ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ: Μαμά έφτασα…
Ζούμε σ’ έναν κόσμο μαγικό με φόντο την Ακρόπολη, το Λυκαβηττό.
Γεμάτα τα μπαλκόνια πολιτικά αηδόνια,
υποσχέσεις και αγάπες και πολύχρωμα μπαλόνια
για ευτυχισμένα χρόνια.
Κι εσύ Ελένη και κάθε Ελένη
της επαρχίας, της Αθήνας κοιμωμένη,
η ζωή σου, να το ξέρεις, είναι επικηρυγμένη.
Να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο,
κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει.
Μπάμπης Τσικληρόπουλος
Γιατί στρέφομαι στα τραγούδια; Γιατί στρέφομαι στην ποίηση; Γιατί είναι ο μόνος τρόπος να ερμηνεύσω τον κόσμο και αυτά που μας συμβαίνουν. Γιατί είναι από τους ελάχιστους τρόπους να παρηγορηθώ. Γιατί τα μόνα λόγια που βρίσκω άξια, αναπαύονται σε σκονισμένους δίσκους και σε βιβλία, περιμένοντας να ζωντανέψουν, νοηματοδοτώντας αενάως μία ζωή χωρίς νόημα. Είμαστε βαθύπλουτη, η ανθρωπότητα, όπως είμαστε βαθύπλουτος λαός. Χιλιάδες, εκατομμύρια ευεργετημένοι ανάμεσά μας στην ανείπωτη θλίψη του κόσμου. Ένας φαύλος κύκλος είναι, δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλιώς γυρίζεις όμως, όταν ακούς τους διορατικούς στίχους του Τσικληρόπουλου για τις τόσες πόσες Ελένες που πέρασαν και περνούν σε αυτή τη χώρα.
Είναι άλλο να πεθαίνεις για την Ελλάδα, και άλλο η Ελλάδα να σε πεθαίνει. Αυτός ο στίχος κλείνει μέσα του το μεγαλύτερο εθνικό μας ψέμα. Αυτό δεν θα το ακούσει ποτέ, τουλάχιστον ευθέως, ένα παιδί στο σχολείο, γιατί αυτό δε συγκροτεί εθνική ταυτότητα. Γιατί αυτό θα του γεμίσει αμφιβολίες το κεφάλι για την κατά τα άλλα ιδανική μας πολιτεία. Φτάνουν αρκετά αργότερα τα παιδιά να συνειδητοποιήσουν εκείνο το οποίο έχουν αρχίσει να διαισθάνονται με λίγη βοήθεια, μέχρι το οδυνηρό χαρακίρι στα όνειρα. Γιατί κάποια στιγμή τα όνειρά τους θα τα σκοτώσουν. Ίσως μάλιστα, όπως διαπιστώνουμε σε κάθε εθνική τραγωδία, να φτάσουν να σκοτώσουν και τα ίδια.
Και καλά να την πατάνε τα παιδιά. Διαπνέονται, και σωστά, από την ορμή της νεότητας και την άγνοια κινδύνου. Οι μεγαλύτεροι τι δικαιολογία έχουν; Ποιο άλλοθι τάχα θα ισχυριστούν; Στις πόσες φορές θα αντιληφθούν ότι εξαπατώνται από αηδόνες της πολιτικής, με υποσχέσεις και αγάπες και πολύχρωμα μπαλόνια για ευτυχισμένα χρόνια; Το παραμύθι τελείωσε. Δεν υπάρχουν άλλες δικαιολογίες. Κανείς δε θα σας σώσει. Κανείς δε θα μας σώσει. Ακόμη και αυτή η θεμιτή έως ενός βαθμού αναπόληση του παλιού καλού ΠΑΣΟΚ, συνιστά κατά βάθος προσκόλληση σε έναν κόσμο, ο οποίος καλώς ή κακώς πέθανε. Γι’ αυτό καλύτερα να μη μιλάμε. Καλύτερα να σωπαίνουμε γιατί έφτασαν τα παιδιά μας να αιματοκυλίζουν ράγες.
Αλλά φευ! Μάταια καλούμε σε μέρες εθνικής σιωπής. Ποιος ακούει; Ποιος διαβάζει; Ποιος ενδιαφέρεται; Η σήψη έχει ποτίσει το dna αυτού του λαού. Καμιά φορά σκέφτομαι ότι ζητάμε πολλά από τα παιδιά μας. Υπερβολικά πολλά. Αλλά βλέπεις, έχουμε και εμείς ανάγκη να ελπίζουμε σε κάτι. Έχουμε ανάγκη να πιστεύουμε σε αυτά. Έχουμε ανάγκη να πιστεύουμε ότι θα πετύχουν εκεί όπου εμείς αποτύχαμε οικτρά, κι ας γνωρίζουμε καλά το μέγεθος του εγχειρήματος. Έχουμε ανάγκη τελικά να πιστεύουμε ότι η ζωή κάθε Ελένης της Αθήνας και της επαρχίας θα είναι προστατευμένη και όχι επικηρυγμένη.
Ο εκδότης