Το Σημείωμα Του Εκδότη: Η Δίκη των Δικαστών
Δεν είμαι από την Σπάρτη, δεν είμαι Αθηναίος, πατρίδα μου έχω όλην την Ελλάδα. Τοιουτοτρόπως εκφράζεται ο γενναίος Πλούταρχος, είναι σχεδόν δύο χιλιάδες έτη, εις ένα των συγγραμμάτων του. Ημείς γεννημένοι εις πλέον ευτυχισμένηνεποχήν, δηλαδή όταν η θρησκεία και η φιλοσοφία εφώτισαν, εκήρυξαν, εσφράγισαν το δόγμα της αγάπης και της ισότητος, δυνάμεθα να ειπούμεν, ότι ημείς δεν είμεθα ούτε από την Ελλάδα, ούτε από την Ιταλία, ούτε από την Γερμανία, ούτε από την Αγγλία, πατρίδα μας έχομεν το ανθρώπινο γένος. Όση γη περιαγκαλιάζει ο εύμορφος αιθέρας είναι αγαπητή μας πατρίδα.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 1834, στο Ναύπλιο, έλαβε χώρα μία δίκη, η οποία θα αποδεικνυόταν ιστορικής σημασίας και θα γινόταν γνωστή ως η «Δίκη των Δικαστών». Κατηγορούμενοι δικαστές, ο αγωνιστής της επανάστασης του 1821, ιστορικός, πολιτικός, συγγραφέας, ποιητής, φιλόσοφος, απομνημονευματογράφος και νομικός, Γεώργιος Τερτσέτης,και ο πολιτικός, δημοσιογράφος, συγγραφέας και δικαστικός, Αναστάσιος Πολυζωίδης. Αντί όμως να δικάζουν, αυτή τη φορά, οι δύο επιφανείς προσωπικότητες της εποχής δικάζονταν, επειδή αρνήθηκαν να πειθαρχήσουν στο «δίκαιο» των ξένων δυνάμεων και κυρίως της Αγγλίας, και να καταδικάσουν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη σε θάνατο, με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας.
«Πατρίδα μας έχομεν το ανθρώπινο γένος. Όση γη περιαγκαλιάζει ο εύμορφος αιθέρας είναι αγαπητή μας πατρίδα», διακηρύσσει με παρρησία και περίσσιο θάρρος ο Γεώργιος Τερτσέτης στην απολογία του. Με μια αίσθηση βαθιού ανθρωπισμού, που θα ζήλευαν ως και οι ανθρωπιστές της Αναγέννησης. Και συνεχίζει διαμηνύοντας πως«αν αυτοί οι στοχασμοί δεν αρέσουν εις τον Επίτροπον, ολίγον φρονώ. Φθάνει μου οπού αρέσουν εις τούτους τους Δικαστάς, εις τούτο το ΕλληνικόνΑκροατήριον.
Αυτό το προοίμιον όμως αξιόλογα ταιριάζει εις την απολογία μας, επειδή αν ημείς εγκαλούμεθα από τον Επίτροπον, αν αυτός μας φοβερίζει φυλακισμόν, το αίτιον είναι η σφοδρή μας λατρεία προς την δικαιοσύνην, εις καιρούς τους οποίους κάλλιστα γνωρίζετε. Και η δικαιοσύνη δεν είναι προνόμιον, είναι ιδιοκτησία της ανθρωπότητος και αρμόζει λοιπόν να αναφέρωμεν ημείς σήμερον, ως εις βοήθειαν μας, το όνομα του ανθρώπινου γένους, αφού δια αυτό αγωνίσθημεν».
Το ζήτημα ήταν απλό. Τους πίεσαν να κρίνουν ένοχο τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούτα, αλλά εκείνοι γνώριζαν πολύ καλά ότι οι δύο αγωνιστές ήταν αθώοι και έκριναν τοιουτοτρόπως. Και φυσικά, για τη στάση τους αυτή, το ίδιο σύστημα εξουσίας πίεσε στη συνέχεια για τη δική τους καταδίκη. Πόσες φορές δεν έχουμε γίνει μάρτυρες αυτού του αποτρόπαιου σχήματος και στη δική μας εποχή; Από τις πιο απλές και καθημερινές καταστάσεις, μέχρι υποθέσεις οι οποίες απασχόλησαν επί μακρό διάστημα το πανελλήνιο και τη σφαίρα της δημόσιας ζωής.
Η διαφορά με τη δίκη των δικαστών είναι ότι οι δικαστές αθωώθηκαν πανηγυρικά, ενώ πολλοί δε γλιτώνουν, και ακόμη σημαντικότερο, ότι η συγκεκριμένη δίκη μάς πρόσφερε την απολογία του Τερτσέτη, η οποία αποτελεί μνημείο ενός έντιμου δικαστικού και ανθρώπου, όσο και ενός φλογερού πατριώτη, με όλη τη σημασία της λέξης.
Δεν είναι εύκολο. Οι περισσότεροι λυγίζουν. Είτε επειδή υποκύπτουν στον φόβο, έχοντας γνώση των τρομερών πραγμάτων που θα μπορούσαν να υποστούν από ισχυρούς παράγοντες, είτε διαπιστώνοντας πόσο αναίμακτη αλλά και πολύ πιο επωφελής είναι η συνθηκολόγηση. Δεν ενδιαφέρονται όλοι για την υστεροφημία τους.
Δεν τους απασχολεί η αξιοπρέπειά τους, όπως δεν τους απασχολεί η συνείδησή τους. Γιατί είναι η συνείδηση εκείνη η οποία γεννά την αίσθηση δικαίου. Και είναι αυτή η ίδια συνείδηση, η οποία στη δίκη των δικαστών ξεχώρισε την ήρα από το στάρι.
Ο εκδότης