ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ: Πεθαίνω σα χώρα
[…]η θέση της η γεωγραφική είναι το άσθμα μου, ολόκληρο το σχήμα της άλλοτε απλώνεται πάνω στο σώμα μου σα γιγαντιαίος έρπης ζωστήρ και με τρελαίνει, κι άλλοτε παίρνει τη μορφή τσουγκράνας και μπήγεται στα μάτια μου, τεράστιας βελόνας και μου τρυπάει το κρανίο, βράχου ολόκληρου που κρέμεται από την άκρη των μαλλιών μου και με παρασέρνει σε μια θάλασσα πικρών δακρύων… κι όλο νιώθω στον τράχηλό μου το ζυγό της κι όλο δένει τη γλώσσα μου το τραύλισμά της κι όλο μου φέρνει κρύα ρίγη η χυδαιότητά της… η προσήλωσή της στα φαντάσματά της, οι υπεκφυγές της, οι αντιγραφές της, τα φρακαρισμένα της μυαλά, τα πτώματά της, τα κιβούρια της, τα εγκλήματά της… Αυτή η χώρα είναι το χτικιό μας.
Δημήτρης Δημητριάδης
Πεθαίνω σαν χώρα
Χώρα υπνωτισμένη. Μπροστά σε μία οθόνη διαρκώς. Η τηλεόραση είναι το όπιο του λαού. Παρακολουθεί αποχαυνωμένη ανθρώπους, σπίτια και δάση να γίνονται παρανάλωμα, τη στιγμή που το σύννεφο καρκίνου από τα αποκαΐδια διέσχισε μία τεράστια απόσταση φτάνοντας, για παράδειγμα, από την Αλεξανδρούπολη στην Ηλεία. Ένα παράδειγμα κακό που πολλαπλασιάζεται χωρίς όριο ή φραγμό, Ποιος ξέρει τι ανέπνευσαν τούτες τις μέρες όσο έμεναν, πέρασαν ή αντιμετώπιζαν τις φλόγες στον Ασπρόπυργο, στη Βοιωτία, στον Έβρο ή στη Χασιά. Εικόνες γεμάτες πυρκαγιά και καταστροφή. Το οπτικό νεύρο τις μεταφέρει στον εγκέφαλο αλλά ο τελευταίος τις μεταχειρίζεται ως κάτι σύνηθες, τυπικό, αναμενόμενο. Αν ωστόσο ακουστεί καμία απρογραμμάτιστη αλήθεια που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αναλαμπή ορθολογισμού, οι ομιλούσες κεφαλές είναι πάντοτε εκεί για να πράξουν το καθήκον τους, στις περισσότερες περιπτώσεις υποδειγματικά. Ερμηνεύουμε γεγονότα, λειαίνουμε γωνίες, αμβλύνουμε αιχμές ή και βαφτίζουμε το κρέας ψάρι.
Χώρα παραιτημένη. Κανείς δε διαμαρτύρεται. Κανείς δε νοιάζεται. Κανενός το αυτί δεν ιδρώνει. Κανείς δε φοβάται, όχι μόνο για το μέλλον των παιδιών του, αλλά ούτε καν για το δικό του. Οι όποιες φωνές λογικής αποτελούν σταγόνα στον ωκεανό της αδιαπραγμάτευτης παραίτησης. Συνέβη εδώ και καιρό. Δεν μπορεί να πει κανείς εύκολα πότε, αλλά πάντως κάποια στιγμή το πήραμε απόφαση ότι δε γίνεται τίποτα. Το κακό θα γίνει και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα γι’ αυτό. Οπότε άστα όλα να καούν. Άστους όλους να πεθάνουν.
Εξάλλου κανείς δεν έχει ευθύνη και δεν πρόκειται να αναλάβει ποτέ καμία. Για όλα υπάρχει μία δικαιολογία. Καλή ή κακή, δεν έχει σημασία. Αφού έτσι κι αλλιώς, κανείς δεν ακούει. Κανείς δεν ενδιαφέρεται. Το μενού σερβίρεται καθημερινά με τα ίδια ξαναζεσταμένα ή και κρύα πιάτα, όπως ότι φταίνε οι πρόσφυγες που κάηκαν ζωντανοί. Τα δέοντα πράττονται με υποδειγματική συνέπεια στις τηλεοπτικές οθόνες, στις ενημερωτικές ιστοσελίδες, ακόμα και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το TikTok. Και όλα καλά. Συνεχίζουμε. Προχωράμε μπροστά. Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει για τους λίγους, οι οποίοι το πολύ πολύ να μετοικίσουν στην Ελβετία.
Χώρα πεθαμένη. Ο καρκίνος θα θερίσει. Το οξυγόνο κάθε μέρα λιγοστεύει. Όχι μόνο αυτό που παράγουν τα δάση αλλά και αυτό που χρειάζονται οι άνθρωποι προκειμένου να ζήσουν με στοιχειώδη αξιοπρέπεια και προοπτική. Γιατί δεν υπάρχει καμία προοπτική σε αυτή τη χώρα για τους αξιοπρεπείς, για τους νομοταγείς, για τους ευσυνείδητους, για τα ηθικά στοιχεία. Εκτός αν είσαι λαμόγιο ή παράσιτο. Μόνο αυτοί ευημερούν πλέον. Η χώρα πεθαίνει και όσοι έχουν την ανάγκη να αισθάνονται υγιείς, τίμιοι, ασφυκτιούν με την αρρώστια της. Πνίγονται στον καπνό της καταστροφής και στην αποφορά της προχωρημένης της σήψης. Θέλουν να ζήσουν, αλλά αυτή η χώρα είναι θάνατος. Αυτή η χώρα είναι το χτικιό μας.
Ο εκδότης