Ανδρίτσαινα: Πέτρινη πολιτεία
Κείμενο: Ερση Μηλιαράκη
Φωτογραφίες: Ηρακλής Μήλας
Ο δρόμος ως την «πέτρινη πολιτεία» της Ηλείας είναι μακρύς. Στολισμένος με αρχαίες πόλεις που κανείς δεν θυμάται πια και κατάληξη στην αρχοντική Ανδρίτσαινα με τη σπουδαία βιβλιοθήκη, αξίζει κάθε του χιλιόμετρο. Αν έπρεπε να χωρέσεις αυτήν την περιοχή σε μόνο μία φράση αυτή θα ήταν «ταξίδι στην αρχαία Ηλεία». Κι αν έπρεπε να της δώσεις ένα άρωμα, θα ήταν εκείνο των αγριολούλουδων που σκεπάζουν τις αρχαίες πέτρες των κάποτε σπουδαίων πόλεων. Κι ίσως της σκουριάς, του παλιού, που μοιάζει να αναδύεται από τα χωριά.
Ξεκινάς από τη θάλασσα. Από την οργανωμένη παραλία του Σαμικού, πλάι στα χωράφια που βρέχονται από την αλμύρα, εκεί που κάποτε ήταν η λίμνη της Μουριάς. Εκεί ξεπλένεις σώμα και μυαλό προτού βυθιστείς στην αρχαιότητα. Πάνω στον λόφο εντοπίζεις εύκολα τα τείχη της αρχαίας Σαμίας, από της ακμαιότερες πόλεις της αρχαίας Τριφυλλίας (υπάγεται στην Ηλεία όμως), φτιαγμένα από τεράστιους τιτανόλιθους, χωρίς κανένα υλικό να τα συγκρατεί σφιχτά κολλημένα μεταξύ τους.
(Το νεκροταφείο του 4ου π.Χ. αι. στην Σκυλλούντα)
Στη θέση Κλειδί, αναζητάς τον Μυκηναϊκό Τύμβο του Ιαρδανού, ο οποίος αποδείχτηκε θησαυρός με ευρήματα που τους άξιζε θέση στο μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας και στο ρέμα της Φραγκοεκκλησιάς το Βαλάνειο, δίπλα στο ρέμα της Φραγκοεκκλησιάς, με τους ρημαγμένους τοίχους από τα κάποτε πολυτελή βυζαντινά λουτρά για επιφανείς πολίτες, από τα ελάχιστα τέτοια δείγματα στη χώρα.
Περισσότερο πέρασμα παρά κυρίως προορισμός, τα Κρέστενα είναι μια φροντισμένη κωμόπολη σε κομβικό σημείο (για αρχαία Ολυμπία, Επικούριο Απόλλωνα, Πύργο, Καϊάφα), έδρα του δήμου, μα όχι πρωταγωνίστρια. Κατέβα τουλάχιστον να περπατήσεις ανάμεσα στα παλιά μαγαζάκια και αναζήτησε την πνιγμένη στη βλάστηση Βίλα (Νίκου) Παπαλέξη, που έχτισε ο Τσίλερ για να κατοικήσει ο αντιπρόεδρος της Βουλής επί Τρικούπη και φιλοξένησε τον Γάλλο πρωθυπουργό Ζορζ Κλεμανσό το 1896.
Επόμενη στάση η Σκιλλουντία, στην οποία θα εντοπίσεις το νεκροταφείο και τον ναό της Αθηνάς. Σε αυτά τα μέρη, κοντά στην Ολυμπία, έζησε είκοσι χρόνια εξοστρακισμένος από την Αθήνα ο Ξενοφώντας και έγραψε μεταξύ άλλων την θρυλική «Κύρου Ανάβασις». Το βουνό που βλέπεις απέναντι είναι το Τυπαίο κι εκεί ανέβαιναν όλες οι γυναίκες για να παρακολουθήσουν τους αγώνες, αφού αν εντοπιζόταν κάποια στις κερκίδες, η τιμωρία ήταν σπρώξιμο στον γκρεμό – μόνο η Καλλιπάτειρα αντιμετωπίστηκε με εύνοια.
Χωρίς κανέναν να σε απειλεί, θα συνεχίσεις τον ανήφορο, με ορεινά κύματα να πλέουν γύρω σου. Κι ο Αλφειός πλέει, ουσιαστικά τη ροή του ακολουθείς σε αντίθετη πορεία, μα δεν είσαι δίπλα του. Κυλά μακρύτερα κι όταν τα τερτίπια του δρόμου το επιτρέπουν, βλέπεις πότε πότε από μακριά την κοιλάδα του.
Το επόμενο αρχαιολογικό ραντεβού είναι κλεισμένο στην Πλατιάνα, όπου θα ανεβείς στο «καλοχτισμένο Αίπυ» του Ομήρου, στο βουνό Λαπίθα, μια άλλοτε οχυρωμένη πόλη δυσπρόσιτη όσο λίγες στην Ελλάδα. Τα τείχη της Ακρόπολης φτάνουν τα 420 μέτρα και ανάμεσα στα ερείπια θα ξεχωρίσεις τετράγωνους πύργους, το κοίλο ενός θεάτρου, διάσπαρτα θεμέλια από ναούς και κατοικίες.
Μαγικές εικόνες
(Η μονή της Ισόβας, χτίστηκε το 1223, πυρπολήθηκε 40 χρόνια μετά)
Ακόμα δεν έχεις δει τίποτα όμως. Στην Τρυπητή, ας πούμε, η μονή της Ισοβας (1223) είναι ένα από τα μετρημένα στα δάχτυλα και ομορφότερα δείγματα γοτθικής εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα. Θέαμα απόκοσμο, έτσι όπως στέκεται σε ερείπια στη μέση του πουθενά πάνω από την κοιλάδα του Αλφειού.
Η επιλογή της τοποθεσίας δεν είναι τυχαία. Οι Κιστερκιανοί μοναχοί που ήρθαν εδώ από το Κλαιρβό την εποχή που οι σταυροφορίες σάρωναν τη Δύση, αναζητούσαν ελεύθερο οπτικό πεδίο, τρεχούμενο νερό και βλάστηση. Θα ακούσεις τους ντόπιους να την αποκαλούν και «παλάτι», αφού η παράδοση μιλάει για μια πριγκίπισσα από την Πόλη με αμύθητα πλούτη που έζησε εδώ. Για την ιστορία, πάντως, τα χαλάσματα που βλέπεις είναι ό,τι απέμεινε από την πυρπόληση της μονής το 1263, που όμως παρέμειναν άθικτα έως σήμερα, ακόμη κι απ’ τους σεισμούς του 1965 που γκρέμισαν όχι και λίγα σπίτια στην περιοχή.
Μισή σύγχρονη, μισή του 12ου αιώνα, είναι η μονή Σεπετού, όπου θα σε στείλει μια πινακίδα από τις Κάτω Αμυγδαλιές. Γραπωμένη στα κάθετα βράχια, πάνω από το τα νερά του Τρίτωνα, ήταν στη διάρκεια της Επανάστασης τόπος σύσκεψης οπλαρχηγών και προκρίτων.
Υπάρχει πάρκινγκ για το αυτοκίνητο αλλά όχι προειδοποίηση γι’ αυτό που θα δεις από εκεί στο βάθος της κοιλάδας. Ο καταρράκτης που ξεχύνεται με βοή έδωσε κατά μία άποψη το όνομά του στο μοναστήρι (sopot σημαίνει καταρράκτης στα Σλαβικά). Η άλλη μιλάει για τη φράση «σε πετώ» που αναφώνησε μία γυναίκα ρίχνοντας το μωρό της στο φαράγγι για να αποδείξει την πίστη της στην Παναγία. Ευτυχώς σώθηκε.
Ο δρόμος προς την ιστορική για την περιοχή Αλίφειρα, που γνώρισε τη μεγάλη της ακμή τον 3ο π.Χ. αι., είναι σπαρμένος με αρχαία ταφικά μνημεία που κάποτε ήταν μεγαλόπρεπα,αλλά τώρα δύο είναι πάνω στον δρόμο και… κατειλημμένα από μέλισσες. Η πορεία προς την αρχαία πόλη πάνω στον λόφο αξίζει τον όποιο κόπο. Τα ερείπια του ναού του Ασκληπιού, η Ακρόπολη, ο ναός της Αθηνάς πολιορκούνται τώρα από τα αγριολούλουδα κι ο περίπατος ανάμεσά τους είναι υπέροχος, με απίθανη θέα σε κάμπους, βουνά και κοιλάδα Αλφειού…
Τελικός προορισμός, η Ανδρίτσαινα
Περικυκλωμένη από καρβουνιασμένα δέντρα, όπως και όλη η διαδρομή, που κείτονται ακόμη στις πλαγιές, από την εφιαλτική φωτιά του 2007. Στα σύνορα Ηλείας – Αρκαδίας, η αρχοντική Ανδρίτσαινα με διάθεση ρετρό, χαλάρωσης και δράσης (αν ασχολείσαι με extreme sports) σε κερδίζει με διαφορά. Αυτή είναι η πρωταγωνίστρια. Η «Πέτρινη Πολιτεία» με τα λιθόκτιστα αρχοντικά και καλντερίμια που έφτιαξαν Λαγκαδιώτες μάστορες μοναδικοί στην τέχνη τους, υπήρξε μέλος του Δεσποτάτου του Μυστρά και ισχυρό εμπορικό κέντρο.
Στη μεγάλη ακμή (τέλη 19ου αι.), καταστήματα, βυρσοδεψεία, υφαντουργεία και αλευρόμυλοι δούλευαν σε διπλή ταχύτητα και οι κάτοικοι υπολογίζονταν σε 4.000. Σήμερα μετά βίας φτάνουν τους 150, αλλά ως έδρα των τοπικών σχολείων ο οικισμός κρατάει λίγη από τη ζωντάνια του. Σε αυτό βοηθούν και οι λιγοστοί ξενώνες που κρατούν εδώ τους επισκέπτες. Ακόμα και τα πολύχρωμα μαγαζάκια «παλαιών αναγκών» με τα ρολά κατεβασμένα στη σειρά δεν σε ρίχνουν. Στην Ανδρίτσαινα το παλιό είναι όμορφο.
(Η Τρανή Βρύση, χτισμένη το 1724)
Θα το δεις στα ίδια πλατάνια που ρίχνουν τον ίσκιο τους αιώνες στην πλατεία, εκεί που η Τρανή Βρύση δροσίζει οδοιπόρους από το 1724. Και σε μια Βιβλιοθήκη από τις σημαντικότερες της χώρας, με τίτλους ανεκτίμητης αξίας και κιτρινισμένους τόμους- κειμήλια που σου φαίνεται ασύλληπτο ότι επέζησαν στον χρόνο: τα δώρισε στην πατρίδα του ο Αγαθόφρων Νικολόπουλος το 1804 κι ας μην τη γνώρισε ποτέ του τελικά.
Το μπαούλο με το οποίο ταξίδεψε το 1832 ο «Φιλικός» Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, το κουρείο με τα βιεννέζικα έπιπλα και γύρω στις 4.000 χειροπιαστές αποδείξεις σπουδαίας ζωής, σε πάνε πίσω 3 αιώνες στο Λαογραφικό Μουσείο της Ανδρίτσαινας.
Μπορείς να περιπλανιέσαι μέρες στο χωριό χωρίς να βαριέσαι. Ομως, αυτή η μεγάλη βόλτα δεν γίνεται να τελειώσει αν δεν πάρεις τον δρόμο για τις Βάσσες. Χωρίς να δεις από κοντά γιατί ο ναός του Επικούρειου Απόλλωνα αποκαλείται Παρθενώνας της Πελοποννήσου και πως σε κάνει να σαστίζεις, ακόμη κι έτσι κουκουλωμένος όπως είναι, αντιστεκόμενος στη φθορά του χρόνου και τα στοιχειά της φύσης.
Πηγή: travelbook ethnos.gr