Τo χρονογραφημα: Τσιμέντο να γίνει…
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”96543″ img_size=”full”][vc_column_text]Αγαπώ αυτόν τον τόπο. Αγαπώ αυτήν την χώρα. Αγαπώ τις πόλεις που με φιλοξένησαν. Αγαπώ τα χωριά που μου άνοιξαν την αγκαλιά τους. Αγαπώ τον ήλιο της. Αγαπώ τα βουνά της. Αγαπώ τα ποτάμια της και τα δάση της. Αγαπώ τα νησιά της. Αγαπώ τη θάλασσα. Μα πιο πολύ αγαπώ το χώμα, γιατί ξέρω ότι από αυτό είμαι πλασμένος. Από αυτό το χώμα. Οι περισσότεροι αισθάνονται περήφανοι για την πατρίδα τους. Εμένα δυστυχώς σε αυτό το επίπεδο η περηφάνια δεν μου έλεγε ποτέ πολλά. Εξάλλου, αν είχα να διαλέξω μεταξύ της περηφάνιας και της αγάπης, τότε θα διάλεγα κάθε φορά την τελευταία, όποιο κι αν ήταν το διακύβευμα. Ανέκαθεν τους φοβόμουν τους πολύ περήφανους, καθώς η περηφάνια τους πολλές φορές απέπνεε μίσος και καταστροφή.
Το δύσκολο είναι να αγαπήσεις. Το δύσκολο είναι να δημιουργήσεις. Και με τι τρόπο ετοιμάζονται οι πολύ υπερήφανοι Έλληνες να δημιουργήσουν σήμερα την Ελλάδα του αύριο; Με τσιμέντο. Αυτή είναι η απάντησή τους σε όλα τα προβλήματα: Να τσιμεντώσουν ό,τι σχεδόν από θαύμα επιβίωσε μέσα στον χρόνο και εξακολουθεί να κάνει αυτήν την χώρα όμορφη και ανθρώπινη. Βέβαια, έχει και μία ειρωνική ιστορική συνοχή αυτή η εξέλιξη των πραγμάτων. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο εργολάβος-Εθνάρχης, δεν ήταν εκείνος ο οποίος κατέστρεψε την Αθήνα; Μία πόλη που ήταν προορισμένη να γίνει η πρωτεύουσα όλης της Ευρώπης, μετατράπηκε μέσα σε λίγες μόνο δεκαετίες, σε τσιμεντένιο χάος. Η χούντα ακολούθησε δίνοντας την χαριστική βολή και σε αυτό.
Από τότε μαζεύουμε τα κομμάτια μιας χώρας που παραμένει όμορφη, αλλά η ομορφιά της εξαρτάται άμεσα από το ενδιαφέρον και την αφοσίωση των ανθρώπων. Φαίνεται πως οι καινούργιοι ένοικοι της εξουσίας, εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο να την τσιμεντώσουν απ’ άκρη σ’ άκρη.
Για πολλούς το τσιμέντο είναι συνώνυμο της σκληρότητας και της ψυχρότητας. Λογικό εν μέρει. Κατηγορείται μάλιστα ως ο απόλυτος θύτης για το σαρωτικό γκρι του αστικού τοπίου.
Και ενώ το νομικό πλαίσιο είχε μόλις αυστηροποιηθεί, η πρωτοβουλία για την τσιμεντοποίηση του αιγιαλού επιβεβαιώνει τόσο την υποκρισία όσο και την αντίληψη ότι το περιβάλλον αποτελεί “εμπόδιο” για τις επενδύσεις.
Oι υποστηρικτές της «ανάπτυξης» μέσω της τσιμεντοποίησης των παραλιών, θεωρούν την προστασία του αιγιαλού και της ελεύθερης πρόσβασης μια «αριστερίστικη» και «αντιεπενδυτική» εμμονή. Το κόμμα που έκανε πολιτική σημαία του την τυμβωρυχία για την καταστροφή στο Μάτι, όπου η αυθαίρετη δόμηση, οι παράνομες περιφράξεις και οι καταπατήσεις αποδείχθηκαν φονικές, ξεκίνησε την κυβερνητική του θητεία αναστέλλοντας τις κατεδαφίσεις αυθαιρέτων στις παραλίες. Τώρα, ολοκληρώνει την καταστροφική παρέμβαση, νομιμοποιώντας τις διαχρονικές νεοελληνικές αυθαιρεσίες. Ας είναι καλά το τσιμέντο.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]