωνικών φαινομένων, ο επιστημονικός λόγος έτεινε να αναπαράγει και να νομιμοποιεί «επιστημονικά» τις κοινωνικές προκαταλήψεις της εποχής όσον αφορά τις «μη φυσιολογικές», δηλαδή τις «αποκλίνουσες» φυλετικές συμπεριφορές.
Το φύλο ενός ανθρώπου, το αν δηλαδή θα αποκτήσει τελικά ανδρική ή θηλυκή «ταυτότητα» που να αντιστοιχεί στα ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά του, καθορίζεται από πολλούς παράγοντες, όχι μόνο ενδογενείς (βιολογικούς) αλλά και εξωγενείς (κοινωνικούς). Ο τρόπος που αυτοί οι παράγοντες διαπλέκονται είναι απρόβλεπτος, γι’ αυτό θα ήταν ίσως ακριβέστερο να μιλάμε για πολλά ανθρώπινα κοινωνικά φύλα.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]