ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ: Όταν αργούν οι πελαργοί
Μία γέννηση, δύο θάνατοι. Τόσο απλά και αμείλικτα. Για κάθε δύο ανθρώπους οι οποίοι φεύγουν από τη ζωή, γεννιέται μόλις ένας. Η τάση είναι η ίδια εδώ και δεκαετίες, πλέον όμως έχει αρχίσει να αποκτά διαστάσεις δημογραφικής χιονοστιβάδας. Δεν ήταν καθόλου τυχαία η εξαγγελία της κυβέρνησης για την αύξηση του εφάπαξ «επιδόματος γέννας», στα 2.400 ευρώ για το πρώτο παιδί, στα 2.700 για το δεύτερο, στα 3.000 για το τρίτο και στα 3.500 ευρώ για πάνω από τα τέσσερα παιδιά. Πρόκειται σίγουρα για μία θετική εξέλιξη, η οποία ωστόσο δε θα λύσει και δε θα μπορούσε να λύσει το πρόβλημα, εφόσον μέχρι σήμερα, η επιδοματική πολιτική ανά τέκνο δεν έχει αποδειχθεί ικανή ως λύση για το δημογραφικό, παρά μόνο έχει ενισχύσει την ιδιωτική δαπάνη για την υγεία.
Είναι αυτό που λένε οι επιστήμονες ότι το πρόβλημα είναι «πολυπαραγοντικό». Δεν αφορά καν μόνο το ύψος του «επιδόματος γέννας», το οποίο μπορεί να φτάνει τα 8000 και 9000 ευρώ ανά παιδί στην Ευρώπη του Βορρά, αλλά τα έξοδα ανατροφής και διαβίωσης σε βάθος χρόνου. Κοινώς, το κόστος ζωής, και ειδικώς, το κόστος που απαιτείται για την ανάπτυξη ενός παιδιού. Στην Ελλάδα, μέχρι πρότινος γινόταν λόγος για τα νέα ζευγάρια, τα οποία δεν θεωρούσαν ότι έχουν τη δυνατότητα να κάνουν παιδί. Πλέον γίνεται λόγος για νέους ανθρώπους, οι οποίοι δε συζούν καν στο ίδιο σπίτι αλλά στους γονείς τους. Σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά στοιχεία για το 2022, οι ενήλικες στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αφήνουν το πατρικό τους σπίτι στην ηλικία των 26,4 ετών. Στην Ελλάδα παραμένουν για 4 χρόνια περισσότερα και φεύγουν κατά μέσο όρο σε ηλικία 30,7 ετών. Αυτή η λίστα κατατάσσει τη χώρα στην τρίτη θέση από το τέλος.
Και γιατί αργούν τόσο πολύ να φύγουν –αν φύγουν– από το σπίτι του μπαμπά και της μαμάς τα ελληνόπουλα; Η απάντηση φυσικά είναι οι χαμηλοί μισθοί και η ακρίβεια. Σύμφωνα με τη Eurostat, το 2013 η διαφορά ανάμεσα στους μισθούς των Ελλήνων και των υπόλοιπων Ευρωπαίων ήταν 11.561 ευρώ, ήτοι, ο μέσος μισθός στην Ελλάδα ήταν 17.358 ευρώ και στην Ε.Ε. 28.919 ευρώ. Στα τέλη του 2022 η «ψαλίδα» μεγάλωσε σε 18.668 ευρώ. Ο μέσος μισθός στη χώρα ήταν 16.661 ευρώ και στην Ε.Ε. 35.329 ευρώ. Σε αυτό το κρίσιμο μέγεθος οφείλουμε να συνεκτιμήσουμε τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος παραμένει πάνω από το 3,5%, ενώ στα τρόφιμα παρουσιάζονται αυξήσεις που ξεπερνούν το 20%. Οι Έλληνες είναι προτελευταίοι στην Ευρώπη σε κατά κεφαλήν εισόδημα, σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης. Παράλληλα, επιβαρύνονται με την 6η υψηλότερη φορολογία έμμεσων φόρων ως ποσοστό των συνολικών φορολογικών εσόδων ανάμεσα στις 27 χώρες της Ε.Ε. ενώ ο πληθωρισμός τροφίμων στην ελληνική αγορά βρίσκεται στην υψηλότερη θέση της Ευρώπης, με πάνω από το 10%.
Καθίσταται λοιπόν σαφές, έστω και μέσα από μία συνοπτική έκθεση, η οποία δεν καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των παραγόντων (όπως π.χ. τα ελλείμματα σε δομές φύλαξης προσχολικής ηλικίας ή η βραχυπρόθεσμη άδεια ανατροφής) παρά μόνο βασικές πτυχές του, ότι το πρόβλημα είναι δομικό, και δε λύνεται με εφάπαξ επιδόματα. Όταν αντιστοιχούν 1,3 παιδιά ανά γυναίκα σε ηλικία αναπαραγωγής (ένα από τα δύο χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη), ενώ θα έπρεπε να είναι 2,1 παιδιά για να παραμένει σταθερός ο πληθυσμός, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το πρόβλημα δε θα λυθεί επί της ουσίας ούτε με εξειδικευμένες μακροπρόθεσμες πολιτικές, ώστε να δοθούν κίνητρα στα νέα ζευγάρια να κάνουν οικογένεια, όπως υποστηρίζουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Χρειάζονται τομές στη συνολική χάραξη της κοινωνικής πολιτικής και όχι μεμονωμένες πρωτοβουλίες σε σχέση με το πρόβλημα της υπογεννητικότητας: Αύξηση μισθών, μείωση τιμών, δίκαιη κατανομή των φόρων. Γιατί δεν είναι απλώς «το πρόβλημα της υπογεννητικότητας». Είναι το πρόβλημα μίας ολόκληρης κοινωνίας, η οποία πλέον αδυνατεί να ζήσει. Είναι το πρόβλημα μίας χώρας που πεθαίνει.
Ο εκδότης