Το τείχος της ντροπής και η παγκόσμια ισορροπία τρόμου
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”100135″ img_size=”full”][vc_column_text]Tη νύχτα της Πέμπτης 9 προς Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 1989, ο κόσμος παρακολούθησε την κατεδάφιση του τείχους του Βερολίνου, που ταυτόχρονα σηματοδοτούσε και την αρχή του τέλους της κραταιάς Σοβιετικής Ένωσης. Εκείνη τη νύχτα, όπως και τις επόμενες που ακολούθησαν, Ανατολικογερμανοί και Δυτικογερμανοί πανηγύριζαν μαζί με τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο το τέλος μιας πολυεπίπεδης όσο και τρομακτικής διχοτόμησης, που στοίχειωνε εκατομμύρια ζωές και εξέφραζε μία σημαντική έκφανση του λεγόμενου «ψυχρού πολέμου» επί δεκαετίες.
30 χρόνια μετά, Γερμάνια και δυτικός κόσμος γιόρτασαν και πάλι την πτώση του «τείχους της ντροπής» όπως το έλεγαν εκείνη την εποχή στην δυτική πλευρά, αλλά τα διδάγματα και η μετέπειτα εμπειρία δεν αφήνουν πραγματικά περιθώρια για ξεφάντωμα, ούτε για γραμμένους σε πολιτικά γραφεία ύμνους στην ελευθερία. Οπότε το ζήτημα είναι για ποιον λόγο γιορτάζει κανείς. Στην ερώτηση πάντως, αν έπρεπε να πέσει ή ήταν καλό που έπεσε το τείχος, η απάντηση είναι πάντα και αυτονόητα ναι. Ας μην λησμονούμε ποτέ ότι επιβεβαιωμένα, περί τους ενενήντα Ανατολικογερμανούς εκτελέστηκαν εν ψυχρώ στην προσπάθειά τους να περάσουν απέναντι –είναι σχεδόν βέβαιο πως στην πραγματικότητα ο αριθμός είναι σημαντικά μεγαλύτερος– και ακόμη 75.000 σύρθηκαν στα δικαστήρια με την κατηγορία της «εγκατάλειψης της χώρας», η οποία επέσειε ποινή φυλάκισης μέχρι και οχτώ χρόνια. Όλοι οι άνθρωποι θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να διακινήσουν τον εαυτό τους κατά το δοκούν, είτε θέλουν να μπουν κάπου, είτε πολύ περισσότερο θέλουν να βγουν από κάπου.
Κατά τα άλλα, για τους πρώην Ανατολικογερμανούς τα πράγματα μάλλον δεν ήρθαν όπως τα περίμεναν. Όπως επισημαίνει ο Γιώργος Στάμκος σε ένα εξαιρετικό άρθρο στην ιστοσελίδα tvxs.gr, «σε πολλές μετακομμουνιστικές χώρες το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ παραμένει κάτω από το επίπεδό του 1989. Καίρια είναι επίσης η παρατήρησή του (αναφερόμενος στα παιδιά του Μίλτον Φρίντμαν και το δόγμα του σοκ που εφαρμόστηκε στην μετακομμουνιστική Πολωνία), πως «η πολιτική ελευθερία και η οικονομική ασφάλεια δύσκολα συνδυάζεται υπό συνθήκες ανεξέλεγκτου καπιταλισμού». Γιατί στ’ αλήθεια, πως μπορεί να είναι κανείς πραγματικά ελεύθερος, αν είναι άφραγκος και δεν έχει στον ήλιο μοίρα ή αδυνατεί να εξασφαλίσει τα στοιχειώδη για την οικογένειά του;
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο, εξίσου σημαντικό, που το σκεπτόμενο κομμάτι της ανθρωπότητας το αντιλήφθηκε μόλις πρόσφατα. Η πτώση του τείχους και ακολούθως της Σοβιετικής Ένωσης, επέφερε αρνητικές συνέπειες και στους Δυτικούς, καθώς πλέον δεν υπήρχε το αντίπαλο δέος. Το τείχος εξασφάλιζε με έναν παρανοϊκό και διαστρεβλωτικό τρόπο μία ισορροπία τρόμου, η οποία ανάγκαζε τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ να παραχωρούν πλούτο και δικαιώματα στις πλατιές μάζες. Γι’ αυτό και αμέσως μετά την κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος, το βιοτικό επίπεδο στη Δύση άρχισε να βαίνει μειούμενο. Οι καπιταλιστές είχαν νικήσει και δεν είχαν πλέον τίποτε να φοβηθούν, γι’ αυτό και μέχρι σήμερα, τα θέλουν όλα, και τα θέλουν τώρα.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]