Το σημείωμα του εκδότη: Στην Ελλάδα της μεταμνημονιακής «κανονικότητας»
[vc_row][vc_column][vc_single_image image=”105218″ img_size=”full”][vc_column_text]
Στο όριο της φτώχειας το 68,3% του πληθυσμού
Ανέκαθεν θεωρούσα ότι αυτή η λέξη θα έπρεπε να γράφεται εντός εισαγωγικών, καθώς η «κανονικότητα» ως έννοια, συνιστά ενδεχομένως το μείζον εννοιολογικό διακύβευμα του καιρού μας και της ειδικότερης οιονεί παρούσας συγκυρίας. Τι είναι λοιπόν κανονικό και τι όχι; Τι ήταν κανονικό πριν την κρίση; Τι μας επανασυστήνεται σήμερα ως αποκατάσταση της κανονικότητας; Και κυρίως, αυτό που ήταν τότε κανονικό, σε ποιον βαθμό εκπλήρωνε το κοινωνικό ιδεώδες; Δύσκολα ερωτήματα να απαντηθούν, καθώς είναι εξαιρετικά εύκολο να χαθεί κανείς στις δαιδαλώδεις διαδρομές της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας και πολιτικής. Ας ξεκινήσουμε όμως από το πιο απλό, δηλαδή απ’ αυτό που η σημερινή κυβέρνηση της χώρας επιδιώκει, με την συνδρομή των μίντια, να παρουσιάσει ως κανονικό.
Είναι σχεδόν απίστευτο αλλά μόλις πριν από λίγες ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων, ο διαβόητος ΣΕΒ, μας προμήθευσε με έναν παράδοξα χρήσιμο μίτο, ο οποίος καταγράφει την παρούσα κατάσταση σε σχέση με την τσέπη των Ελλήνων και κατά συνέπεια φανερώνει τουλάχιστον μία έξοδο από τον λαβύρινθο της παραπληροφόρησης και της σύγχυσης. Ανάμεσα στα πλείστα ποιοτικά στοιχεία και μεγέθη που σημειώνονται, είναι το γεγονός ότι το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού στην Ελλάδα κατέχει το 42% του καθαρού πλούτου. Είναι πράγματι ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο και αξίζει να στοχαστούμε πάνω σε αυτό, μόνο και μόνο επειδή με βάση αυτήν την αναλογία εξηγούνται πολλά τα οποία σχετίζονται με την πολιτική ζωή αλλά και με την ζωή εν γένει στον τόπο. Παρόλα αυτά, επισημαίνεται πως η Ελλάδα είναι μια από τις ευρωπαϊκές χώρες με τη σχετικά χαμηλότερη ανισοκατανομή πλούτου, μαζί με την Ιταλία, την Πολωνία και τη Σλοβακία, εφόσον συγκριτικά το πλουσιότερο 10% στον ΟΑΣΑ και στις Η.Π.Α. κατέχουν το 52% και 78% του καθαρού εγχώριου πλούτου αντίστοιχα.
Ένα άλλο στοιχείο, που επισημαίνεται και είναι εξίσου σημαντικό αφορά το λεγόμενο «επιλεκτικό ζευγάρωμα». Αυτό με απλά λόγια σημαίνει ότι ένα μεγάλο ποσοστό εργαζόμενων ζευγαριών αποτελείται από συντρόφους του ίδιου περίπου εισοδηματικού επιπέδου, κάτι το οποίο στην Ελλάδα είναι εντονότερο από άλλες χώρες και έχει ενταθεί κατακόρυφα στη διάρκεια της κρίσης. Αδιαμφισβήτητα αποτελεί ανησυχητικό φαινόμενο και σε βάθος χρόνων θεωρώ ότι θα διαφανούν οι πολυεπίπεδες επιπτώσεις του, οι οποίες υπερβαίνουν την διαιώνιση των ανισοτήτων, όπως σχολιάζει ο ΣΕΒ.
Το πλέον ανησυχητικό στοιχείο που αναφέρεται στην έρευνα, αφορά στην διαπίστωση ότι το 68,3% του πληθυσμού ζει κοντά στο όριο της φτώχειας. Πιο συγκεκριμένα, το 12,9% έχει εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας και το 55,4% είναι οικονομικά ευάλωτο. Κινδυνεύει δηλαδή να πέσει ανά πάσα στιγμή κάτω από το όριο της φτώχειας, μιας και δεν έχει αποταμιεύσεις που μπορούν να τον συντηρήσουν για πάνω από 3 μήνες. Το αντίστοιχο ποσοστό στον ΟΟΣΑ ανέρχεται στο 50,4%, εκ του οποίου το 11,5% ζει στη φτώχεια και το 38,9% θεωρείται οικονομικά ευάλωτο. Επίσης, στην Ελλάδα το 67% του πληθυσμού διαθέτει αποταμιεύσεις που δεν υπερβαίνουν το 1/4 του εισοδηματικού ορίου φτώχειας, δηλαδή 983 ευρώ τον χρόνο.
Με άλλα λόγια 7 στους 10 Έλληνες δεν έχουν ούτε 1000 ευρώ στον κουμπαρά τους, αν υποθέσουμε δηλαδή ότι έχουν κουμπαρά, κι αυτό συνιστά το πλέον αμείλικτο μέγεθος της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Και για επανέλθουμε στο προκείμενο, σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει τίποτε το «κανονικό» σε αυτό, όπως δεν υπάρχει και τίποτε ενθαρρυντικό να πεις, όταν τόσοι πολλοί Έλληνες ζουν καθημερινά στην κόψη του ξυραφιού. Τέλος, δεν υπάρχει «μαξιλάρι». Μόνο μία απέραντη ανασφάλεια για το αύριο.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]