Το σημείωμα του εκδότη: Το ΠΑΣΟΚ ηττήθηκε… η Κεντροαριστερά είναι εδώ;
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”77871″ img_size=”full”][vc_column_text]Η σχέση κόμματος – κοινωνίας είναι µια σχέση δυναμική, και διαρκώς εξελισσόμενη. Αν δεν ήταν έτσι -αν, µε άλλα λόγια, τα κόμματα «κλείδωναν» εσαεί την εκλογική πελατεία τους- η Ένωση Κεντρώων της Μεταπολίτευσης δεν θα είχε αφήσει τετραγωνικό µέτρο στον Ανδρέα για να κινηθεί, το ΠΑΣΟΚ των χρόνων της κρίσης θα παρέμενε κολλημένο στο 40% με 45% και ο ΣΥΡΙΖΑ θα αγωνιούσε τις εκλογικές βραδιές αν θα βρεθεί εντός ή εκτός Βουλής.
Επειδή, ως γνωστόν, αλλιώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, όταν συζητάμε για τις ανάγκες της Κεντροδεξιάς ή τις προτεραιότητες της Κεντροαριστεράς, χρήσιμο θα ήταν να έχουμε πάντα κατά νου αυτήν τη σχέση. Το γεγονός ότι ορισμένα κόμματα µιλούν στο όνομα των δύο μεγάλων αυτών πολιτικών οικογενειών, ούτε σημαίνει ότι διαθέτουν την αποκλειστική αντιπροσώπευσή τους ούτε ότι εκπροσωπούν πάντοτε τα συμφέροντα των κοινωνικών ομάδων που τις απαρτίζουν και τις πολιτικές παραδόσεις που µμεταφέρουν.
Είναι γεγονός ότι ο πολιτικός και κοινωνικός χώρος της Κεντροαριστεράς εκπαιδεύτηκε σε όλη την περίοδο της Μεταπολίτευσης µε την κουλτούρα του αντίπαλου πόλου στις συντηρητικές πολιτικές.
Αρκεί, όμως, µια τέτοια σχηματική τοποθέτηση για να περιγράψει την πολυπλοκότητα των πολιτικών σχέσεων; Προφανώς και όχι. Η Κεντροαριστερά δεν υπήρξε γενικά και αόριστα αντίπαλος του συντηρητικού πολιτικού αστερισμού. Υπήρξε η παράταξη που -µε όλες τις αντιφάσεις της- διαχειρίστηκε µε συναινετική αντίληψη και διάθεση εξομάλυνσης των εντάσεων τα εθνικά θέματα, μετέφερε την ανάγκη εκσυγχρονιστικών τομών στην ελληνική κοινωνία και προώθησε πολιτικές ενίσχυσης των ασθενέστερων, προάσπισης των δικαιωμάτων και εμπέδωσης της ισονομίας.
Οι κατά καιρούς πολιτικοί εκπρόσωποι της Κεντροαριστεράς δεν τα έκαναν όλα καλά – άλλες φορές έκαναν λιγότερα από όσα μπορούσαν και άλλες κινήθηκαν σε κατευθύνσεις ξένες µε την αισθητική και την ηθική του χώρου. Ο τελικός ωστόσο, απολογισμός της Κεντροαριστεράς ως κοινωνικού ρεύματος, είναι ένα άθροισμά συναινετικών επιλογών µε προοδευτικό φορτίο. Στη δημόσια συζήτηση που εξελίσσεται υπό το βάρος της προοπτικής των εκλογών, το ερώτημα που τίθεται είναι ποιος εκπροσωπεί σήμερα την Κεντροαριστερά. Επειδή, ωστόσο, καθένας έχει τα επιχειρήματά του και διεκδικεί για λογαριασμό του την ιδιοκτησία του χώρου , το πραγματικό επίδικο που αναδύεται µέσα από τη μηδενική ανοχή που επιδεικνύεται έναντι της αντίθετης άποψης, είναι προς ποια κατεύθυνση θα πρέπει να κινούνται οι κεντροαριστερές πολιτικές, παρά το ποιος έχει την κεντροαριστερή πατέντα.
Πέρα από τα όποια λάθη του ΣΥΡΙΖΑ, τις αυταπάτες, τις αγκυλώσεις και τις αστοχίες, ποια κεντροαριστερή λογική µπορεί να δικαιώσει ετεροβαρείς επιλογές που γέρνουν την ζυγαριά των «ίσων αποστάσεων» προς τα δεξιά; Μουδιασμένος ο κόσμος της Κεντροαριστεράς ψάχνει να βρει χειρολαβή για να κρατηθεί και επιχειρήματα για να ακουμπήσει, την ώρα που νιώθει ότι το τρένο περνάει από αχαρτογράφητες πολιτικές περιοχές.
Πόσο κεντροαριστερή είναι, άραγε, η απόρριψη της Συμφωνίας των Πρεσπών, τη στιγμή που διασφαλίζει το erga omnes και την αποδοχή σύνθετης ονομασίας µε γεωγραφικό προσδιορισμό; Ποια σχέση έχει µε το παρελθόν του χώρου, την καθιέρωση του πολιτικού γάμου και την πολιτική σύγκρουση για τις ταυτότητες, η άρνηση αποδοχής στοιχειωδών προϋποθέσεων για τον εξορθολογισµό των σχέσεων Πολιτείας – Εκκλησίας, όπως είναι η άρση της δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας των κληρικών;
Με τις κάλπες προ των πυλών και την πόλωση να πνίγει τη σκηνή, το αφήγημα του Κινήματος Αλλαγής είναι ότι προέχουν η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και η επιστροφή στην «πολιτική κανονικότητα». Ενδιαφέρει, άραγε, ότι η γραµµή της «στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ» συνεπάγεται και τη «στρατηγική νίκη της Νέας ∆ηµοκρατίας» ή µια τέτοια εξέλιξη θεωρείται άνευ πολιτικής σημασίας για την Κεντροαριστερά;[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]